Στά Εἰσόδια τῆς Πανυπέραγνης Δέσποινας μας Θεοτόκου

Στά Εἰσόδια τῆς Πανυπέραγνης
Δέσποινας μας Θεοτόκου

Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

Ἐάν τό δένδρο ἀναγνωρίζεται ἀπό τόν καρπό, καί τό καλό δένδρο παράγει ἐπίσης καλόν καρπό (Ματθ. 7, 16. Λουκ. 6, 44), ἡ μητέρα τῆς αὐτοαγαθότητος, ἡ γεννήτρια τῆς ἀΐδιας καλλονῆς, πῶς δέν θά ὑπερεῖχε ἀσυγκρίτως κατά τήν καλοκαγαθία ἀπό κάθε ἀγαθό ἐγκόσμιο καί ὑπερκόσμιο; Διότι ἡ δύναμις πού ἐκαλλιέργησε τά πάντα, ἡ συναΐδια καί ἀπαράλλακτη εἰκών τῆς ἀγαθότητος, ὁ προαιώνιος καί ὑπερούσιος καί ὑπεράγαθος Λόγος, ἀπό ἀνέκφραστη φιλανθρωπία κι᾽ εὐσπλαγχνία γιά χάρι μας ἠθέλησε νά περιβληθῆ τήν ἰδική μας εἰκόνα, γιά νά ἀνακαλέση τήν φύσι πού εἶχε συρθῆ κάτω στούς μυχούς τοῦ ἅδη καί νά τήν ἀνακαινίση, διότι εἶχε παλαιωθῆ, καί νά τήν ἀναβιβάση πρός τό ὑπερουράνιο ὕψος τῆς βασιλείας καί θεότητός του.

Γιά νά ἑνωθῆ λοιπόν μέ αὐτήν καθ᾽ ὑπόσταση, ἐπειδή ἐχρειαζόταν σαρκικό πρόσλημα καί σάρκα νέα συγχρόνως καί ἰδική μας, ὥστε νά μᾶς ἀνανεώση ἀπό ἐμᾶς τούς ἴδιους, ἐπί πλέον δέ ἐχρειαζόταν καί κυοφορία καί γέννα σάν τή δική μας, τροφή μετά τή γέννα καί κατάλληλη ἀγωγή, γινόμενος πρός χάριν μας καθ᾽ ὅλα σάν ἐμᾶς, εὑρίσκει γιά ὅλα πρέπουσα ὑπηρέτρια καί χορηγό ἀμόλυντης φύσεως ἀπό τόν ἑαυτό της αὐτήν τήν ἀειπάρθενη, ἡ ὁποία ὑμνεῖται ἀπό μᾶς καί τῆς ὁποίας σήμερα ἑορτάζομε τήν παράδοξη εἴσοδο στά ἅγια τῶν ἁγίων.

Διότι αὐτήν προορίζει πρίν ἀπό τούς αἰῶνες ὁ Θεός γιά τή σωτηρία καί ἀποκατάσταση τοῦ γένους, καί τήν ἐκλέγει ἀνάμεσα ἀπό ὅλους, ὄχι ἁπλῶς τούς πολλούς, ἀλλά τούς ἀπό τούς αἰῶνες ἐκλεγμένους καί θαυμαστούς καί περιβοήτους γιά τήν εὐσέβεια καί σύνεσι, καθώς καί γιά τά κοινωφελῆ καί θεοφιλῆ συγχρόνως ἤθη καί λόγια καί ἔργα.

2. Διότι στήν ἀρχή ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας ὁ νοητός καί ἀρχέκακος ὄφις καί μᾶς κατέρριψε στά βάραθρα τοῦ ἅδη. Κι᾽ ὑπάρχουν πολλοί λόγοι, γιά τούς ὁποίους ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας καί ὑπεδούλωσε τή φύσι μας· φθόνος καί ζηλοτυπία καί μῖσος, ἀδικία καί δόλος καί σοφιστεία, καί μαζί μέ τά τέτοια, ἡ θανατηφόρος δύναμις πού ἔχει μέσα του, τήν ὁποία πρῶτος ἐγέννησε καί μόνος του, ἀφοῦ πρῶτος αὐτός ἀποστάτησε ἀπό τήν ἀληθινή ζωή. Πραγματικά στήν ἀρχή ἐφθόνησε τόν Ἀδάμ, ὅταν τόν εἶδε νά ζῆ στόν τόπο τῆς ἄφθαρτης τρυφῆς καί νά περιλάμπεται μέ θεοειδῆ δόξα καί νά ὁδηγῆται ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό, ἀπό ὅπου αὐτός ἀπερρίφθηκε δικαίως καί ἀπό φθόνο ἐξεμάνη ἐναντίον του μέ τή χειρότερη μανία, ὥστε νά θελήση καί νά τόν θανατώση ἀκόμη.

Ὁ φθόνος εἶναι πατέρας ὄχι τοῦ μίσους μόνο ἀλλά καί τοῦ φόνου, τόν ὁποῖο ἐπέφερε σ᾽ ἐμᾶς ἀναμιγνύοντάς τον μέ δόλο ὁ δολερός καί ἀληθινά μισάνθρωπος ὄφις. Διότι καταλήφθηκε ἀπό ἔρωτα πρός τήν τυραννία σέ βάρος του ἐντελῶς ἄδικα, γιά καταστροφή τοῦ πλασθέντος κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωσι Θεοῦ· ἐπειδή ὅμως δέν ἐτόλμησε νά ἐπιτεθῆ κατά πρόσωπο, ἐχρησιμοποίησε τόν δόλο καί τήν πονηρία. Ἀφοῦ ἐπλησίασε διά τοῦ αἰσθητοῦ ὄφεως ὡς φίλος καί καλός σύμβουλος ὁ φοβερός καί πραγματικά ἐχθρός καί ἐπίβουλος, κατορθώνει, φεῦ!, κρυφά νά ἐπιτύχη καί μέ τή ἀντίθεη συμβουλή χύνει σάν δηλητήριο στό ἄνθρωπο τήν θανατηφόρα δύναμί του.

3. Ἐάν λοιπόν ὁ Ἀδάμ, κρατώντας δυνατά τότε τήν θεία ἐντολή, ἀπέρριπτε τήν ἐχθρική πονηρά συμβουλή, θά ἐφαινόταν νικητής κατά τοῦ ἀντιπάλου καί ἀνώτερος τῆς θανατηφόρας φθορᾶς, καταντροπιάζοντας τόν μανιακό καί δόλιο προσβολέα. Ἐπειδή ὅμως ἐκεῖνος ὑποκύπτοντας ἑκούσιως, πού δέν ἔπρεπε ποτέ νά τό κάμη, ἐνικήθηκε καί ἀχρειώθηκε, κι᾽ ἔτσι, ἀφοῦ ἦταν ρίζα τοῦ γένους, μᾶς ἀνέδειξε καταλλήλους θνητούς βλαστούς, ἐχρειαζόταν ὁπωσδήποτε, ἄν ἔπρεπε νά ἀνταποδώσωμε τήν ἧττα, νά κερδίσωμε τή νίκη, ν᾽ ἀπορρίψωμε μέ ψυχή καί σῶμα τό θανατηφόρο δηλητήριο καί ν᾽ ἀπολαύσωμε ζωή, καί μάλιστα ζωή αἰώνια καί ἀπαθῆ.

Ἐχρειαζόταν λοιπόν τό γένος μας νέα ρίζα, δηλαδή νέο Ἀδάμ, ὄχι μόνο ἀναμάρτητο, ἀλλά κι᾽ ἐντελῶς ἀνεξαπάτητο καί ἀήττητο, πού ἐπί πλέον μπορεῖ καί νά συγχωρῆ τίς ἁμαρτίες καί νά καθιστᾶ ἀθώους τούς ἐνόχους, πού ὄχι μόνο ζῆ ἀλλά καί ζωοποιεῖ, ὥστε νά μεταδίδη ζωή καί ἄφεσι ἁμαρτιῶν καί στούς προσκολλωμένους σ᾽ αὐτόν καί συγγενεῖς κατά τό γένος, ἀναζωογονώντας ὄχι μόνο τούς μεταγενεστέρους, ἀλλά καί τούς πρίν ἀπό αὐτόν ἀποθανόντας.

4. Γι᾽ αὐτό ὁ Παῦλος, ἡ μεγάλη σάλπιγγα τοῦ Πνεύματος, βοᾶ λέγοντας, «ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς ζωντανή ψυχή, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς πνεῦμα ζωοποιό» (Α´ Κορ. 15, 45). Ἀναμάρτητος δέ καί ζωοποιός καί ἱκανός νά συγχωρῆ ἁμαρτίες δέν εἶναι κανείς πλήν τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως ὁ νέος Ἀδάμ ἦταν ἀναγκαῖο νά εἶναι ὄχι μόνο ἄνθρωπος ἀλλά καί Θεός, νά εἶναι κυριολεκτικῶς ζωή καί σοφία, δικαιοσύνη καί ἀγάπη, εὐσπλαγχνία καί κάθε ἄλλο ἀγαθό, ὥστε νά διενεργήση τήν ἀνακαίνισι καί ἀναζώωσι τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ μέ ἔλεος καί σοφία καί δικαιοσύνη. Ὁ νοητός καί ἀρχέκακος ὄφις, χρησιμοποιώντας τά ἀντίθετα ἀπό αὐτά προεκάλεσε σ᾽ ἐμᾶς τήν παλαίωσι καί τή νέκρωσι.

5. Ὅπως λοιπόν στήν ἀρχή ὁ ἀνθρωποκτόνος ἀπό φθόνο καί μῖσος ξεσηκώθηκε ἐναντίον μας, ἔτσι ὁ ἀρχηγός τῆς ζωῆς ἐκινήθηκε ὑπέρ ἡμῶν ἀπό ὑπερβολή φιλανθρωπίας καί ἀγαθότητος. Διότι ἀγάπησε δικαίως τή σωτηρία τοῦ πλάσματός του, πού ἦταν νά τό φέρη πάλι στήν ἐξουσία καί νά τό ξανασώση, ὅπως ἐκεῖνος ὁ ἀρχέκακος ἀδίκως ἀγάπησε τήν ἀπώλεια τοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ, πού ἦταν νά τό ὑποτάξη στόν ἑαυτό του καί νά τοῦ ἐπιβάλλεται τυραννικῶς. Ὅπως δέ αὐτός διέπραξε τή νίκη του καί τήν πτῶσι τοῦ ἀνθρώπου μέ ἀδικία καί δόλο, μέ ἀπάτη καί σοφιστεία, ἔτσι ὁ ἐλευθερωτής μέ δικαιοσύνη καί σοφία καί ἀλήθεια ἐπραγματοποίησε τήν τελική ἧττα τοῦ ἀρχεκάκου καί τήν ἀνακαίνισι τοῦ πλάσματός του. Ἀλλά ἡ ἀνάπτυξις τοῦ θέματος περί τῆς σοφίας πού ὑπάρχει σ᾽ αὐτήν τή θεία οἰκονομία δέν εἶναι τοῦ παρόντος καιροῦ.

