Ύμνος της Αγάπης

ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Αν με ἄνεση μιλῶ σ’ ὅλες τίς γλῶσσες τῶν ἀνθρώπων καί στη γλώσσα τῶν ἀγγέλων, ἀλλ’ ὅμως δεν ἔχω ἀγάπη, τότε είμαι σαν την κούφια λαμαρίνα καί σαν κύμβαλο πού μόνο θόρυβο καί φασαρία κάνει. Κι αν είμαι προφήτης, κι αν γνωρίσω καθαρά όλα τα θεϊκά μυστικά καί όλη τη σοφία καί τίς γνώσεις των ανθρώπων, κι αν έχω πίστη στο Θεό τόσο μεγάλη, ώστε ακόμα καί βουνά να μετακινώ, όμως δεν έχω στην καρδιά μου την αγάπη, είμαι ένα τίποτα, σκέτο μηδενικό. Κι αν μοιράσω όλα τα υπάρχοντα μου για να θρέψω τους φτωχούς κι αν το σώμα μου παραδώσω να το κάψει ή φωτιά του μαρτυρίου, μέσα στην ψυχή μου όμως δεν έχω την αγάπη, τίποτα δεν κερδίζω. Όποιος έχει την αγάπη έχει καί πλατιά καρδιά, γύρω του σκορπίζει καλωσύνη. Όποιος έχει την αγάπη δεν ζηλεύει. Όποιος έχει την αγάπη δεν κομπάζει φαντασμένος, δεν φουσκώνει από υπερηφάνεια καί δεν φέρεται άσχημα καί άπρεπα. Ή πραγματική αγάπη δεν ζητάει μόνο το δικό της το καλό. Κι όποιος έχει την αγάπη δεν θυμώνει, δεν βάζει στο μυαλό του το κακό, λυπάται όταν γίνονται αδικίες καί χαίρεται όταν φανερώνεται ή αλήθεια. Ή αγάπη όλα τα σκεπάζει, όλους τους συμπαθεί, πάντοτε ελπίζει το καλό κι όλα με χαρά τα υπομένει. Ή αληθινή αγάπη δεν χάνει την αξία της ποτέ. Μένει πάντοτε αιώνια, δυνατή.

Απόστολος Παύλος, (Α’Κορ.ιγ’1-13)

Μέγας Βασίλειος - Λόγος Β´ γιὰ τὴ Νηστεία

Ἡ προτροπὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου γιὰ τὴ νηστεία

1. «Παρηγορεῖτε, λέγει, ἱερεῖς τὸν λαό· ὁμιλήσατε στὰ αὐτιὰ τῆς Ἱερουσαλήμ» (Ἡσ. 40, 1-2). Ἡ φύση τοῦ λόγου εἶναι ἱκανή, τῶν μὲν φιλοπόνων νὰ ἐντείνει τὶς δυνάμεις, τῶν δὲ ὀκνηρῶν καὶ νωθρῶν νὰ διεγείρει τὴν προθυμία. Γιὰ τοῦτο μὲν οἱ στρατηγοί, ὅταν παρατάσσουν τὸν στρατὸ γιὰ τὴν μάχη, μεταχειρίζονται τοὺς προτρεπτικοὺς λόγους πρὶν ἀπὸ τοὺς ἀγῶνες, καὶ τόση δύναμη ἔχει ἡ παραίνεση, ὥστε σὲ πολλοὺς ἐμπνέει πολλὲς φορὲς ἀκόμη καὶ περιφρόνηση τοῦ θανάτου. Οἱ γυμναστὲς δὲ καὶ οἱ ἐκπαιδευτές, ὅταν ὁδηγοῦν τοὺς ἀθλητὲς στοὺς ἀγῶνες τῶν σταδίων, κάνουν πολλὲς προτροπὲς περὶ τοῦ ὅτι πρέπει νὰ μοχθοῦν γιὰ τὰ στεφάνια, ὥστε καὶ πολλοὶ νὰ πείθωνται μὲ τὴν φιλοτιμία στὴ νίκη νὰ περιφρονοῦν τὰ σώματα. Γιὰ τοῦτο λοιπὸν καὶ σὲ μένα ποὺ παρατάσσω τοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν πόλεμο κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν καὶ ποὺ προετοιμάζω μὲ τὴν ἐγκράτεια τοὺς ἀθλητὲς τῆς εὐσεβείας γιὰ τὰ στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, εἶναι ἀναγκαῖος ὁ προτρεπτικὸς λόγος. Τί λοιπὸν λέγω ἀδελφοί; Ὅτι αὐτοὶ ποὺ μελετοῦν τὴν τακτική του πολέμου καὶ ἀσκοῦνται στὶς παλαῖστρες, φυσικὸ εἶναι μὲ τὴν ἀφθονία τῆς τροφῆς νὰ παχαίνουν τοὺς ἑαυτούς τους, ὥστε δυναμικότερα νὰ καταπιάνονται μὲ τοὺς ἀγῶνες· αὐτοὶ δὲ «ποὺ δὲν παλεύουν μὲ αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ μὲ τὶς ἀρχές, μὲ τὶς ἐξουσίες, μὲ τοὺς κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τούτου, μὲ τὰ πνευματικά της πονηρῖας» (Ἐφεσ.6, 12), αὐτοὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀσκοῦνται γιὰ τὸν πόλεμο αὐτὸν μὲ τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια. Διότι τὸ μὲν λάδι παχαίνει τὸν ἀθλητή, ἢ δὲ νηστεία ἰσχυροποιεῖ τὸν ἀσκητὴ τῆς εὐσεβείας. Ὥστε ὅσον ἀφαιρεῖς ἀπὸ τὴν σάρκα, τόσον θὰ κάμεις νὰ ἀπαστράπτει ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ λαμπρότητα. Διότι ὄχι μὲ σωματικὲς δυνάμεις, ἀλλὰ μὲ τὴν καρτερία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ὑπομονὴ στὶς θλίψεις ἐπιτυγχάνεται ἡ κυριαρχία πρὸς τὶς ἀόρατες δυνάμεις.

