ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΔΙΔΑΧΗ
ΕΠΙ Τῌ ΠΑΝΕΝΔΟΞῼ ΚΟΙΜΗΣΕΙ
ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗΣ 
ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ
ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ

«Ὅθεν δικαίως καί ἀληθῶς Θεοτόκον τήν Ἁγίαν Μαρίαν ὀνομάζομεν· τοῦτο γάρ τό ὄνομα ἅπαν τό μυστήριον τῆς οἰκονομίας συνίστησι». (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός).

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Μεγαλειώδης πνευματικός ἑορτασμός ἐπιτελεῖται σήμερα σέ ὅλους τούς ἱερούς Ναούς τῆς θεοσκεπάστου πατρίδος μας, ὅπου χιλιάδες πιστῶν σπεύδουν γιά νά τιμήσουν ἀξιοχρέως τήν Παναγία Παρθένο, τήν θερμή προστάτιδα τῶν χριστιανῶν, ψάλλοντες καί ἐξυμνοῦντες τό ὑπερβάλλον μεγαλεῖον Της, εὐχαριστοῦντες καί μακαρίζοντες συγχρόνως μέσα ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς τους τήν εὐλογημένη καί δεδοξασμένη βασίλισσα τῶν ἀγγέλων καί στοργική μητέρα τῶν ἀνθρώπων.

Ἡ πανένδοξος καί φωτοφόρος Κοίμησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, «τῆς ἀληθοῦς Θεοτόκου καί Θεομήτορος» εἶναι πέρα ἀπό κάθε ἀνθρώπινη λογική ζωηφόρος καί ὡς ἐκ τούτου αἰτία πνευματικῆς εὐφροσύνης καί χαρᾶς οὐρανίου. Ὁ ὁλόφωτος ἐσωτερικός κόσμος τῆς Θεόπαιδος Μαρίας ἦταν στολισμένος μέ τήν πληρότητα τῶν θείων χαρισμάτων καί ἀρετῶν καί ἡ ζωή της ὑπῆρξε ὑποδειγματική σέ ὅλες τίς ἐκφράσεις της, καθώς ἀκτινοβολοῦσε μεγαλεῖο πίστεως, ἠθική καθαρότητα καί κάλλος ἁγιότητος. Ὁ πρύτανης τῆς Ὀρθοδόξου δογματικῆς διδασκαλίας, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἀναφερόμενος στό πανθαύμαστο πρόσωπο τῆς ἀληθῶς Κεχαριτωμένης Μαρίας λέγει: «Ὦ ἀστείρευτη πηγή τοῦ ἀληθινοῦ φωτός, ἐσύ πού εἶσαι ὁ ἀδαπάνητος θησαυρός τῆς αὐτοζωῆς, ἡ πλούσια ἀνάβλυσις τῆς εὐλογίας, ἡ αἰτία πού μᾶς προξενεῖ ὅλα τά ἀγαθά, ἄν καί γιά κάποιο διάστημα σέ καλύπτει σωματικά ὁ θάνατος, ὅμως ἀναβλύζεις σ’ ἐμᾶς ἄφθονα, ἀστείρευτα καί καθαρά τά νάματα τῆς ἀθάνατης ζωῆς καί τῆς πραγματικῆς μακαριότητος, ποταμούς χάριτος, πηγές ἰαμάτων, εὐλογία ἀδιάκοπη… Γι’ αὐτό δέν θά ὀνομάσω θάνατο τήν μετάστασή σου, ἀλλά κοίμηση καί ἀναχώρηση ἤ καλύτερα μετάβαση. Διότι, ἐνῶ ἀναχωρεῖς ἀπό τό σῶμα, μεταβαίνεις πρός τά ἀνώτερα». Ἔχουσα ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ στήν καρδιά Της «ποταμόν πεπληρωμένον τήν χάριν τοῦ Πνεύματος» ἔγινε μέ τούς συνεχεῖς πνευματικούς ἀγῶνες Της ὑπόδειγμα τοῦ κατά Θεόν ἀγωνιζομένου καί πιστεύοντος ἀνθρώπου, ἀξεπέραστο παράδειγμα πνευματικῆς καί σωματικῆς ἁγνότητος, σεμνότητος, εἰλικρινοῦς ταπεινοφροσύνης καί ἀγάπης, ἀληθῶς ἡ ὄντως Κεχαριτωμένη. Καί γι’ αὐτό ἀνεδείχθη ἡ κατ’ ἐξοχήν «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», προκαλοῦσα τόν θαυμασμό τοῦ οὐρανίου καί τοῦ ἐπιγείου κόσμου μέ «τήν ὡραιότητα τῆς παρθενίας καί τό ὑπέρλαμπρον τῆς ἁγνείας Της», ἀκτινοβολοῦσα σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις Της τό φῶς τῆς ἀρετῆς καί εὐωδιάζουσα ὡς «θυμίαμα εὔοσμον» τήν χάριν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτούς τούς λόγους ὁ Θεός «ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ» καί τήν ἐδόξασε ἐκλέγοντάς Την ὡς τήν πλέον κατάλληλη μεταξύ ὅλων τῶν γυναικῶν γιά νά ὑπηρετήσει τό προαιώνιο καί ἀνεξιχνίαστο σχέδιό Του γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου, ἀξιώνοντάς Την νά γίνει μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, «νά γεννήσει, δηλαδή, Θεόν σεσαρκωμένον» (Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας).