6. Ἦταν δέ θέμα ἀκριβοῦς δικαιοσύνης καί ἡ ἴδια ἡ ἡττηθεῖσα καί ὑποδουλωθεῖσα ἑκουσίως φύσις νά ξαναπαλαίση γιά τή νίκη καί ν᾽ ἀπωθήση τή δουλεία ἑκουσίως. Γι᾽ αὐτό ὁ Θεός εὐδόκησε ν᾽ ἀναλάβη ἀπό ἐμᾶς τή φύσι μας ἑνούμενος μέ αὐτήν παραδόξως καθ᾽ ὑπόστασι. Ἦταν δέ ἀδύνατο ἡ ὑψίστη ἐκείνη καί ὑπεράνω τοῦ νοῦ καθαρότης νά ἑνωθῆ μέ μολυσμένη φύσι διότι ἕνα μόνο πρᾶγμα εἶναι ἀδύνατο στόν Θεό τό νά συνέλθη σέ ἕνωσι μέ ἀκάθαρτο, πρίν τοῦτο καθαρισθῆ.

Γι᾽ αὐτό καί ἐχρειαζόταν κατ᾽ ἀνάγκη μιά τελείως ἀμόλυντη καί καθαρωτάτη παρθένος γιά κυοφορία καί γέννησι ἐκείνου πού εἶναι καί ἐραστής της καί δοτήρ τῆς καθαρότητος ἡ ὁποία καί προωρίσθηκε καί ἀποτελέσθηκε κι᾽ ἐφανερώθηκε, καί τό σχετικό μέ αὐτήν μυστήριο ἐτελέσθηκε, μέ πολλά παράδοξα γεγονότα πού κατά καιρούς συνῆλθαν σέ ἕνα.

7. Γι᾽ αὐτό καί τά γεγονότα πού συνετέλεσαν σ᾽ αὐτό ἑορτάζονται ἀπό ἐμᾶς σήμερα, ἀφοῦ ἀπό τό ἀποτέλεσμα ἀντιληφθήκαμε κυρίως τό μεγαλεῖο τῶν γεγονότων πού ὡδήγησαν πρός τό τόσο μεγάλο τέλος. Διότι αὐτός πού εἶναι ἐκ Θεοῦ καί πρός τόν Θεόν καί Θεός, καί Λόγος καί Υἱός τοῦ ὑψίστου Πατρός, συνάναρχος καί συναΐδιος, γίνεται υἱός ἀνθρώπου, αὐτῆς τῆς Ἀειπάρθενης. «Ὁ Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερα εἶναι ὁ ἴδιος, καθώς καί στούς αἰῶνες» (Ἑβρ. 13, 8), ἄτρεπτος κατά τήν θεότητα, ἄμεμπτος κατά τήν ἀνθρωπότητα. «Αὐτός μόνος», ὅπως ἤδη προεμαρτύρησε ὁ Ἠσαΐας (Ἠσ. 53, 9), «δέν διέπραξε ἁμαρτία καί δέν εὑρέθηκε δόλος στό στόμα του». Καί ὄχι μόνο τοῦτο, ἀλλά καί αὐτός μόνος δέν συνελήφθηκε μέ ἀνομίες, οὔτε ἐγεννήθηκε μέ ἁμαρτίες, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Δαβίδ στούς ψαλμούς γιά τόν ἑαυτό του καί γιά κάθε ἄνθρωπο ὥστε νά εἶναι καί κατά τό πρόσλημμα τελείως καθαρός καί ἀμόλυντος καί νά μή χρειάζεται οὔτε κατ᾽ αὐτό καθάρσια μέσα γιά τόν ἑαυτό του· γιά νά εἶναι ἔτσι δυνατό, διαβιβάζοντας σ᾽ ἐμᾶς γιά χάρι μας δικαίως μαζί καί πανσόφως τόσο τήν κάθαρσι ὅσο καί τό πάθος, νά δεχθῆ καί τόν θάνατο καί τήν ἀνάστασι.

Πραγματικά ἡ κατά τήν σάρκα ὁρμή πρός γένεσι, πού εἶναι ἀκουσία καί ἀπειθής στόν νόμο τοῦ νοός, ἄν καί ἀπό μερικούς δουλαγωγεῖται βιαίως, ἀπό μερικούς δέ σωφρόνως ἀφήνεται μόνο γιά παιδοποιΐα, πάντως φέρει τά σύμβολα τῆς ἀπό τήν ἀρχή καταδίκης, καθώς εἶναι καί λέγεται φθορά καί ὁπωσδήποτε γιά τήν φθορά γεννᾶ, καί εἶναι ἐμπαθής κίνησις τοῦ ἀνθρώπου πού δέν ἐκράτησε τήν τιμή, τήν ὁποία ἡ φύσις μας ἐπῆρε ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ὡμοιώθηκε μέ τά κτήνη.

8. Γι᾽ αὐτό ὄχι μόνο ἦλθε ὁ Θεός ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ἀλλά καί ἦλθε ἀπό παρθένο ἁγνή καί ἁγία, μᾶλλον δέ πανυπέραγνη καί ὑπεραγία, ἀφοῦ εἶναι παρθένος ὄχι μόνο ὑπερτέρα μολυσμοῦ σαρκός, ἀλλά καί ἀνωτέρα ἀπό μολυσμένους σαρκικούς λογισμούς. Τήν σύλληψί της ἐπέφερε ἐπέλευσι παναγίου Πνεύματος, ὄχι ὀρέξεως σαρκός, προεκάλεσε εὐαγγελισμός καί πίστις στήν ἐνανθρώπησι τοῦ Θεοῦ πού νικᾶ κάθε λόγο ὡς ἐξαίσια καί ὑπέρ λόγο, ἀλλά δέν προέλαβε συγκατάθεσις καί πεῖρα ἐμπαθοῦς. Διότι συνέλαβε κι᾽ ἐγέννησε, ἐνῶ εἶχε ἐντελῶς ἀπομακρυσμένη τέτοια ἐπιθυμία μέ τήν προσευχή καί τήν πνευματική θυμηδία (διότι εἶπε ἡ παρθένος πρός τόν εὐαγγελιστή ἄγγελο, «ἰδού ἡ δούλη τοῦ Κυρίου ἄς γίνη σ᾽ ἐμένα σύμφωνα μέ τά λόγια σου» (Λουκ. 1, 38). Γιά νά εὑρεθῆ λοιπόν παρθένος ἱκανή γι᾽ αὐτό, ὁ Θεός προορίζει πρό αἰώνων καί ἐκλέγει ἀνάμεσα στούς ἐκλεγμένους ἀπό αἰῶνες αὐτήν τήν ὑμνουμένη τώρα ἀπό ἐμᾶς ἀειπάρθενη κόρη.

9. Καί βλέπετε ἀπό ποῦ ἄρχισε ἡ ἐκλογή. Ἀνάμεσα στά παιδιά τοῦ Ἀδάμ ἐξελέγη ἀπό τόν Θεό ὁ θαυμάσιος Σήθ, πού μέ τήν εὐκοσμία τῶν ἠθῶν, τήν εὐταξία τῶν αἰσθήσεων καί τήν εὐπρέπεια τῶν ἀρετῶν ἐδείκνυε τόν ἑαυτό του ἔμψυχο οὐρανό κι᾽ ἐπέτυχε γι᾽ αὐτό τήν ἐκλογή, ἀπό τήν ὁποία ἐπρόκειτο νά βλαστήση αὐτή ἡ παρθένος ὡς θεοπρεπές ὄχημα τοῦ ὑπερουρανίου Θεοῦ καί ν᾽ ἀνακαλέση τούς ἀνθρώπους πρός οὐράνια υἱοθεσία.

10. Γι᾽ αὐτό ὅλοι οἱ ἀπό τοῦ Σήθ (Γεν. 4, 26) ὠνομάζονταν υἱοί Θεοῦ, διότι ἀπό αὐτήν τήν γενεά ἐπρόκειτο ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ νά γίνη υἱός ἀνθρώπου, ἐφ᾽ ὅσον ἄλλωστε καί ὁ Σήθ γλωσσικῶς σημαίνει ἀνάστασις, μᾶλλον δέ ἐξανάστασις, ἡ ὁποία εἶναι κυρίως ὁ Κύριος πού ἐπαγγέλεται καί χαρίζει ἀθάνατη ζωή στούς πιστεύοντας σ᾽ αὐτόν. Καί πόσο ταιριαστός εἶναι ὁ τύπος! «Ὁ μέν Σήθ ἔγινε γιά τήν Εὔα, ὅπως λέγει αὐτή, στή θέσι τοῦ Ἄβελ», τόν ὁποῖο ἐφόνευσε ἀπό φθόνο ὁ Καϊν (Γεν. 4, 25)· ὁ δέ τόκος τῆς παρθένου Χριστός ἔγινε στή φύσι ἀντί γιά τόν Ἀδάμ, τόν ὁποῖο ἐθανάτωσε ἀπό φθόνο ὁ ἀρχηγός καί προστάτης τῆς κακίας. Ἀλλά ὁ μέν Σήθ δέν ἀνέστησε τόν Ἄβελ, ἀφοῦ ἦταν ἁπλῶς τύπος τῆς ἀναστάσεως· ὁ δέ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀνέστησε τόν Ἀδάμ, διότι αὐτός εἶναι ἡ ἀληθινή τῶν ἀνθρώπων ζωή καί ἀνάστασις, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας καί οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σήθ ἀξιώθηκαν τήν θεία υἱοθεσία κατά τήν ἐλπίδα τους, ὀνομαζόμενοι υἱοί τοῦ Θεοῦ. Ὅτι δέ ὠνομάζονταν υἱοί τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἐλπίδος εἶναι φανερό ἀπό τόν πρῶτο ὀνομασθέντα πού διαδέχθηκε τήν ἐκλογή. Ἦταν δέ αὐτός ὁ Ἐνώς τοῦ Σήθ, ὁ ὁποῖος κατά τό γεγραμμένο ἀπό τόν Μωυσῆ «πρῶτος ἤλπισε νά καλῆται μέ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ» (Γεν. 4, 26). Βλέπετε σαφῶς ὅτι ἐπέτυχε τό θεῖο ὄνομα σύμφωνα μέ τήν ἐλπίδα;

11. Ἀφοῦ λοιπόν ἄρχισε ἀπό τά ἴδια τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ ἡ ἐκλογή γι᾽ αὐτήν πού κατά τήν πρόγνωσί του θά ἐγινόταν μητέρα τοῦ Θεοῦ καί ἐπετελεῖτο διά μέσου τῶν κατά καιρούς γενεῶν, κατέβηκε μέχρι τοῦ βασιλέως καί προφήτου Δαβίδ καί τῶν διαδόχων τοῦ θρόνου καί τοῦ γένους του. Ἐπειδή δέ ὁ καιρός ἐκαλοῦσε τώρα τήν ἀποτελείωσι τῆς θείας αὐτῆς ἐκλογῆς, ἐξελέγησαν ἀπό τόν Θεό ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα ἀπό τόν οἶκο καί τή γενεά τοῦ Δαβίδ, πού ἦσαν μέν ἄτεκνοι, συνεζοῦσαν δέ σωφρόνως καί ἦσαν ἀνώτεροι στήν ἀρετή ἀπό ὅλους ὅσοι ἀνάγουν στό Δαβίδ τήν εὐγένεια τοῦ γένους καί τοῦ ἤθους. Αὐτό τό ζεῦγος ἐζητοῦσε διά τῆς ἀσκήσεως καί προσευχῆς τήν λῆξι τῆς ἀτεκνίας των ἀπό τόν Θεό, καί ὑποσχόταν νά ἀναθέσουν σ᾽ αὐτόν ἀπό βρέφος αὐτό πού θά ἐγεννοῦσαν.