Γιατί ἡ νηστεία εἶναι ὠφέλιμη;

2. Ἡ νηστεία μὲν λοιπὸν εἶναι ὠφέλιμη γιὰ ὅλο τὸν χρόνο, γιὰ αὐτοὺς ποὺ τὴν προτιμοῦν (διότι οὔτε ἡ δαιμονικὴ ἐπήρεια δὲν ἀποθρασύνεται κατὰ τοῦ νηστευτῆ, καὶ οἱ φύλακες τῆς ζωῆς μας ἄγγελοι μὲ περισσότερη προθυμία παραμένουν στοὺς καθαρισμένους στὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴ νηστεία)· πολὺ δὲ περισσότερο τώρα, ὅποτε σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη διαδίδεται τὸ κήρυγμα. Καὶ οὔτε κάποιο νησί, οὔτε ἤπειρος, οὔτε πόλη, οὔτε ἔθνος, οὔτε ἄκρη τῆς γῆς, ὑπάρχει ποὺ νὰ μὴν ἀκούεται τὸ κήρυγμα. Ἀλλὰ καὶ τὰ στρατόπεδα καὶ οἱ ὁδοιπόροι καὶ oι ναῦτες καὶ οἱ ἔμποροι, ὅλοι ὁμοίως καὶ ἀκούουν τὴν διδασκαλία καὶ μὲ χαρὰ τὴν ὑποδέχονται. Ὥστε κανεὶς νὰ μὴν ἑξαιρέσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸν κατάλογο τῶν νηστευτῶν, σ᾿ αὐτὸν συμπεριλαμβάνονται ὅλα τὰ γένη καὶ κάθε ἡλικία καὶ ὅλες οἱ διαφορὲς τῶν ἀξιωμάτων. Ἄγγελοι εἶναι ποὺ ἀπογράφουν σὲ κάθε ἐκκλησία τοὺς νηστευτές. Πρόσεχε μὴ στερηθεῖς γιὰ τὴν μικρὴ ἡδονὴ τῶν φαγητῶν τὴν ἀπογραφὴ τοῦ ἀγγέλου, ὑπόδικο δὲ κάνεις τὸν ἑαυτό σου στὸ στρατολόγο, γιὰ δίκη ἐπὶ λιποταξία. Μικρότερος εἶναι ὁ κίνδυνος κάποιου ποὺ πέταξε τὴν ἀσπίδα στὴν μάχη νὰ τιμωρηθεῖ παρὰ νὰ φανεῖ ὅτι ἀπορρίπτει τὸ μεγάλο ὅπλο τῆς νηστείας. Εἶσαι πλούσιος; Μὴν βρίζεις τὴ νηστεία, ἀπαξιώνοντας νὰ τὴν κάνεις ὁμοτράπεζο· μήτε νὰ τὴν ἀποπέμψεις ἀπὸ τὸ σπίτι σου ἀτιμασμένη ἀπὸ τὴν ἡδονή, γιὰ νὰ μὴν σὲ καταγγείλη κάποτε στὸ νομοθέτη τῶν νηστειῶν καὶ σοῦ ἐπιφέρει πολλαπλάσια τὴν στέρηση ἀπὸ καταδίκη, ἡ σωματικὴ ἀρρώστια, ἢ κάποια ἄλλη δυσχερῆ περίσταση. Ο φτωχὸς νὰ μὴν εἰρωνεύεται τὴ νηστεία, διότι ἀπὸ πολὺ παλαιὰ τὴν ἔχει συγκάτοικο καὶ ὁμοτράπεζο. Στὶς γυναῖκες δὲ ὅπως ἡ ἀναπνοή, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία εἶναι οἰκεία καὶ φυσιολογική. Τὰ παιδιά, ὅπως τὰ θαλερὰ ἀπὸ τὰ φυτά, μὲ τὸ νερὸ τῆς νηστείας ἂς ποτίζονται. Στοὺς μεγαλύτερους ἐλαφρώνει τὸν κόπο ἡ παλαιὰ οἰκείωση μὲ αὐτή· διότι οἱ κόποι ποὺ ἔχουν ἐμπεδωθεῖ κατόπιν μακρᾶς συνηθείας, δὲν προκαλοῦν τόσον πόνο στοὺς γυμνασμένους. Στοὺς ὁδοιπόρους ἡ νηστεία εἶναι καλὸς συνταξιδιώτης. Διότι ὅπως ἀκριβῶς ἡ τρυφὴ τοὺς ἀναγκάζει νὰ σηκώνουν βάρη, κουβαλώντας μαζί τους τὶς ἀπολαύσεις, ἔτσι ἡ νηστεία τοὺς κάνει ἐλαφροὺς καὶ εὐκίνητους. Ἔπειτα, ὅταν ἀναγγελθεῖ ἐκστρατεία ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς χώρας, τὰ ἀναγκαία, ὄχι ἐκεῖνα ποὺ εἶναι γιὰ τέρψη, προμηθεύονται οἱ στρατιῶτες· ἐμεῖς δὲ ποὺ ἐξερχόμαστε στὸν πόλεμο κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν καὶ μετὰ τὴ νίκη αὐτῶν τρέχουμε πρὸς τὴν οὐράνιο πατρίδα, δὲν θὰ ἁρμόζει πολὺ περισσότερο, σὰν νὰ τρεφόμαστε σὲ στρατόπεδο, νὰ ἀρκούμαστε σ᾿ αὐτὰ τὰ ἀναγκαῖα;