Ἡ Παναγία μας, «τό κάλλος τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως», «ἐφ’ ᾧ ὁ δημιουργήσας εὐφράνθη Θεός», ἀποτελεῖ τό θειότατο βλάστημα τῆς γῆς καί τό ἱερώτατο κατοικητήριο τοῦ Παναγίου Πνεύματος καθώς συνιστᾶ κατά τήν πατερική διδασκαλία, τό τελευταῖο σύνορο μεταξύ τοῦ κτιστοῦ κόσμου καί τοῦ ἀκτίστου καί ἀνάρχου Θεοῦ (Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς). Ἐκείνη ἔκανε τήν γῆ οὐρανό καθώς διά τοῦ θείου Τόκου Της, τοῦ μόνου Κυρίου καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Θεός ἐβημάτισε ὡς ἄνθρωπος στόν κόσμο. Ἐκείνη ἀνέδειξε καί πάλιν τόν ἄνθρωπο πολίτη τοῦ Οὐρανοῦ, τῆς πρώτης δηλαδή πατρίδος του, συνόμιλο τῶν Ἀγγέλων καί οἰκεῖο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὁλόφωτη ὕπαρξή της ἔγινε τό ἱερό ἐργαστήριο τῆς ἑνώσεώς μας μέ τόν Θεό. Ἐκείνη «τήν ἄφατον τῆς τοῦ Θεοῦ πρός ἀνθρώπους ἀγάπης ἐδημοσίευσεν ἄβυσσον» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός). Ἐκείνη «ἡ δούλη καί Μήτηρ Θεοῦ» ἔγινε ἡ νοητή κλίμακα διά τῆς ὁποίας κατέβηκε στήν γῆ καί ἔγινε ἄνθρωπος ὁ προαιώνιος Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐκείνη πάλι γίνεται ἡ γέφυρα πού μεταφέρει ἀπό τήν γῆ στόν οὐρανό τούς ἀνθρώπους ἐκείνους πού μέ πίστη καί ὑπομονή ἀγωνίζονται τόν καλόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς, ἐμπι­στευόμενοι τήν ὕπαρξή τους διά τοῦ Χριστοῦ στήν ἄπειρη ἀγάπη καί στό ἀστείρευτο ἔλεος τοῦ φιλεσπλάχνου Θεοῦ.

Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,

Στήν ἁγία καί μητρική σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μποροῦμε νά βροῦμε στή­ριγμα καί ἀνακού­φιση στούς ποικίλους πειρασμούς καί τίς ταλαιπω­ρίες τῆς παρούσης ζωῆς. Σέ αὐτήν μέ ἐμπιστοσύνη ἀναθέτουμε, μετά Θεόν, τήν ἐλπί­δα μας γιά τήν παροῦσα καί γιά τήν μέλλουσα ζωή. Αὐτῆς τίς φι­λό­στοργες καί δραστικώτατες προσευχές πρός τόν «μόνον δυ­νάμενον σώζειν» φιλάνθρωπο Θεό ἀπο­ζητοῦμε ὅλοι μας, γνωρίζοντας τήν ἀστείρευτη ἀγάπη της γιά ἐμᾶς, πού εἴ­μεθα ἡ ἀπό τόν Θεόν δωρη­θεῖσα κληρονομία της. Τήν τιμοῦμε μέ λόγους ἱε­ρούς, μέ ὕμνους μελωδικούς, μέ ἱεροπρεπῆ σκιρτήματα καρδιᾶς καί λυτρωτικά δάκρυα ψυχῆς, ἀ­ξιοχρέως καί ὀφειλετικῶς ὡς ἀληθῆ Θεοτόκο. Κατακλείοντας τήν ἑόρτιο αὐτήν Ποιμαντορικήν μου διδαχήν ἐπιθυμῶ, γιά τήν δική σας πνευματική ὠφέλεια καί οἰκοδομή, νά ἐπαναλάβω διά γραφίδος ὅσα σοφά καί θεοφώτιστα ἔγραφε ὁ ἀείμνηστος θεολόγος Παναγιώτης Νέλλας περί τοῦ σε­πτοῦ προσώπου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, σημειώνοντας τά ἑξῆς: «Βρέθηκαν μερικοί μεγάλοι ἄθεοι, πού ὑπεστήριξαν μέσα στούς αἰῶνες ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά γίνει Θεός. Κανείς ὅμως ποτέ, ἐκτός ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Πατέρες, δέν τόλμησε νά ὑποστηρίξει ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά γεννήσει τόν Θεό. Κι ὅμως αὐτό τό μεγάλο παράδοξο εὐ­δόκησε ὁ Θεός νά ἀποτελεῖ τή μεγάλη ἀξία, ἀλλά καί τήν ὕψιστη “εὐ­γένεια” τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ο Θεός ἀξίωσε τήν ἀνθρώπινη φύση νά γίνει ”θεοτόκος”. Ἡ ἀξία τῆς Παρθένου βρίσκεται ἀκριβῶς στό ὅτι πραγματοποίησε αὐτόν τόν σκοπό. Καί τόν πραγματοποίησε λέγοντας ”ἰδού ἡ δούλη Κυρίου”. Γιατί τό ἀληθινό μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται ἀκριβῶς στό νά πραγματοποιεῖ τόν ὕψιστο προορισμό πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, καί νά ἔχει ταυτόχρονα τή συνείδηση ὅτι ”δοῦλος ἀχρεῖός ἐστι” (Λουκ. 17, 18)». Ὁ Κύριος μετά πάντων ἡμῶν. Ἀμήν.

Χρόνια πολλά, ἅγια καί θεοσκέπαστα
Μετ’ εὐχῶν καί ἀγάπης

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Σερρῶν καί Νιγρίτης Θεολόγος