Τότε παρέχεται ἡ ὑπόσχεσις καί δίδεται παιδί, ἡ τωρινή Θεομήτωρ, ὥστε ἡ πανάρετη κόρη νά γεννηθῆ ἀπό πολυαρέτους γονεῖς καί ἡ πάναγνη ἀπό ἐξαιρετικά σώφρονες, καί νά λάβη ὡς καρπό ἡ σωφροσύνη, συνερχομένη μέ τήν προσευχή καί τήν ἄσκησι, τό νά γίνη γεννήτρια τῆς παρθενίας, καί μάλιστα παρθενίας πού προβάλλει ἀφθόρως κατά τήν σάρκα τόν προαιωνίως γεννημένον ἀπό παρθένον Πατέρα κατά τήν θεότητα. Τί πτερά ἐκείνης τῆς προσευχῆς! Τί παρρησία, πού εὑρῆκε ἑνώπιον τοῦ Κυρίου!

12. Ἀλλά ἐπειδή βέβαια ἐκεῖνοι ἐπέτυχαν ἔτσι τά ζητούμενα μέ τήν προσευχή τους καί εἶδαν τήν πρός αὐτούς θεία ἐπαγγελία νά ἐκπληρώνεται ἐμπράκτως, σπεύδοντας καί αὐτοί νά ἐκπληρώσουν τήν πρός τό Θεό ὑπόσχεσι ὡς φιλαλήθεις καί θεοφιλεῖς καί φιλόθεοι συγχρόνως, εὐθύς μετά τόν ἀπογαλακτισμό ὁδηγοῦν τήν ἀληθινά ἱερά καί θεόπαιδα καί τώρα θεομήτορα παρθένο στό ἱερό τοῦ Θεοῦ καί στόν ἱεράρχη πού εὑρισκόταν σ᾽ αὐτό.

Αὐτή δέ, γεμάτη θεία χάρι καί τέλειο νοῦ ἀκόμη καί σ᾽ αὐτή τήν ἡλικία, ἀντιλαμβανόταν ἀπό τότε, καί μάλιστα καλύτερα ἀπό τούς ἄλλους τά τελούμενα σ᾽ αὐτήν, καί ἔδειξε μέ ὅποιον τρόπο μποροῦσε ὅτι δέν ὁδηγεῖται, ἀλλά αὐτή μόνη της μέ ἐλεύθερη γνώμη προσέρχεται στό Θεό, σάν νά εἶναι ἀπό ἑαυτοῦ της πτερωμένη πρός τόν ἱερό καί θεῖο ἔρωτα και νά θεωρῆ ἀγαπητή καί νά ἀναγνωρίζη ὡς ἀξία της τήν εἴσοδο καί κατοικία στά ἅγια τῶν ἁγίων.

13. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἀρχιερεύς τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀντιλήφθηκε τότε ὅτι ἡ κόρη εἶχε ἔνοικη τήν θεοειδῆ χάρι παραπάνω ἀπό ὅλους, ἔπρεπε νά τήν ἀξιώση τό ἀνώτερο ἀπό ὅλους, νά τήν εἰσαγάγη στά ἅγια τῶν ἁγίων καί νά πείση αὐτό πού γινόταν ὅλους τούς τότε ἀνθρώπους ν᾽ ἀγαποῦν, μέ τήν σύμπραξι καί ἀπόφασι τοῦ Θεοῦ μαζί, πού ἔστελλε ἀπό ἄνω δι᾽ ἀγγέλου ἀπόρρητη τροφή στήν παρθένο ἐκεῖ.

Μέ αὐτήν τήν τροφή ἐδυνάμωνε καλύτερα τή φύσι της καί συντηροῦσε καί τελειοποιοῦσε τόν ἑαυτό της κατά τό σῶμα καθαρώτερα καί ἀνώτερα ἀπό τίς ἀσώματες δυνάμεις, ἔχοντας ὡς ὑπηρέτες τούς οὐρανίους νόες, διότι δέν εἰσήχθηκε ἁπλῶς καί μόνο στά ἅγια τῶν ἁγίων, ἀλλά καί κατά κάποιον τρόπο παραλήφθηκε ἀπό τόν Θεό σέ συνοίκησι μέ αὐτόν γιά ὄχι ὀλίγα ἔτη• ὥστε ἔτσι στόν κατάλληλο καιρό ν᾽ ἀνοιχθοῦν οἱ οὐράνιες μονές καί νά δοθοῦν γιά ἀΐδια κατοίκια σέ ὅσους πιστεύουν στήν παράδοξη γέννα της.

14. Ἔτσι λοιπόν καί γι᾽ αὐτούς τούς λόγους ἀπετέθη δικαίως σήμερα στά ἅγια ἄδυτα σάν θησαυρός τοῦ Θεοῦ ἡ κόρη πού ἐξελέγη ἀνάμεσα στούς ἐκλεκτούς ἀπό αἰῶνες, πού ἀναδείχθηκε ἁγία τῶν ἁγίων, πού ἔχει τό σῶμα καθαρώτερο καί θειότερο ἀκόμη καί ἀπό τά διά τῆς ἀρετῆς κεκαθαρμένα πνεύματα, ὥστε νά μή εἶναι δεκτικό μόνο τοῦ τύπου τῶν θείων λόγων, ἀλλά καί τοῦ ἰδίου τοῦ ἐνυποστάτου καί μονογενοῦς Λόγου τοῦ προανάρχου Πατρός· σάν θησαυρός πού ὁ Λόγος θά τόν χρησιμοποιοῦσε στόν καιρό του, ὅπως καί ἔγινε, γιά πλουτισμό καί ὑπερκόσμιο καί συγχρόνως παγκόσμιο κόσμημα.

Κι᾽ ἔτσι καί γι᾽ αὐτόν τόν λόγο δοξάζει τή μητέρα του καί πρίν ἀπό τή γέννησι καί μετά τή γέννησι. Ἐμεῖς δέ, κατανοώντας τή σημασία τῆς σωτηρίας πού μᾶς ἑτοιμάσθηκε δι᾽ αὐτῆς ἀποδίδουμε μέ ὅλη τή δύναμί μας τήν εὐχαριστία καί τόν ὕμνο. Πραγματικά, ἄν ἡ εὐγνώμων γυναῖκα πού ἀναφέρεται στό εὐαγγέλιο, μόλις ἄκουσε γιά λίγο τούς σωτηριώδεις λόγους τοῦ Κυρίου, ἀπέδωσε τόν μακαρισμό καί τήν εὐχαριστία στή μητέρα τούτου, ὑψώνοντας τή φωνή της ἀπό τόν ὄχλο καί λέγοντας πρός τόν Χριστό, «καλότυχη εἶναι ἡ κοιλία πού σ᾽ ἐβάστασε καί οἱ μαστοί πού ἐθήλασες» (Λουκ. 11, 27) ἐμεῖς πού ἔχουμε κοντά μας γραμμένα ὅλα τά λόγια τῆς αἰώνιας ζωῆς, καί ὄχι μόνο τά λόγια, ἀλλά καί τά θαύματα καί τά παθήματα καί τήν δι᾽ αὐτῶν ἔγερσι τῆς φύσεως μας ἀπό τούς νεκρούς καί ἀνάληψί της ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό, καί τήν δι᾽ αὐτῶν ἐπηγγελμένη σ᾽ ἐμᾶς ἀθάνατη ζωή καί ἀμετάτρεπτη σωτηρία, πῶς δέν θ᾽ ἀνυμνήσωμε καί μακαρίσωμε ἀδιαλείπτως τήν μητέρα τοῦ χορηγοῦ τῆς σωτηρίας, τοῦ δοτῆρος τῆς ζωῆς, ἑορτάζοντας τώρα καί τήν σύλληψι αὐτῆς καί τήν γέννησι καί τήν μετοίκησι στά ἅγια τῶν ἁγίων;

15. Ἀλλά ἄς μετοικίσωμε κι᾽ ἐμεῖς τούς ἑαυτούς μας, ἀδελφοί, ἀπό τή γῆ στά ἄνω· ἄς μεταφερθοῦμε ἀπό τήν σάρκα ἐπάνω στό πνεῦμα· ἄς μεταθέσωμε τόν πόθο ἀπό τά πρόσκαιρα στά μόνιμα· ἄς καταφρονήσωμε τίς σαρκικές ἡδονές, πού ἔχουν εὑρεθῆ ὡς δέλεαρ κατά τῆς ψυχῆς καί παρέρχονται γρήγορα· ἄς ἐπιθυμήσωμε τά πνευματικά χαρίσματα πού μένουν ἄφθαρτα· ἄς ὑψώσωμε ἀπό τήν κάτω τύρβη τή στάσι καί τήν διάνοιά μας· ἄς τήν ἀνεβάσωμε στά οὐράνια ἄδυτα, ἐκεῖνα τά ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου τώρα κατοικεῖ ἡ Θεοτόκος.