Νὰ ἀθλεῖσαι σὰν καλὸς στρατιώτης τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ

3. Κακοπάθησε σὰν καλὸς στρατιώτης καὶ ἄθλησε νόμιμα, γιὰ νὰ στεφανωθεῖς, γνωρίζοντας ἐκεῖνο, ὅτι κάθε ἀγωνιζόμενος, πάντοτε ἐγκρατεύεται (Β´ Τιμ. 2, 3-5· Α´ Κορ. 9, 25). Αὐτὸ ποὺ ἦλθε στὸ νοῦ μου τώρα ποὺ μιλῶ, ἀξίζει νὰ μὴν τὸ παραβλέψουμε· ὅτι δηλαδὴ στοὺς κοσμικούς μας στρατιῶτες ἀνάλογα μὲ τοὺς κόπους αὐξάνεται τὸ συσσίτιο, στοὺς πνευματικοὺς δὲ ὁπλῖτες, αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴν λιγότερη τροφὴ ἔχει τὸ μεγαλύτερο ἀξίωμα. Διότι ὅπως ἡ περικεφαλαία μας διαφέρει κατὰ τὴν φύση πρὸς τὴν φθαρτή, διότι ἡ ὕλη αὐτῆς εἶναι ὁ χαλκός, ἡ δὲ ἄλλη ἔχει συσταθεῖ ἀπὸ τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας (Α´ Θέσσ. 5, 8)· καὶ ἡ ἀσπίδα σ᾿ ἐκείνους μὲν ἔχει κατασκευασθεῖ ἀπὸ ξύλο καὶ δέρμα, σέ μας δὲ εἶναι τὸ δόρυ τῆς πίστεως, καὶ ἐμεῖς μὲν ἔχουμε περιφραχθεῖ μὲ τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, ἐκεῖνοι δὲ περιτυλίγουν κάποιον ἁλυσιδωτὸ χιτῶνα, καὶ γιὰ μᾶς μὲν μάχαιρα πρὸς τὴν ἄμυνα εἶναι αὐτὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος (Ἐφεσ. 6, 16-17), οἱ δὲ προβάλλουν τὴν σιδερένια, ἔτσι εἶναι φανερὸ ὅτι οἱ ἴδιες τροφὲς δὲν δυναμώνουν καὶ τοὺς δυό· ἀλλ᾿ ἐμᾶς μὲν τὰ δόγματα τῆς εὐσεβείας μας δυναμώνουν, σ᾿ ἐκείνους δὲ τὸ γέμισμα τῆς κοιλιᾶς εἶναι ἀναγκαῖο. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ χρόνος ποὺ γυρίζει μας ἔφερε τὶς πολυπόθητες αὐτὲς ἡμέρες, σὰν παλαιὲς τροφούς, χαρούμενoι ἂς τὶς ὑποδεχθοῦμε· μὲ αὐτὲς ἡ Ἐκκλησία μας ἀνέθρεψε στὴν εὐσέβεια. Προκειμένου λοιπὸν νὰ νηστεύσεις μὴ σκυθρωπάσεις φαρισαϊκῶς, ἀλλ᾿ εὐαγγελικῶς λάμπρυνε τὸν ἑαυτό σου (Ματθ. 6, 16- 17)· δηλαδὴ νὰ μὴν πενθεῖς γιὰ τὴν στέρηση τῆς κοιλιᾶς, ἀλλὰ νὰ χαίρεσαι ὁλόψυχα τὶς πνευματικὲς ἀπολαύσεις. Διότι γνωρίζεις ὅτι «ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ ἐναντίον τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα ἐναντίον τῆς σάρκας» (Γάλ. 5, 17). Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτὰ ἀντιτίθενται μεταξύ τους, ἂς μειώσουμε τὴν ἀδυναμία τῆς σάρκας, ἂς αὐξήσουμε δὲ τὴν δύναμη τῶν ψυχῶν, ὥστε μὲ τὴ νηστεία ἀφοῦ λάβουμε τὰ νικητήρια κατὰ τῶν παθῶν, νὰ φορέσουμε καὶ τὰ στεφάνια τῆς ἐγκράτειας.

Ἡ νηστεία χωρὶς οἰνοποσία, χωρὶς μέθη. Γι᾿ αὐτὸ στὶς ἡμέρες τῆς νηστείας δὲν ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση «oίνoυ καὶ ἐλαίου». Διότι ἡ νηστεία μὲ κρασί, εἶναι νηστεία κίβδηλος. Τί εἶναι ἡ μέθη

4. Ἐμπρός, κᾶμε λοιπὸν τὸν ἑαυτό σου ἄξιο γιὰ τὴν τόσο σεμνὴ νηστεία· μὴ διαφθείρεις μὲ τὴν σημερινὴ μέθη τὴν αὐριανὴ ἐγκράτεια. Κακὸς ὁ συλλογισμός, πονηρὴ ἡ σκέψη· ἐπειδή μας ἔχει προαγγελθεῖ, πέντε ἡμερῶν νηστεία, σήμερα ἂς βυθιστοῦμε στὴ μέθη. Κανείς, ἐνῷ πρόκειται νὰ νυμφευθεῖ γυναῖκα σεμνὴ σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τοῦ γάμου, δὲν βάζει στὸ σπίτι τοῦ προηγουμένως παλλακίδες καὶ πόρνες. Διότι ἡ νόμιμος σύζυγος δὲν ἀνέχεται τὴν συνοίκηση μὲ τὶς διεφθαρμένες. Μὴ λοιπὸν καὶ σύ, ἐνῷ ἀναμένεται νηστεία, ὁδηγεῖς πρῶτα τὴν μέθη, τὴν δημόσια πόρνη, τὴν μητέρα τῆς ἀναισχυντίας, τὴν φίλη του γέλωτα, τὴν μανιακή, τὴν εὔκολη σὲ κάθε ἰδέα ἀσχημοσύνης. Δὲν θὰ μπεῖ ἡ νηστεία καὶ ἡ προσευχὴ σὲ ψυχῇ ποὺ λερώθηκε ἀπὸ τὴν μέθη. Τὸν νηστευτὴ μέσα στὶς ἱερὲς αὐλὲς προσδέχεται ὁ Κύριος, τὸν μέθυσο σὰν ἀκάθαρτο καὶ ἀνίερο δὲν τὸν δέχεται. Διότι ἐὰν ἔλθεις αὔριο μυρίζοντας κρασὶ καὶ μάλιστα χωνεμένο, πῶς θὰ ὑπολογίσω τὴν κραιπάλη σου ὡς νηστεία; Ὅτι δηλαδὴ πρόσφατα δὲν κατανάλωσες πολὺ κρασί, τοῦτο νὰ μὴν τὸ λογαριάζεις, ἀλλὰ ὅτι δὲν εἶσαι καθαρὸς ἀπὸ κρασί. Ποῦ νὰ σὲ κατατάξω; Στοὺς μέθυσους ἢ στοὺς νηστευτές; Ἡ περασμένη μέθη σύρει πρὸς τὸν ἑαυτό της· ἡ παροῦσα στέρηση ἐπιβεβαιώνει τὴ νηστεία. Ὑποκείμενος εἶσαι στὴ μέθη, ὅπως ἀκριβῶς ὁ δοῦλος, καὶ δικαίως δὲν θὰ σοῦ ἀπομακρυνθεῖ, διότι μὲ τὸ νὰ παραμείνει ἡ μυρωδιὰ τοῦ οἴνου (στὸ στόμα) ὅπως ἀκριβῶς στὸ ἀγγεῖο, παρέχει σαφεῖς ἀποδείξεις τῆς δουλείας. Εὐθὺς ἀμέσως ἡ πρώτη ἡμέρα τῶν νηστειῶν θὰ σοῦ εἶναι ἄκυρη, διότι μέσα σου μένουν τὰ ὑπόλοιπά της μέθης. Αὐτῶν δὲ ποὺ ἡ ἀρχὴ εἶναι ἄκυρη, καὶ τὸ ὅλο εἶναι φανερὸ ὅτι εἶναι ἀπόβλητο. «Οἱ μέθυσοι δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 6, 10). Ἐὰν ἔρχεσαι μεθυσμένος στὴ νηστεία, ποιὸ εἶναι τὸ ὄφελός σου; Διότι ἐὰν σὲ ἀποκλείει ἡ μέθη ἀπὸ τὴν βασιλεία, ποῦ σοῦ εἶναι λοιπὸν χρήσιμη ἡ νηστεία; Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ οἱ πιὸ ἔμπειροι πουλαροδαμαστές, ἐνῷ περιμένουν τοὺς ἀγῶνες, μὲ τὴν δίαιτα προετοιμάζουν τὰ ἄλογα ποῦ θ᾿ ἀγωνιστοῦν; Σὺ δὲ ἐξεπίτηδες καταπιέζεις τὸν ἑαυτό σου μὲ τὸν χορτασμό· τόσο πολὺ ξεπερνᾷς καὶ τὰ ἄλογα στὴν γαστριμαργία. Ἡ κοιλιὰ ὅμως βαρυφορτωμένη ὄχι μόνον γιὰ τὸν δρόμο, ἀλλὰ οὔτε καὶ γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι κατάλληλη· διότι καταπιεζόμενη, ἀπὸ τὸ βάρος, δὲν μπορεῖ νὰ ἠρεμήσει, ἀλλ᾿ ἀναγκάζεται πολλὲς φορὲς νὰ γυρίζει πότε ἀπὸ τὴν μία καὶ πότε ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά.

Τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα τῆς νηστείας

5. Ἡ νηστεία προφυλάσσει τὰ νήπια, σωφρονίζει τὸ νέο, κάνει σεβαστὸ τὸν γέροντα, διότι τὰ γεράματα εἶναι πιὸ σεβαστὰ ὅταν στολίζονται μὲ τὴ νηστεία. Γιὰ τὶς γυναῖκες στολίδι ταιριαστό, χαλινάρι τῶν ἀκμαίων, φυλακτήριο τῆς συζυγικῆς ζωῆς, τροφὸς τῆς παρθενίας. Τέτοιες μὲν εἶναι οἱ φροντίδες αὐτῆς γιὰ κάθε σπίτι. Πῶς δὲ πολιτεύεται στὴ δημόσια ζωή μας; Μὲ μίας ὅλη τὴν πόλη καὶ ὅλο τὸν λαὸ βάζει σὲ τάξη, κοιμίζει τὴν κραυγή, ἐξορίζει τὴν μάχη, κατασιγάζει τὴν ὕβρη. Ποιοῦ διδασκάλου ἡ παρουσία ἀποκαθιστᾷ ἔτσι διὰ μίας τὸν θόρυβο τῶν παιδιῶν, ὅπως ἡ νηστεία σταματᾷ τὴν ταραχὴ τῆς πόλεως ὅταν ἐμφανισθεῖ; Ποιὸς κωμῳδοποιὸς στὴ νηστεία ἐπροχώρησε; Ποιὸς ἀκόλαστος χορὸς προῆλθε ἀπὸ τὴ νηστεία; Τρυφερὰ γέλια καὶ πορνικά, τραγούδια καὶ ἔξαλλοι χοροὶ ἀμέσως ἀπὸ τὴν πόλη ἀπομακρύνονται, σὰν νὰ ἔχουν φυγαδευθεῖ ἀπὸ κάποιο αὐστηρὸ δικαστή, τὴ νηστεία.

Ἡ νηστεία εἶναι ἡ βάση τῆς εἰρήνης τοῦ κόσμου

Ἐὰν δὲ ὅλοι αὐτὴν ἐδέχοντο ὡς σύμβουλο γιὰ αὐτά, ποὺ πρέπει νὰ πράττουμε, τίποτε δὲν θὰ ἐμπόδιζε νὰ εἶναι ἄκρα εἰρήνη σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη· οὔτε τὰ ἔθνη θὰ ἐπαναστατοῦσαν μεταξύ τους, οὔτε τὰ στρατεύματα θὰ ἔρχονταν σὲ σύρραξη. Δὲν θὰ κατασκευάζονταν ὅπλα, ἐὰν ἐπικρατοῦσε ἡ νηστεία, δὲν θὰ ἐγίνονταν δικαστήρια, οὔτε θὰ ἐφυλακίζονταν μερικοί, οὔτε γενικῶς θὰ φιλοξενοῦσαν oι ἐρημιὲς κακοποιούς, ἢ οἱ πόλεις τοὺς συκοφάντες, ἢ ἡ θάλασσα τοὺς πειρατές. Ἐὰν ὅλοι ἦταν μαθητὲς τῆς νηστείας, δὲν θὰ εἶχε ἀκουσθεῖ καθόλου, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Ἰὼβ (Ἰὼβ 3, 18), φωνὴ εἰσπράκτορα τῶν φόρων, οὔτε θὰ ἦταν τόσον πολυστένακτη ἡ ζωή μας καὶ γεμάτη ἀπὸ κατήφεια, ἐὰν ἡ νηστεία κυριαρχοῦσε στὴ ζωή μας. Διότι εἶναι φανερὸ ὅτι θὰ ἐδίδασκε σὲ ὅλους ὄχι μόνον τὴν ἐγκράτεια ἀπὸ τὰ φαγητά, ἀλλὰ καὶ τῆς φιλαργυρίας καὶ πλεονεξίας καὶ κάθε κακίας τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀποστροφὴ καὶ ἀποξένωση. Ἐὰν αὐτὰ εἶχαν ἀποβληθεῖ, τίποτε δὲν θὰ ἐμπόδιζε μὲ βαθειὰ εἰρήνη καὶ ἀταραξία ψυχῶν τὴν ζωή μας νὰ περάσουμε.