16. Διότι ἔτσι θά εἰσέλθουν σ᾽ αὐτήν ἐπωφελῶς γιά μᾶς μέ θεάρεστη παρρησία καί τά ἄσματά μας καί οἱ δεήσεις μας πρός αὐτήν κι ἔτσι ἐκτός ἀπό τά παρόντα μέ τή μεσιτεία της θά γίνωμε κληρονόμοι καί τῶν μελλόντων καί μενόντων ἀγαθῶν, μέ τή χάρι καί φιλανθρωπία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας πού ἐγεννήθηκε ἀπό αὐτήν γιά μᾶς, στόν ὁποῖο πρέπει δόξα, τιμή καί προσκύνησις, μαζί μέ τόν ἄναρχο Πατέρα του καί τό συναΐδιο καί ζωοποιό Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.

Λόγος στὴ ἑορτὴ τῆς Ὑπεραγίας Δέσποινάς μας Θεοτόκου ὅταν ὁδηγήθηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς της στὸν Ναὸ

Λόγος στὴ ἑορτὴ τῆς Ὑπεραγίας
Δέσποινάς μας Θεοτόκου ὅταν ὁδηγήθηκε
ἀπὸ τοὺς γονεῖς της στὸν Ναὸ

Θεοφυλάκτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀχρίδος

Στὸν ναὸ προσφέρουν στὸν Δεσπότη ἀφιέρωμα ζωντανὸ ποὺ κινεῖται καὶ στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ προστίθεται ὡραιότητα καὶ ὁ τόπος τοῦ ναοῦ κληρώνεται σὰν κατοικητήριο τῆς δόξας —πράγμα ποὺ καὶ ὁ Δαβὶδ παραδέχεται ὅτι ἐπιθυμεῖ, ἀλλὰ δὲν ἀξιώνεται νὰ τὸ δεῖ μὲ τὰ μάτια του. Καὶ ξεχνᾶ ἡ παιδούλα τὸ πατρικό της σπίτι καὶ ὁδηγεῖται στὸν βασιλιά, ποὺ ἐπιθύμησε τὸ κάλλος της.

Ὁδηγεῖται μὲ τὴ θέλησή της, μὲ τιμὲς καὶ δόξα, μὲ λαμπρὴ πομπὴ βγαίνει ἀπὸ τὸ σπίτι της, ἐνῶ ὅλοι χειροκροτοῦν ἐγκωμιαστικὰ τὴν ἔξοδο. Συνοδεύουν τοὺς γονεῖς της ὅλοι οἱ συγγενεῖς, οἱ γείτονες, οἱ φίλοι. Οἱ πατέρες συνοδεύουν χαρούμενα τὸν πατέρα κι οἱ μητέρες τὴ μητέρα, οἱ κοπέλλες καὶ οἱ νεαρὲς κρατώντας λαμπάδες συμπορεύονται μὲ τὴν κόρη τοῦ Θεοῦ σὰν ἕνας κύκλος ἀστεριῶν φωτεινῶν γύρω ἀπὸ τὴ σελήνη κι ὅλη ἡ Ἱερουσαλὴμ μαθαίνει τὸ γεγονὸς καὶ παρακολουθεῖ τὴν πρωτοφανῆ αὐτὴ πομπή, δηλαδὴ ἕνα κοριτσάκι τριῶν ἐτῶν νὰ περιστοιχίζεται μὲ τόση δόξα, νὰ τιμᾶται μὲ τόση λαμπαδηφορία. Ὅταν ἔφτασαν στὸν ναό, τοὺς περίμενε καὶ τοὺς χαιρετοῦσε μὲ ψαλμωδίες ὅλη ἡ ἱερατικὴ τάξη καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἀρχιερέας συγκινοῦνταν ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτὸ καὶ μάλιστα περισσότερο ἀπὸ ὅλους, ἐπειδὴ ἦταν θεόπνευστος.

Οἱ γονεῖς ὁδηγοῦν σ’ αὐτὸν τὴν κόρη, ποὺ τὴν ἐμπιστεύονται καὶ διηγοῦνται τὰ σχετικὰ μὲ τὴ στείρωση τῆς Ἄννας καὶ τὴν ὑπόσχεση ποὺ ἔλαβαν σ’ αὐτὸ τὸ θέμα καὶ γενικὰ παραδέχονται πὼς ὑπερβαίνει τὶς δυνάμεις τους ἡ ἀνατροφὴ τῆς κόρης. Ἐπειδὴ ἦταν πολὺ ἀγαπητὴ ἀπὸ τὸν Θεό, ἔπρεπε καὶ ἡ ἀνατροφή της νὰ εἶναι ἀνάλογη, ὥστε ἕνα μαργαριτάρι τόσο λαμπρὸ καὶ σπάνιο νὰ μὴ ραφτεῖ πάνω σ’ ἕνα φτηνὸ καὶ τιποτένιο ὕφασμα, ἀλλὰ σ’ ἕνα βασιλικὸ ἔνδυμα, γιὰ νὰ τὸ στολίσει καὶ νὰ τὸ ἀναδείξει πάρα πολύ.

Ὁ ἀρχιερέας ἐκείνη τὴ στιγμὴ μᾶλλον ἔπεσε σὲ ἔκσταση, καταλείφθηκε ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ διέγνωσε ὅτι ἡ κόρη εἶναι πραγματικὰ κατοικητήριο Θείας Χάρης καὶ ὅτι εἶναι αὐτὴ περισσότερο ἄξια ἀπ’ αὐτὸν νὰ ἐμφανίζεται συνεχῶς ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ. Ταιρίαζε αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε καὶ εἶχε βαθὺ νόημα στὸν νόμο γιὰ τὴν κιβωτό, ὅτι θὰ κατοικήσει στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, γιατί αὐτὸ ἀκριβῶς ἀναφέρεται ὁλοφάνερα σ’ αὐτὴν τὴν κόρη. Ὁ ἀρχιερέας χωρὶς ἐνδοιασμοὺς καὶ χωρὶς φόβο τολμᾶ κάτι δίκαιο, ποὺ ξεπερνᾶ τὸν νόμο, μᾶλλον ξεπερνᾶ τὸν ἀνθρώπινο νόμο καθὼς καὶ τὴν ἀσάφεια τοῦ γράμματος τοῦ νόμου, γιατί ἀκολουθεῖ τὸ ἅγιο Πνεῦμα καὶ ὁδηγεῖ καὶ ἀποθέτει στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων αὐτὸ τὸ ἀφιέρωμα. Δέχεται ὁ τόπος αὐτὸς τὴν κόρη, αὐτὸς ποὺ κανεὶς ἄλλος ἄνθρωπος δὲν τὸν εἶδε, ποὺ δὲν τὸν πατοῦν οὔτε οἱ ἱερεῖς οὔτε ὁ ἴδιος ὁ ἀρχιερέας, παρὰ μία μόνο φορά τὸ χρόνο. Ἔπρεπε βέβαια νὰ μὴν ὑπακούει δουλικὰ στὴ σπουδαιότητα τοῦ νόμου, αὐτὴ ποὺ ἁγιάσθηκε μὲ τὴν καθαρότητά της περισσότερο ἀπὸ ὁλόκληρη τὴ φύση καὶ δικαιώθηκε ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν στὴ μήτρα τῆς μητέρας της, ἑνὸς νόμου ποὺ δὲν θεσπίστηκε γιὰ τοὺς δίκαιους, ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὁ νόμος καθιερώθηκε γιὰ τὶς παραβάσεις καὶ θεωρήθηκε παιδαγωγὸς γιὰ κείνους ποὺ χρειαζόταν διαπαιδαγώγηση. Σ’ αὐτὴν ποὺ ξεπερνοῦσε τοὺς ἀγγέλους ὄχι ὁ νόμος, ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐκτελοῦσε τὰ τέλεια. Φανερώνει ὁ Θεὸς ὅτι ἀρέσει αὐτὰ τὰ ὅποια συνέβησαν, γιατί χρησιμοποιεῖ σὰν διάκονό της ἄγγελο γιὰ νὰ ἀναθρέψει τὴν ἀφιερωμένη καὶ τρέφει μὲ παράδοξο τρόπο αὐτὴν ποὺ θὰ τὸν γεννήσει καὶ θὰ τὸν ἀναθρέψει, ὥστε κανένα χαρακτηριστικό της νὰ μὴ φαίνεται ὅτι εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ ὅλα νὰ φαίνονται ὅτι εἶναι θεϊκά.

Αὐτὴ εἶναι ἡ σημερινή μας πανήγυρη, αὐτὸ τὸ γεγονὸς γιορτάζουμε σήμερα, τὴν προσαγωγὴ τῆς κόρης στὸν ναὸ καὶ τὴν εἰσαγωγή της στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων. Τί παράξενο γεγονός, τί παράξενο πράγμα ἀκοῦμε! Ἕνα μικρὸ κορίτσι νὰ ζεῖ στὰ ἄδυτα καὶ ἀθέατα τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη κι ἂν μόνο πατοῦσε στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ, αὐτὸ θὰ ἔδειχνε ξεκάθαρα τὴν οἰκειότητα ποὺ θὰ εἶχε μὲ τὸν Δεσπότη, ἀφοῦ βέβαια αὐτὸ πού λέεε, «νὰ πατάει κανεὶς τὴν αὐλή μου δὲν τὸ ἐπιτρέπω», ὁρίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔρχονται σὲ ρήξη μαζί Του. Ἀκόμη κι ἂν ἔβλεπε μόνο τὰ Ἅγια τοῦ ναοῦ, κι αὐτὸ θὰ ἦταν μεγάλη ἀπόδειξη παρρησίας πρὸς τὸν Θεό. Ἀκόμη κι ἂν μία φορὰ τὸν χρόνο ἔμπαινε στὰ Ἅγια τοῦ ναοῦ, κι αὐτὸ θὰ ξεπερνοῦσε πάρα πολὺ τὴν ταπεινὴ θέση τῆς γυναίκας.