6. Τώρα ὅμως oι μὲν ἀπορρίπτοντες τὴ νηστεία, τὴν τρυφὴ δὲ ὡς εὐτυχία τῆς ζωῆς ἐπιδιώκοντες, καὶ τὴν μεγάλη ἐκείνη ἀφθονία τῶν κακῶν ἔφεραν καὶ τὰ σώματά τους ἐπὶ πλέον διαφθείρουν. Παρατήρησε, παρακαλῶ, τὴν διαφορὰ τῶν προσώπων, καὶ αὐτῶν ποὺ θὰ σοῦ φανοῦν κατὰ τὸ βράδυ καὶ τῶν αὐριανῶν. Σήμερα πρησμένα, κατακόκκινα, ὑγρὰ ἀπὸ λεπτὸ ἱδρῶτα, μάτια ὁλόϋγρα, αὐθάδη, στερημένα τὴν ἀκρίβεια τῆς ὁράσεως ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ συσκότιση, αὔριο δὲ ντροπαλά, σεμνά, μὲ φυσικὸ χρῶμα, γεμάτα περίσκεψη καὶ μὲ κάθε ἀκρίβεια αἰσθήσεως, ἀφοῦ καμμιὰ ἐσωτερικὴ αἰτία δὲν ἐπισκοτίζει τὶς φυσικὲς ἐνέργειες.

Τί εἶναι ἡ νηστεία

Ἡ νηστεία, εἶναι ἡ ὁμοίωση τῶν Ἀγγέλων, ἡ συγκάτοικος τῶν δικαίων, ἡ ἐγκράτεια τῆς ζωῆς. Αὐτὴ τὸν Μωϋσῆ ἔκαμε νομοθέτη· ὁ Σαμουὴλ εἶναι καρπὸς τῆς νηστείας. Ἀφοῦ ἐνήστευσε ἡ Ἄννα προσευχήθηκε στὸν Θεό· «Κύριε, Κύριε, Θεὲ τῶν Δυνάμεων, ἐὰν πράγματι εἰσακούσεις τὴν δούλη σου καὶ μοῦ δώσεις τέκνο ἀρσενικό, θὰ σοῦ τὸ ἀφιερώσω ἐνώπιόν σου» (Α´ Βασ. 1, 11). «Δὲν θὰ πιεῖ oίνο καὶ σίκερα ἕως τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου» (Κρίτ.13, 14). Αὐτὴ ἀνέθρεψε τὸν μεγάλο Σαμψῶν, καὶ ἕως τότε ποὺ ἐσυντρόφευε τὸν ἄνδρα, κατὰ χιλιάδες ἐφονεύονταν οἱ ἐχθροί, καὶ κατακρημνίζονταν οἱ πύλες τῶν πόλεων, καὶ τὰ λιοντάρια δὲν ἄντεχαν τὴν δύναμη τῶν χεριῶν τοῦ (Κρίτ.14, 6· 15, 16· 16, 3).

Ἡ ἄρνηση τῆς νηστείας, διάλυση τοῦ ἀνθρώπου

Ὅταν δὲ τὸν κατέλαβε ἡ πορνεία καὶ ἡ μέθη, αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του, καὶ ἀφοῦ τὸν τύφλωσαν ἔγινε παιχνίδι στοὺς δούλους τῶν ἀλλοφύλων. Ἀφοῦ ἐνήστευσε ὁ Ἠλίας ἐσταμάτησε τὸν οὐρανὸ ἐπὶ τρία χρόνια καὶ ἕξι μῆνες γιὰ νὰ μὴ βρέξει (Γ´ Βασιλ. 17, 1). Ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶδε ὅτι ἀπὸ τὸν χορτασμὸ πολλαπλασιάζεται ἡ ὕβρη, ἀναγκαστικὰ ἔφερε σ᾿ αὐτοὺς τὴν ἀκούσια νηστεία τῆς πείνας. Μὲ αὐτὴν σταμάτησε τὴν ἁμαρτία τους ποὺ ξεχυνόταν ἤδη χωρὶς μέτρο, καὶ σὰν μὲ κάποιο καυτερὸ σίδερο ἢ μὲ μαχαῖρι, διέκοψε μὲ τὴ νηστεία τὴν ἐπὶ πλέον πρόοδο τοῦ κακοῦ.