Τώρα ὅμως περνώντας τὴν αὐλή, διασχίζοντας τὸ δεύτερο χώρισμα καὶ φτάνοντας στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, ὁρίζεται νὰ μένει συνεχῶς μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ κι αὐτὸ εἶναι ἕνας ἀρραβώνας μεταξύ τῆς ἀνθρώπινης φύσης καὶ τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐμφανίζεται ἀργότερα. Δείχνει μ’ αὐτὴ της τὴν ἐνέργεια ἡ Θεοτόκος προφητικὰ σ’ ἐμᾶς καὶ ἀνοίγει τὸν δρόμο σ’ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος γιὰ τὴν ἄνοδο καὶ εἴσοδό του στὰ οὐράνια καὶ ἀληθινὰ Ἅγια τῶν ἁγίων καὶ ἔτσι μετὰ ἀπ’ αὐτὸ φαίνεται ὅτι καταργεῖ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ὁ ὁποῖος ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ μᾶς δικαιώσει καὶ νὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, σχεδὸν μᾶς ἐμπόδιζε ὅλους νὰ μετέχουμε σὲ κάθε μορφὴ ἁγιότητας. Ἐπρόκειτο βέβαια ὁ Χριστὸς μὲ τὴ Θεία Χάρη νὰ μᾶς δικαιώσει ὅλους καὶ «ἀφοῦ μὲ τὸν σταυρικὸ θάνατό του γκρέμισε ὅ,τι σὰν τοῖχος μᾶς χώριζε καὶ προκαλοῦσε ἔχθρα», ἄνοιξε γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους τὶς εἰσόδους, ποὺ ἦταν προηγουμένως ἄβατες, καὶ ἀφοῦ μᾶς ἁγίασε ὅλους καὶ μᾶς καθάρισε μὲ νερὸ καὶ ἅγιο Πνεῦμα, μᾶς δέχτηκε στὰ Ἅγια. Γι’ αὐτὸ τώρα στὸν ναὸ ὑποδέχεται τὴν Παρθένο. Καὶ ὅσα συμβαίνουν τώρα στὴ Θεοτόκο, μοιάζουν σὰν νὰ μᾶς δίνει ὁ Θεὸς ἀξιόπιστα ἐνέχυρα γιὰ τὴ συμφιλίωση ἀργότερα ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπινου γένους μαζί του.

Μικρὸ παιδὶ ἀφιερώνεται ἐξαιτίας τῆς ἔλλειψης κακίας καὶ ἐξαιτίας τῆς εὐθύτητάς του· «Γιατί ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀνήκει σὲ ἀνθρώπους ποὺ εἶναι σὰν κι αὐτὰ» καὶ «Βοηθάει ὁ Κύριος τους ἀθώους καὶ βλέπει μὲ εὐμένεια τοὺς εὐθεῖς ἀνθρώπους». Μιλᾶμε γιὰ γυναίκα, ποὺ ἐξαιτίας τῆς Εὔας προῆλθε ἡ ἁμαρτία, ὥστε «ἐκεῖ ὅπου πλεόνασε ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ θὰ ὑπερπερισσεύσει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ». Καὶ ἐνῶ ἡ γυναίκα διώχτηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο, θὰ προηγηθεῖ τῆς φύσης της καὶ θὰ εἰσέλθει στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, θὰ εἶναι τριῶν ἐτῶν, γιατί ἔτσι συμβολίζεται ἡ ἁγία Τριάδα, αὐτὴ ποὺ αὐξάνει τὴν ἁγιότητα.

Τί σημαίνει ἡ πομπή: Εἶναι ἡ ἐλεύθερη διατύπωση τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἁπλώθηκε σ’ ὁλόκληρη τὴ γῆ καὶ δὲν περιορίσθηκε σ’ ἕνα τόπο σύμφωνα μὲ τὴ στενὴ ἀντίληψη τοῦ νόμου. Τί σημαίνει ἡ παρουσία νέων κοριτσιῶν; Ψυχὲς τοῦ «καινούργιου ζυμαριοῦ» τοῦ Θεοῦ, ποὺ συμπορεύονται μιμούμενες τὴν Παρθένο. Μπορῶ νὰ διακρίνω κάποιον συμβολισμὸ στὶς λαμπάδες ποῦ κρατοῦν; Εἶναι τὸ φῶς τῆς ζωῆς, ποὺ λάμπει γιὰ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός, εἶναι ὁ φωτισμὸς τῆς γνώσης, αὐτὸ ποὺ ἀνάβει καὶ κρατιέται ἀπὸ δυνατὰ χέρια, κι ὄχι σὰν νὰ τὸ κρατοῦν ἀποκαμωμένα χέρια καὶ ἐγκαταλελειμμένο ἀπὸ κάθε δύναμη, ὅπως λέει ὁ θεῖος Δαβίδ, ὅτι καὶ «τὸ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν κι αὐτὸ ἀκόμη σβήνει». Γιατί τὸ ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἀποφύγει τὸν δόλο καὶ δὲν θὰ κατοικήσει σὲ σῶμα καταχρεωμένο μὲ πολλὲς ἁμαρτίες.

Ἐσὺ ἀκροατή, ποὺ σκανδαλίζεσαι ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦς ἐξαιτίας τῆς προσωπικῆς σου τυφλώσεως, κρύψου στὴ σκιὰ καὶ μὴ σκέφτεσαι τίποτε περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ξεπερνάει τὸ γράμμα τοῦ νόμου, ἀφοῦ εἶσαι «σκληροτράχηλος μὲ πωρωμένη τὴν καρδιὰ» καὶ κλεισμένα τὰ ἀφτιά, ποὺ πάντοτε ἀντιστέκεσαι στὸ ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι δυνατὸν νὰ λέγεται ὅτι ὁ ἀρχιερέας παρανομεῖ τόσο φανερὰ καὶ ἐνεργεῖ τόσο ἐπικίνδυνα, ἂν δὲν εἶχε πεισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅτι ἔτσι πρέπει νὰ κάνει γι’ αὐτὸ τὸ κοριτσάκι; Πῶς θὰ εἰσήγαγε τὴν κόρη τόσο παράτολμα στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, ἂν δὲν συμβουλευόταν πιὸ σοφοὺς ἀπὸ σένα, ἀκροατή, ἂν δὲν εἶχε κάποιο σημάδι «ἀποκαλύψεως καὶ ἀλήθειας» στὸ στῆθος, πράγματα ποὺ τὸν κοσμοῦσαν πάντοτε καὶ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἔπαιρνε πάντοτε τὴν ἄδεια γιὰ τὸ τί ἔπρεπε νὰ κάνει κάθε φορά; Ποιὸς ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς θὰ τὸν ἀνεχόταν νὰ παρανομεῖ σ’ αὐτὸ τὸ ζήτημα; Πῶς δὲν θὰ ξεσήκωνε τὸν λαὸ αὐτὴ ἡ ἀσυνήθιστη ἐνέργειά του, ἀφοῦ σὲ ἄλλες περιστάσεις ἦταν πάντοτε ἀντιδραστικὸς καὶ πάντοτε καιροφυλακτοῦσε νὰ μὴ γίνουν ἀσυνήθιστα πράγματα; Ὅμως τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε ἰσχυρότερο κι ὅσα ἐπικύρωσε ὁ ἅγιος Θεὸς κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἀπορρίψει καὶ μὲ τὰ μυστικὰ χαλινάρια τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ τὰ στόματα ὅλων ἐλέγχονταν καὶ καθοδηγοῦνταν καὶ ἔτσι ὅλοι ἐπαινοῦσαν καὶ ἔλεγαν ὅτι αὐτὰ συμβαίνουν πέρα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη λογική.

Δὲν συμφωνεῖς μ’ αὐτὰ ὅτι εἶναι ἀληθινά, οὔτε πιστεύεις στὸν Θεό; Κοινὴ μὲ τοὺς προγόνους σου εἶναι αὐτὴ ἡ συμπεριφορά σου καὶ πατρογονικὸ εἶναι αὐτὸ ποὺ καμαρώνεις, γιατί αὐτοὶ οἱ πρόγονοι δὲν εἶχαν πιστέψει στὸν Θεό, ἀλλ’ εἶχαν ἐξουθενωθεῖ γιὰ τὴν ἐπιθυμητὴ γῆ. «Σαράντα χρόνια», λέει ὁ Θεὸς ποὺ δὲν τὸν πίστεψαν, «βαρέθηκα τὴ γενεὰ ἐκείνη καὶ εἶπα: ΄Πάντοτε πλανῶνται μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ καρδιά τους΄». Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτὰ βέβαια πρόσεξε μὴν ἀνοίξεις περισσότερο τὴ θύρα σου στοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀπιστεῖς στὰ θαύματα ποὺ περιέχονται στὸν νόμο τοῦ Θεοῦ κι ἔτσι μαζὶ μ’ αὐτοὺς βαδίζεις γιὰ τὰ δικά μας θέματα καὶ ἐνῶ νομίζεις ὅτι συνηγορεῖς σ’ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ νόμος, πέσεις ἔξω καὶ πάρεις σοβαρὲς ἀποφάσεις ἐναντίον τοῦ νόμου.

Οἱ Ἰουδαῖοι λοιπὸν ἂς φοροῦν κάλυμμα μπροστὰ στὰ μάτια τους κι ἂς μὴ βλέπουν τίποτε φωτεινὸ καὶ θεϊκό, «Γιατί ἔκλεισαν τὰ μάτια τους» καὶ γι’ αὐτὸ δὲν κατάλαβαν, ἀφοῦ βαδίζουν στὸ σκοτάδι. «Ἐμεῖς ὅμως, χωρὶς κάλυμμα στὸ πρόσωπο, κοιτάζουμε σὲ καθρέφτη τὴ λαμπρότητα τοῦ Κυρίου» καὶ σημαδεμένοι μὲ τὸ φῶς τους καὶ διαπλασμένοι ἀπ’ αὐτό, νὰ μὴν ἐξετάσουμε μόνο τὰ σχετικὰ μὲ τὴ γιορτὴ καὶ νὰ τὰ τιμήσουμε, ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νὰ γίνουμε γιορτὴ καὶ θεμέλιο γιορτῆς. Πῶς θὰ γίνει αὐτό; Χθὲς ἤσουν, ἀκροατή, μία στείρα καὶ ἄκαρπη ψυχή, πού δὲν μποροῦσε νὰ γεννήσει ἕνα τέκνο, τὸ ὁποῖο θὰ ἦταν ἄξιο νὰ δεῖ τὸ φῶς τῆς ζωῆς; Σήμερα λάβε μέσα σου τὸν Δεσποτικὸ φόβο καὶ μὲ χρήσιμες νηστεῖες, μὲ δάκρυα, μὲ δοξολογίες, γέννησε γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὰ ἀγαθὰ ὄντως σπέρματα καὶ πνεῦμα σωτηρίας καὶ θρέψε, παιδί μου, καὶ αὔξησε τὴν πίστη σου μέχρι αὐτὴ νὰ φτάσει τὴν πίστη τῆς σεβάσμιας Τριάδας. Μὴν ἀσπάζεσαι τὴν πολυθεΐα, γιατί αὐτὸ εἶναι κάτι χυδαῖο, οὔτε ἕναν Θεὸ μὲ μία μόνον ὑπόσταση, γιατί αὐτὸ εἶναι κάτι φτωχό. Τὸ πρῶτο ἔχει σχέση μὲ τὴν εἰδωλολατρικὴ αἰσχρότητα καὶ μὲ τὴν ἐπινόηση τῆς διαδοχῆς τῆς θεότητας, τὸ δεύτερο ἔχει σχέση μὲ τὴν ἰουδαϊκὴ μικροπρέπεια, ἐπειδὴ τὰ τρία δὲν χωροῦν μαζὶ ἐξαιτίας τῆς στενότητας τῆς σκέψης τους.

Πρόσφερε τὸ ἀφιέρωμά σου στὸν Κύριο, ἀπὸ τὸν Ὁποῖο προέρχεται «κάθε καλὴ προσφορά», καὶ μὴν ἀφιερώνεις ὅ,τι καλὸ καταφέρεις νὰ κάνεις νομίζοντας ὅτι προέρχεται ἀπὸ τοὺς κόπους σου, ἀλλὰ νὰ ξέρεις πὼς αὐτὸ ὀφείλεται στὴ δύναμη καὶ στὴ Χάρη Ἐκείνου.

Ἂς σὲ φωτίζει καὶ τὸ ἄσβεστο φῶς τῆς παρθενίας ἢ τῆς σωφροσύνης κι ἔτσι θὰ γίνεις ἄξιος νὰ εἰσέλθεις ἐσὺ ἢ νὰ εἰσαγάγεις ἄλλον στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί χωρὶς «ἁγιασμὸ καὶ καθαρότητα κανεὶς δὲν θὰ ἀντικρύσει τὸν Κύριο», ὅπως λέει ὁ Παῦλος. Ἔχε ἐμπιστοσύνη στὸν Κύριο. Ἔτσι βέβαια θὰ τραφεῖς μὲ τὸν μυστικὸ θεϊκὸ ἄρτο, ποὺ θὰ μεταφέρει ἄγγελος καὶ θὰ σοῦ τὸν προσφέρει, ἂν βέβαια λέμε καὶ πιστεύουμε ὅτι ὁ ἱερέας εἶναι ἄγγελος τοῦ Κυρίου.

Αὐτὰ εἶναι τὰ κέρδη ἀπὸ μία πανήγυρη ποὺ γίνεται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι οἱ Χριστιανοὶ εὐχαριστοῦνται μὲ τὶς γιορτές.

Εἶσαι παρθένος; Πρόσεξε τὴ δόξα τῆς παρθενίας, ποὺ σὲ ὁδηγεῖ καὶ ποὺ σὲ ἀνεβάζει καὶ μὲ ποιὸν τρόπο σὲ τρέφει καὶ μὲ τί «νὰ μὴ σαλευθεῖ τὸ πόδι σου, μήτε νὰ σβήσει ἡ λαμπάδα σου», οὔτε «νὰ σὲ βρεῖ ὁ θάνατος μπαίνοντας στὸ σπίτι σου ἀπὸ τὰ παράθυρα», οὔτε νὰ βεβηλώσεις τὸ ἅγιο τῆς ἀφθαρσίας, τὸ ὁποῖο δὲν ἐπιδέχεται καμιὰ ἀνάκληση. Γιατί ποιὸς ἀποκατέστησε τὴν παρθενία του, ἔστω καὶ ἂν λιώσει τὶς σάρκες του, ἔστω καὶ ἂν διατηρήσει τὸν ἑαυτὸ του ἀπρόσιτο στοὺς ὕπουλους λογισμούς;

Ἔχεις δεθεῖ μὲ τὰ δεσμὰ τοῦ γάμου; Πρόσεξε νὰ μὴν κατηγορήσεις τὸν γάμο ὡς αἴτιο τῆς ἀπομακρύνσεώς σου ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ μὴ προφασιστεῖς ἀνόητα πράγματα. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἦταν παντρεμένοι, ἀλλὰ δὲν ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ τὸ πιὸ παράδοξο, ὅταν ἀπέκτησαν διάδοχο καὶ προχώρησαν ἔτσι μπροστά, κράτησαν τὴν ἄποψή τους ἴδια γιὰ πάντα. Προσφέροντας τὴ θυγατέρα τους στὸν Θεό, ἔγιναν καὶ καλοῦνται θεοπάτορες σὰν ἀνταμοιβή. Ἐπὶ πλέον πρόσεξε καὶ λειτούργησε σωστὰ μέσα στὸν γάμο, «δίνοντας στὸν αὐτοκράτορα ὅ,τι τοῦ ἀνήκει, καὶ στὸν Θεὸ ὅ,τι ἀνήκει στὸν Θεό». Ἀγάπα τὴ σύζυγό σου σὰν νὰ εἶναι ἡ σάρκα σου —«κανεὶς ποτὲ δὲν μίσησε τὸ ἴδιο του τὸ σῶμα»— καὶ μὴ ρίχνεις τὸ βλέμμα σου ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι σου. «Πίνε νερὸ ἀπὸ τὸ πηγάδι σου», γιατί εἶναι πολὺ στενὰ τὰ ξένα πηγάδια «καὶ φέρνουν θλίψη στὴ σάρκα» σύμφωνα μὲ τὸν νόμο. Ἀνάτρεφε τὰ παιδιά σου «μὲ ἀγωγὴ καὶ συμβουλές, ποὺ ἐμπνέονται ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Κύριο» καὶ νὰ φοβᾶσαι τὴν καταδίκη του ἀρχιερέα Ἠλεί. Ἁγιάστηκες μὲ τὸν γάμο, ἀλλὰ καὶ ἁγίασες τὸν γάμο καὶ ἔγινες ἐπιτηδειότατος καὶ μεταχειρίστηκες τὶς κοσμικὲς ὑποθέσεις σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπέδειξες τὴν ἀλήθεια ποὺ λέει ἡ Γραφὴ ὅτι «ὁ Κύριος ἑνώνει τὴ γυναίκα μὲ τὸν ἄνδρα», ἕνα ταίριασμα πραγματικὰ ὡραῖο καὶ στεφανωμένο ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος τὰ πάντα λογικὰ συνταιριάζει.

Ἔτσι γιορτάζουμε, ἀδελφοί, μακάρι ἔτσι νὰ γιορτάζουμε πάντοτε, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴν πιὸ τέλεια εἴσοδο, στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, παρθένες ψυχές, καθαρὲς ἀπὸ κάθε κακὸ —αὐτὴν θεωρῶ πραγματικὴ παρθενία μ’ αὐτὰ ποὺ γράφω—, νὰ κρατᾶ ἡ ψυχὴ μας λαμπρὲς τὶς λαμπάδες ποὺ καῖνε τὸ ἔλαιο τῆς φιλανθρωπίας, νὰ εἰσέλθουμε ἐκεῖ «ὅπου μπῆκε πρὶν ἀπό μας καὶ γιὰ χάρη μας ὁ Χριστός», ἔχοντας γιὰ βοηθὸ μας αὐτὴν τὴν ἴδια τὴ Θεοτόκο καὶ στὶς προθέσεις μας καὶ στὶς πράξεις μας. Αὐτὴ μᾶς ἀξίωσε νὰ δεχτοῦμε τόσες χάρες Της καὶ ἡ Ὁποία τώρα μὲ τὴ γιορτὴ της μᾶς ἁγιάζει, καὶ τότε μᾶς ἀξίωσε νὰ νιώσουμε τὸ κάλλος τῆς πανάγιας καὶ ἀϊδίας Τριάδας, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τοῦ μοναδικοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἐγκώμιον στην Ὑπεραγία Θεοτόκο

Ἐγκώμιον στην Ὑπεραγία Θεοτόκο

Ἁγίου Πρόκλου Πατριάρχου Κων/πόλεως

Α´.-. Ἀδελφοί, καλεῖ σήμερα τή γλώσσα μας γιά ἐγκωμιασμό τό πανηγύρι τῆς Παρθένου Μαρίας. Καί ἡ γιορτή αὐτή προξενεῖ ὠφέλεια στούς συγκεντρωμένους, καί πολύ εὔλογα, διότι ἔχει γιά ὑπόθεσή της τήν ἁγνότητα, καί ἡ Παρθένος Μαρία πού γιορτάζει εἶναι τό καύχημα ὅλων τῶν γυναικῶν καί ἡ δόξα, γιατί εἶναι καί Μητέρα καί Παρθένος.

Πολύ ἀγαπητή καί ἐξαίσια εἶναι αὐτή ἡ σύναξη. Γιατί ἡ ξηρά κι᾿ ἡ θάλασσα φέρνουν δῶρα στήν Παρθένο. Ἡ μέν θάλασσα γαλήνια ἁπλώνει τήν πλάτη της στά πλοῖα, ἡ δέ ξηρά δέν φέρνει κανένα ἐμπόδιο στά βήματα τῶν πεζοπόρων.

Ἄς σκιρτᾶ ἡ φύση, κι᾿ ἄς ἀγάλλεται τό ἀνθρώπινο γένος, διότι τιμῶνται οἱ γυναῖκες. Ἄς χορεύει ἡ ἀνθρωπότητα, γιατί δοξάζονται οἱ Παρθένες. Διότι «ὅπου πολλαπλασιάθηκε ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ ξεχείλισε ἡ χάρη».

Μᾶς κάλεσε ὅλους μαζί ἐδῶ, ἡ Ἁγία Θεοτόκος καί Παρθένος Μαρία, τό ἀμόλυντο κειμήλιο τῆς παρθενίας, ὁ λογικός παράδεισος τοῦ δευτέρου Ἀδάμ –τοῦ Χριστοῦ–, τό ἐργαστήριο ὅπου ἑνώθηκαν οἱ δύο φύσεις –ἡ θεία καί ἡ ἀνθρωπίνη–, τό πανηγύρι τῆς συναλλαγῆς πού ἔφερε τή σωτηρία, ὁ νυφικός θάλαμος, στόν ὁποῖον ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ νυμφεύθηκε τήν ἀνθρώπινη σάρκα, ὁ ζωντανός βάτος τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τόν ὁποῖον δέν κατέκαυσε ἡ φωτιά τοῦ θείου τοκετοῦ, ἡ πραγματική ἐλαφρά νεφέλη πού βάσταζε μέ σῶμα Αὐτόν πού κάθεται ἐπάνω στά Χερουβίμ, τό καθαρότατο ποκάρι τοῦ μαλλιοῦ πού κράτησε τήν οὐράνια βροχή, ἀπ᾿ τό ὁποῖο ὁ ποιμένας ντύθηκε τό πρόβατο.