7. Δεχθεῖτε αὐτήν, οἱ φτωχοί, τὴν συγκάτοικό σας καὶ ὁμοτράπεζο. Οἱ δοῦλοι, τὴν ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς συνεχεῖς καμάτους τῆς ὑπηρεσίας. Οἱ πλούσιοι, αὐτὴν πού σας γιατρεύει ἀπὸ τὴν βλάβη τοῦ χορτασμοῦ καὶ μὲ τὴν μεταβολὴ κάνει πιὸ τερπνὰ αὐτὰ ποὺ ἀπὸ τὴν συνήθεια περιφρονοῦνται. Οἱ ἄρρωστοι, τὴν μητέρα τῆς ὑγείας. Οἱ ὑγιεῖς, τὸ φυλακτήριο τῆς ὑγείας. Ρώτησε τοὺς ἰατροὺς καὶ θὰ σοῦ ἀπαντήσουν, ὅτι τὸ περισσότερο σφαλερὸ ἀπὸ ὅλα εἶναι ἡ ἄκρα παχυσαρκία. Γιὰ τοῦτο οἱ πιὸ ἔμπειροι μὲ τὴ νηστεία ἀφαιροῦν τὸ πλεονάζον πάχος, ὥστε νὰ μὴν συντριβεῖ ἡ δύναμη μὲ τὸ βάρος τῆς παχυσαρκίας. Διότι ἐξεπίτηδες ἀφοῦ μὲ τὴν στέρηση ἐξαφανίσουν τὴν ἀμετρία τοῦ πάχους, προετοιμάζουν στὴν θρεπτικὴ δύναμη κάποια ἄνεση καὶ ἀνατροφὴ καὶ ἀρχὴ γιὰ δεύτερη αὔξηση. Ἔτσι σὲ κάθε ἔργο καὶ σὲ κάθε σωματικὴ ἰδιοσυγκρασία βρίσκεται ἡ ὠφέλεια τῆς νηστείας καὶ σὲ ὅλα ὁμοίως ἁρμόζει, στὰ σπίτια, στὶς ἀγορές, στὶς νύκτες, στὶς ἡμέρες, στὶς πόλεις, στὶς ἐρημιές. Αὐτὴν λοιπὸν ποὺ μὲ τόσα μέσα χαρίζει σέ μας τὸ καλό, ἂς ὑποδεχθοῦμε μὲ χαρά, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, χωρὶς νὰ εἴμαστε κατηφεῖς, ὅπως οἱ ὑποκριτές, ἀλλὰ τὸ χαρωπό της ψυχῆς χωρὶς προσποίηση νὰ δείχνουμε (Ματθ. 6, 16-17). Καὶ δὲν νομίζω ὅτι χρειάζεται τόσον ἀγῶνα ἡ προτροπὴ γιὰ τὴ νηστεία, ὅσον τὸ νὰ μὴν περιπέσει σήμερα κάποιος στὰ κακά της μέθης. Διότι τὴ μὲν νηστεία καὶ γιὰ τὴν συνήθεια καὶ γιὰ τὴν μεταξύ μας ντροπή, oι πολλοὶ τὴν ἀποδέχονται. Φοβοῦμαι δὲ τὴ μέθη, πού, σὰν πατρικὴ κληρονομιά, οἱ φίλοι του οἴνου τὴν διασῴζουν.

Ὄχι νηστεία μὲ τὴν μέθη

Ὅπως δηλαδὴ αὐτοὶ ποὺ κάνουν μακρινὰ ταξίδια, ἔτσι καὶ μερικοὶ ἀνόητοι σήμερα πίνουν οἶνο σὲ ἀντάλλαγμα τῶν πέντε ἡμερῶν τῆς νηστείας· ποιὸς εἶναι τόσον ἀνόητος, ὥστε προτοῦ ἀρχίσει νὰ πίνει, νὰ κάνει τὶς τρέλλες τῶν μεθυσμένων; Δὲν γνωρίζεις ὅτι ἡ κοιλιὰ δὲν κάνει ἀποταμίευση; Ἡ κοιλιὰ εἶναι ὁ πιὸ ἄπιστος μεσίτης. Εἶναι ταμεῖο ἀφύλακτο, διότι, ὅταν μπαίνουν πολλά, τὴ μὲν βλάβη διατηρεῖ, τὰ φαγητὰ ὅμως δὲν διαφυλάττει· πρόσεχε μὴ τυχὸν καὶ σὲ σένα, αὔριο ποὺ θὰ ἔλθεις ἀπὸ τὴν μέθη λεχθοῦν αὐτὰ ποὺ τώρα ἀναγνώσθηκαν. «Δὲν διάλεξα αὐτὴ τὴ νηστεία, λέγει ὁ Κύριος» (Ἡσ. 58, 5). Γιατί ἀναμιγνύεις τὰ ἄμικτα; Ποιὰ ἡ σχέση τῆς νηστείας πρὸς τὴν μέθη; Ποιὰ εἶναι ἡ σχέση τῆς μέθης πρὸς τὴν ἐγκράτεια; «Ποιὰ ἡ συμφωνία μεταξὺ τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν εἰδώλων;» (Β´ Κορινθ. 6, 16). Διότι ναὸς τοῦ Θεοῦ μὲν εἶναι αὐτοὶ στοὺς ὁποίους κατοικεῖ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· ναὸς δὲ εἰδώλων, εἶναι αὐτοὶ ποὺ ὑποδέχονται μὲ τὴν μέθη τὸ πλῆθος τῆς ἀκολασίας. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα εἶναι τὰ πρόθυρα τῶν νηστειῶν. Αὐτὸς δὲ ποὺ ἔχει βεβηλωθεῖ στὰ πρόθυρα βεβαίως δὲν εἶναι ἄξιος νὰ εἰσέλθει στὰ ἅγια. Κανεὶς δοῦλος θέλοντας νὰ ἐξευμενίσει τὸν κύριό του, δὲν μεταχειρίζεται τὸν ἐχθρό του σὰν προστάτη καὶ μεσίτη.

Τὸ μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως στὴν Ἀρχαία Ἐκκλησία

Ἡ μέθη εἶναι ἔχθρα στὸ Θεό· ἡ νηστεία δέ, ἀρχὴ τῆς μετανοίας. Ἐὰν λοιπὸν θέλεις μὲ τὴν ἐξομολόγηση νὰ γυρίσεις στὸ Θεό, νὰ ἀποφεύγεις τὴν μέθη, γιὰ νὰ μὴν σοῦ κάμει δυσκολότερη τὴν ἀποξένωση. Δὲν ἀρκεῖ βεβαίως μόνον ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφές, γιὰ τὴν ἐπαινετὴ νηστεία, ἀλλ᾿ ἂς νηστεύσουμε νηστεία δεκτή, εὐάρεστη στὸ Θεό. Ἀληθινὴ νηστεία εἶναι ἡ ἀποξένωση ἀπὸ τὸ κακό, ἡ ἐγκράτεια τῆς γλώσσας, ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὸ θυμό, ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες, τὴν καταλαλιά, τὸ ψεῦδος, τὴν ψευδορκία. Ἡ στέρηση ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἀληθινὴ νηστεία. Μέσα σ᾿ αὐτὰ λοιπὸν ἡ νηστεία εἶναι ἀγαθό.

Ἡ πνευματικὴ νηστεία εἶναι ἡ ἔλλειψη τοῦ ὀρθοδόξου λόγου ποὺ κάνει τὴν ψυχὴ ἀτροφικὴ καὶ παγερή

8. Ἂς ἐντρυφήσουμε ἐν Κυρίῳ, στὴν μελέτη τῶν λόγων τοῦ Πνεύματος καὶ στὴν ἀποδοχὴ τῶν σωτηρίων νόμων καὶ σὲ ὅλα τὰ διορθωτικὰ διδάγματα τῶν ψυχῶν μας. Ἂς φυλαχθοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν πνευματικὴ νηστεία περὶ τῆς ὁποίας καὶ ὁ προφήτης ἀπεύχεται, λέγοντας· «Δὲν θὰ θανατώσει ὁ Κύριος μὲ τὴν πεῖνα τὶς ψυχὲς τῶν δικαίων» (Παροιμ.10, 3). Καὶ τό· «δὲν εἶδα δίκαιο ἐγκαταλειμμένο, οὔτε τοὺς ἀπογόνους του νὰ ζητιανεύουν ψωμί» (Ψαλμ. 36, 25). Διότι ἀσφαλῶς δὲν ἤθελε νὰ πεῖ γιὰ τοὺς αἰσθητοὺς ἄρτους αὐτὸς ποὺ γνώριζε ὅτι τὰ παιδιὰ τοῦ πατριάρχη Ἰακὼβ γιὰ τοὺς ἄρτους κατέβηκαν στὴν Αἴγυπτο, ἀλλὰ λέγει περὶ τῆς πνευματικῆς τροφῆς, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος γίνεται τέλειος. Ἂς μὴν ἔλθει καὶ σέ μας ἡ νηστεία ποὺ ἀπείλησε στοὺς Ἰουδαίους ὁ Θεός. «Διότι ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέρες, λέγει ὁ Κύριος, καὶ θὰ ἐπιφέρω σ᾿ αὐτὴ τὴν γῆ πείνα, ὄχι πεῖνα ἀπὸ ἄρτο, οὔτε δίψα ἀπὸ νερό, ἀλλὰ πείνα ἀπὸ τοῦ νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο τοῦ Κυρίου» (Ἀμῶς 8, 11). Γιὰ τοῦτο τὴν ἔφερε o δίκαιος κριτής, ἐπειδὴ ἔβλεπε τὸ νοῦ τους νὰ λιμοκτονεῖ στὴν ἀτροφία τῶν δογμάτων τῆς ἀληθείας, τὸν δὲ ἐξωτερικό τους ἄνθρωπο νὰ ὑπερπαχαίνει καὶ νὰ γίνεται ὅλος σάρκες. Ὅλες λοιπὸν τὶς ἑπόμενες ἡμέρες θὰ σᾶς προσφέρει γεῦμα τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ μὲ πρωϊνὲς καὶ ἑσπερινὲς τέρψεις. Κανεὶς ἂς μὴ λείψει μὲ τὴν θέλησή του ἀπὸ τὴν πνευματικὴ εὐωχία. Ὅλοι ἂς κοινωνήσουμε ἀπὸ τὸ νηφάλιο ποτήριο ποὺ ἡ σοφία, ἀφοῦ ἀνέμιξε, μᾶς προσέφερε ἐξίσου, γιὰ νὰ ἀντλήσει ὁ καθένας ὅσον μπορεῖ. «Διότι ἀνέμιξε τὸν οἶνο της, καὶ ἔσφαξε τὰ θύματά της» (Πάρ. 9, 2). Δηλαδὴ τὴν τροφὴ τῶν τελείων, «αὐτῶν ποὺ ἔχουν γυμνασμένα τὰ αἰσθητήρια λόγω τῆς συνηθείας πρὸς διάκριση τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ» (Ἑβρ. 5, 14). Μὲ αὐτὰ πλούσια ἀφοῦ χορτάσουμε, εἴθε νὰ βρεθοῦμε ἄξιοί της εὐφροσύνης, καὶ στὸν νυμφῶνα μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Κύριό μας, στὸν ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.