Ἡ Μαρία, ἡ δούλη καί Μητέρα, ἡ Παρθένος καί οὐρανός, ἡ μόνη γέφυρα τοῦ Θεοῦ πρός ἀνθρώπους, ὁ φοβερός ἀργαλειός τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας, στόν ὁποῖο ὑφάνθηκε μέ ἀνέκφραστο τρόπο, ὁ χιτώνας τῆς ἑνώσεως, στόν ὁποῖον ὑφαντουργός μέν εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὑφάντρια ἡ δύναμη πού ἐπισκίασε ἀπό τά ὕψη, μαλλί πάλι τό παλαιό δέρμα τοῦ Ἀδάμ, ὑφάδι ἡ ἀμόλυντη σάρκα τῆς Παρθένου, σαΐτα ἡ ἀμέτρητη χάρη τοῦ Χριστοῦ πού φόρεσε τή σάρκα καί τεχνίτης ὁ Λόγος πού διά τῆς ἀκοῆς εἰσῆλθε μέσα στήν Παρθένο. Ποιός εἶδε, ποιός ἄκουσε, ὅτι ὁ Θεός μέ ἀπερίγραπτο τρόπο κατοίκησε σέ μήτρα, καί Ἐκεῖνον πού ὁ οὐρανός δέν τόν χωρεῖ, ἡ κοιλιά δέν Τόν στενοχωρεῖ;

Β´.-. Ὅμως γεννήθηκε ἀπό γυναίκα, ὄχι μόνο Θεός, οὔτε μόνο ἄνθρωπος. Κι᾿ Αὐτός πού γεννήθηκε, ἀνέδειξε τήν παλιά πόρτα τῆς ἁμαρτίας, σέ πύλη τῆς σωτηρίας. Διότι ὅπου τό φίδι μέσω τῆς παρακοῆς ἔρριξε τό δηλητήριο, ἀπό ἐκεῖ μπαίνοντας ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τήν ὑπακοή, ἔπλασε τόν ζωντανό Του ναό. Ἀπό ὅπου προέκυψε ὁ πρῶτος Κάϊν τῆς ἁμαρτίας, ἀπό ἐκεῖ βλάστησε χωρίς σπορά ὁ λυτρωτής τοῦ γένους, ὁ Χριστός. Δέν τό θεώρησε ντροπή ὁ φιλάνθρωπος τό νά γεννηθεῖ ἀπό γυναίκα, γιατί ἐπρόκειτο γιά τή ζωή τῶν ἀνθρώπων.

Δέν μολύνθηκε μέ τό νά κατοικήσει σέ μήτρα τήν ὁποία ὁ Ἴδιος δέν θεώρησε ὑβριστικό νά δημιουργήσει. Ἐάν ἡ Μητέρα δέν ἔμενε Παρθένος, Αὐτός πού γεννήθηκε θά ἦταν μόνο ἄνθρωπος καί δέν θά ἦταν παράδοξος ὁ τοκετός. Ἐφόσον ὅμως μετά τόν τοκετό ἔμεινε Παρθένος, πῶς Αὐτός πού γεννήθηκε δέν εἶναι Θεός, καί τό Μυστήριο ἀνέκφραστο; Ἐκεῖνος γεννήθηκε ἀπερίγραπτος, ὁ Ὁποῖος –μετά τήν ἀνάστασή Του– χωρίς ἐμπόδια μπῆκε ὅταν οἱ πόρτες ἦταν κλεισμένες, καί τοῦ Ὁποίου τήν ἕνωση τῶν φύσεων βλέποντας ὁ Θωμᾶς ἐκραύγασε: «Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου».

Γ´.-. Μή θεωρήσεις ντροπή τόν τοκετό, ἄνθρωπε, γιατί αὐτός ἔγινε γιά ἐμᾶς ἀφορμή σωτηρίας. Διότι ἐάν ὁ Χριστός δέν γεννιόταν ἀπό γυναίκα, δέν θά πέθαινε. Καί ἐάν δέν πέθαινε, δέν θά καταργοῦσε μέ τόν θάνατό Του «αὐτόν πού εἶχε τήν ἐξουσία τοῦ θανάτου, δηλαδή τόν διάβολο». Δέν εἶναι ὑβριστικό γιά τόν ἀρχιτέκτονα νά μείνει στό οἴκημα, πού ὁ ἴδιος οἰκοδόμησε. Δέν μολύνει ὁ πηλός τόν ἀγγειοπλάστη, ὅταν ἀνακαινίζει τό σκεῦος πού ἔπλασε. Ἔτσι δέν μολύνει τόν ἄχραντο Θεό τό νά γεννηθεῖ ἀπό παρθενική κοιλιά. Διότι, ἐάν δέν μολύνθηκε ὅταν τήν ἔπλαθε, δέν μολύνθηκε καί ὅταν γεννήθηκε ἀπό αὐτήν.

Ὤ κοιλιά, μέσα στήν ὁποία συντάχθηκε τό συμβόλαιο τῆς ἐλευθερίας μας! Ὤ κοιλιά, μέσα στήν ὁποία κατασκευάσθηκε τό ἐναντίον τοῦ διαβόλου ὅπλο! Ὤ γῆ στήν ὁποία, χωρίς σπορά ἔκανε νά βλαστήσει τό σιτάρι ὁ γεωργός τῆς φύσεως! Ὤ ναέ, μέσα στόν ὁποῖον ὁ Θεός ἔγινε ἱερέας, ὄχι μεταβάλλοντας τή φύση, ἀλλά μέ τό νά ντυθεῖ ἀπό εὐσπλαγχνία αὐτόν, πού ἦταν κατά τήν τάξη Μελχισεδέκ. «Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε» ἔστω κι᾿ ἄν ἀπιστοῦν οἱ Ἰουδαῖοι. Ὁ Θεός φόρεσε μορφή ἀνθρώπου πραγματικά, ἔστω κι᾿ ἄν διακωμωδοῦν τό θαῦμα οἱ εἰδωλολάτρες – Ἕλληνες. Γι᾿ αὐτό καί φώναζε ὁ Παῦλος: «Γιά τούς Ἰουδαίους εἶναι σκάνδαλο καί ἀνοησία γιά τούς Ἕλληνες». Δέν γνώρισαν τή δύναμη τοῦ μυστηρίου, ἐπειδή τό θαῦμα εἶναι ἀνώτερο ἀπό τό λογικό τοῦ ἀνθρώπου. «Διότι ἐάν τό γνώριζαν, δέν θά σταύρωναν τόν Κύριο τῆς δόξης».

Ἐάν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν κατοικοῦσε στήν κοιλιά, δέν θά καθόταν ἡ ἀνθρώπινη σάρκα ἐπάνω στόν ἅγιο θρόνο. Ἐάν γιά τόν Θεό εἶναι ὑβριστικό νά ἔλθει στή μήτρα τήν ὁποία ἔπλασε, εἶναι ἑπομένως ὑβριστικό καί νά ὑπηρετεῖ τούς ἀνθρώπους. Καί ἐάν εἶναι γιά τόν Θεό ὑβριστικό τό νά ὑπηρετεῖ τούς ἀνθρώπους, δέν θά γινόταν γιά ἐμᾶς φτωχός Αὐτός πού ἦταν πλούσιος.

Δ´.-. Ὄντας ἀπό τή φύση ἀπαθής, ἔγινε ἀπό εὐσπλαχνία πολυπαθής. Ὁ Χριστός δέν ἔγινε προοδευτικά Θεός. Μή γένοιτο! Ἀλλά ὄντας Θεός, ἀπό εὐσπλαχνία ἔγινε ἄνθρωπος, ὅπως πιστεύουμε. Δέν κηρύττουμε ἄνθρωπο πού ἀποθεώθηκε, ἀλλά ὁμολογοῦμε Θεό πού σαρκώθηκε. Μητέρα Του ἔκανε τή δούλη Του, Αὐτός πού στήν οὐσία Του –ὡς Θεός– εἶναι χωρίς μητέρα, καί κατ᾿ οἰκονομία ἐπάνω στή γῆ –ὡς ἄνθρωπος– χωρίς πατέρα. Διότι πῶς ὁ Ἴδιος ἀπό

τόν Παῦλο λέγεται «ἀπάτωρ καί ἀμήτωρ»; Ἐάν ἦταν μόνο ἄνθρωπος δέν θά ἦταν χωρίς μητέρα, διότι ἔχει μητέρα. Ἐάν ἦταν μόνο Θεός, δέν θά ἦταν χωρίς πατέρα, διότι ἔχει Πατέρα. Τώρα ὅμως ὁ ἴδιος εἶναι μέν χωρίς μητέρα, ὡς δημιουργός, καί χωρίς πατέρα ὡς ἄνθρωπος.

Ε´.-. Σεβάσου, τουλάχιστον, ἄνθρωπέ μου, τό ὄνομα τοῦ Ἀρχαγγέλου. Διότι αὐτός πού ἔφερε τήν καλή ἀγγελία στή Μαρία λεγόταν Γαβριήλ. Καί τί σημαίνει Γαβριήλ; Μάθε ἀκούοντας, ὅτι σημαίνει «Θεός καί ἄνθρωπος». Ἐφόσον Ἐκεῖνος τοῦ Ὁποίου εὐαγγελίσθηκε τή γέννηση, εἶναι Θεός καί ἄνθρωπος, τό ὄνομα πρόλαβε τό θαῦμα, γιά νά βεβαιώσει τό σχέδιο τῆς σωτηρίας.

Μάθε πρῶτα τό σχέδιο τῆς σωτηρίας καί τήν αἰτία τῆς παρουσίας Του, καί τότε δόξασε τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ πού σαρκώθηκε, ἐπειδή τό ἀνθρώπινο γένος χρεωστοῦσε πολλά ἀπό τίς ἁμαρτίες, καί δέν ἤξερε πῶς νά ἐξωφλήσει τό χρέος, διότι διά τοῦ Ἀδάμ ὅλοι ὑπογράψαμε γραμμάτιο πρός τήν ἁμαρτία. Μᾶς εἶχε δούλους ὁ διάβολος καί περιέφερε τά χρέη μας χρησιμοποιώντας ἀντί γιά χαρτί τό πολυπαθές σῶμα μας. Εἶχε σταθεῖ ὁ κακός πλαστογράφος τῶν παθῶν, δείχνοντας ἀπειλητικά τό χρέος μας, καί ἀπαιτώντας τήν καταδίκη μας.

Ἔπρεπε, λοιπόν, νά συμβεῖ ἕνα ἀπό τά δύο. Ἤ ὅλοι νά ὁδηγηθοῦν στόν καταδικαστικό θάνατο, ἐπειδή καί ὅλοι ἁμάρτησαν, ἤ νά δοθεῖ τέτοια πληρωμή γιά ἀντίκρυσμα, ὥστε νά δίνει αὐτό τό δικαίωμα τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό κάθε χρέος. Ἄνθρωπος μέν, λοιπόν, νά σώσει αὐτή τήν κατάσταση δέν μποροῦσε, διότι εἶχε κι᾿ αὐτός ἐπάνω του τό χρέος τῆς ἁμαρτίας. Καί Ἄγγελος δέν εἶχε τή δύναμη νά ἐξαγοράσει τήν ἀνθρωπότητα, γιατί δέν εἶχε ἕνα τέτοιο λύτρο. Ἔπρεπε, λοιπόν, νά πεθάνει γιά χάρη τῶν ἁμαρτωλῶν ὁ ἀναμάρτητος Θεός, διότι ἀπέμενε μόνον αὐτή ἡ λύση τοῦ κακοῦ.

ΣΤ´.-. Τί ἔγινε; Αὐτός πού ἐκ τοῦ μηδενός ἔδωσε ὕπαρξη σ᾿ ὅλα τά δημιουργήματα, Αὐτός πού δέν στερεῖται τά ὅσα θέλει νά δώσει, βρῆκε ἀσφαλέστατη ζωή γιά τούς καταδίκους, καί εὐπρεπέστατη ἐλευθερία ἀπό τόν θάνατο. Καί γίνεται ἄνθρωπος ἀπό τήν Παρθένο, ὅπως Αὐτός γνωρίζει –διότι τό θαῦμα δέν μπορεῖ νά τό ἐξηγήσει λόγος– καί πεθαίνει –κατά τήν ἀνθρώπινη φύση–, πού προσέλαβε. Καί τό ὅ,τι ὑπῆρχε, δηλαδή ἡ Θεότητα, ἀπελευθερώνει τόν ἄνθρωπο σύμφωνα μέ τόν Παῦλο πού λέει: «Μᾶς λύτρωσε μέ τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, συγχώρεσε τίς ἁμαρτίες μας» .

Ὤ τί μεγάλα γεγονότα! Γιά χάρη ἄλλων διαπραγματεύθηκε τήν ἀθανασία, διότι Αὐτός ἦταν ἀθάνατος. Ἄλλος μ᾿ αὐτές τίς ἰδιότητες καί τό ἔργο οὔτε ὑπάρχει, οὔτε ὑπῆρχε, οὔτε θά ὑπάρξει ποτέ, παρά μόνον ὁ Θεός καί ἄνθρωπος, πού γεννήθηκε ἀπό Παρθένο. Αὐτός εἶχε ἀξία ὄχι μόνο ἴση πρός τόν μεγάλο ἀριθμό τῶν καταδίκων –ἀνθρώπων–, ἀλλά καί τόν ξεπερνοῦσε πάρα πολύ. Μέ τό νά εἶναι δημιουργός ἔχει παντοδυναμία. Μέ τό νά εἶναι φιλεύσπλαχνος φανέρωσε τήν ἀνυπέρβλητη συμπάθειά Του. Μέ τό νά εἶναι ἀρχιερέας, εἶναι ἀξιόπιστος γιά νά παρουσιάζεται στόν πατέρα Του ὡς μεσίτης μας.

Σ᾿ ὅλα αὐτά τίποτε δέν μπορεῖ νά βρεῖ κανείς ποτέ ἴσο, ἤ παραπλήσιο, πού νά τά ἰσοφαρίσει. Βλέπε τή φιλανθρωπία Του. Μέ τό νά καταδικασθεῖ μέ τή θέλησή Του, ἀκύρωσε τήν ἐναντίον τῶν σταυρωτῶν Του καταδίκη, καί μετέτρεψε τήν ἀνομία τῶν φονέων Του, σέ σωτηρία αὐτῶν πού ἀνόμησαν.

Ζ´.-. Ἡ σωτηρία, λοιπόν, δέν ἦταν ἔργο ἑνός ἁπλοῦ ἀνθρώπου, γιατί κι᾿ αὐτός εἶχε ἀνάγκη ἀπό σωτήρα ὅπως λέει ὁ Παῦλος: «Ὅλοι ἁμάρτησαν καί στεροῦνται τή δόξα τοῦ Θεοῦ» καί τά λοιπά. Ἐπειδή, λοιπόν, ἡ ἁμαρτία

ὁδηγοῦσε στόν διάβολο τόν ἁμαρτωλό, καί ὁ διάβολος τόν παρέπεμπε στόν θάνατο, ἑπομένως ἡ κατάστασή μας ἐξωθούνταν πρός μέγιστο κίνδυνο, καί ἦταν ἀδύνατη ἡ ἀπαλλαγή μας ἀπό τόν θάνατο. Οἱ ἀπεσταλμένοι προφῆτες ὡς γιατροί τό διαπίστωναν αὐτό. Τί ἔγινε λοιπόν; Ὅταν εἶδαν οἱ προφῆτες ὅτι τό τραῦμα ἦταν μεγαλύτερο ἀπό κάθε ἀνθρώπινη τέχνη, ἔκραξαν πρός τόν γιατρό πού κατοικοῦσε στόν οὐρανό. Καί ὁ μέν ἕνας ἔλεγε: «Γεῖρε τούς οὐρανούς καί κατέβα».

Ἄλλος ἔλεγε: «Θεράπευσέ με, Κύριε, καί θά θεραπευθῶ». Ἄλλος: «Χρησιμοποίησε τή δύναμή Σου καί ἔλα νά μᾶς σώσεις». Ἄλλος: «Πραγματικά, θά κατοικήσει ὁ Θεός μαζί μέ τούς ἀνθρώπους»;. Ἄλλος: «Ἀλοίμονο χάθηκε κάθε εὐλαβής ἀπό τή γῆ, καί δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος νά κατορθώνει τήν ἀρετή». Ἄλλος: «Θεέ, πρόσεξε πώς χρειάζομαι βοήθεια καί τρέξε νά μέ βοηθήσεις». Ἄλλος: «Γρήγορα θά ἔρθει ὁ ἐρχόμενος καί δέν θά ἀργήσει». Ἄλλος: «Πλανήθηκα σάν τό χαμένο πρόβατο, ἀναζήτησε τόν δοῦλο σου» πού ἐλπίζει σ᾿ ἐσένα. Ἄλλος: «Ὁ Θεός θά ἔλθει φανερά, ὁ Θεός μας θά ἔλθει καί δέν θά κρυφτεῖ». Δέν παρέβλεψε, λοιπόν, τήν ἀνθρώπινη φύση νά τυραννιέται γιά πολύ, Αὐτός πού εἶναι ἀπό τή φύση Του βασιλιάς.

Δέν τήν ἄφησε ὁ εὔσπλαγχνος Θεός μέχρι τό τέλος ἐκτεθειμένη στόν διάβολο, ἀλλά ἦλθε Αὐτός πού εἶναι πάντοτε παρών, καί ἔδωσε λύτρο γιά μᾶς τό αἷμα Του. Καί ἔδωσε ὑπέρ τοῦ γένους μας στόν θάνατο, ἐκείνην τήν σάρκα πού τή φόρεσε ἀπό τήν Παρθένο. Καί ἐξαγόρασε τόν κόσμο ἀπό τήν κατάρα Τοῦ νόμου, καταργώντας μέ τόν θάνατό Του τόν θάνατο. Καί φωνάζει ὁ Παῦλος γι᾿ αὐτό: «Ὁ Χριστός μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου».

Η´.-. Δέν εἶναι, λοιπόν, ἁπλός ἄνθρωπος, Ἰουδαῖε, Αὐτός πού μᾶς ἐξαγόρασε, διότι ὁλόκληρη ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶχε ὑποδουλωθεῖ στήν ἁμαρτία. Ἀλλά οὔτε ἦταν Θεός, χωρίς τήν ἀνθρωπότητα. Διότι εἶχε σῶμα, Μανιχαῖε. Ἄν δέν μέ ντυνόταν, δέν θά μέ ἔσωζε. Ἀλλά, μέσα στήν κοιλιά τῆς Παρθένου, ντύθηκε τόν κατάδικο Αὐτός πού ἄλλοτε ἔβγαλε τήν ἐναντίον του ἀπόφαση. Καί ἐκεῖ ἔγινε ἡ φοβερή συναλλαγή, γιατί δίνοντας πνεῦμα, ἔλαβε σάρκα. Ὁ Ἴδιος πού ἦταν μέ τήν Παρθένο ἦταν Αὐτός πού βγῆκε ἀπό τήν Παρθένο. Διότι ὁ Ἴδιος καί τήν ἐπισκίασε καί σαρκώθηκε ἀπό αὐτή. Ἐάν ἦταν ἄλλος ὁ Χριστός καί ἄλλος ὁ Θεός Λόγος, δέν εἶναι Τριάδα, ἡ Ἁγία Τριάδα, ἀλλά, σύμφωνα μ᾿ ἐσένα, αἱρετικέ, εἶναι τετράδα. Μή σχίσεις τόν χιτώνα τῆς σωτηρίας πού ὑφάνθηκε στόν οὐρανό. Μή γίνεις μαθητής τοῦ Ἀρείου. Διότι ἐκεῖνος ἀσεβώντας χωρίζει τήν οὐσία. Ἐσύ μή χωρίζεις τήν ἕνωση –τῶν δύο φύσεων– γιά νά μή χωρισθεῖς ἀπό τόν Θεό.

Πές μου: Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού φώτισε ὅσους κάθοταν στό σκοτάδι καί στή σκιά τοῦ θανάτου; Ἄνθρωπος; Καί πῶς μποροῦσε –νά τό κάνει αὐτό– ζώντας ὁ ἴδιος μέσα στό σκοτάδι, ὅπως λέει ὁ Παῦλος: «Ὁ ὁποῖος μᾶς γλύτωσε ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ σκότους;» «Εἴμασταν κάποτε σκοτάδι» σύμφωνα μέ τό γραμμένο «τώρα ὅμως, πού πιστέψαμε στόν Κύριο, εἴμαστε φῶς». Ποιός, λοιπόν, μᾶς φώτισε; Σέ διδάσκει ὁ Δαβίδ ὅταν λέει: «Εἶναι εὐλογημένος Αὐτός πού ἔρχεται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου». Ποιός εἶναι αὐτός; Πές το, Δαβίδ, φανερά. «Φώναξε μέ ὅλη σου τή δύναμη καί μή λυπηθεῖς. Ὕψωσε τή φωνή σου σάν τή σάλπιγγα». Πές μας, ποιός εἶναι αὐτός; «Εἶναι ὁ Κύριος» –λέει ὁ Δαβίδ– «ὁ Θεός τῶν δυνάμεων». «Θεός εἶναι ὁ Κύριος πού μᾶς φώτισε». Διότι «ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε». Ἑνώθηκαν οἱ δύο φύσεις, καί ἡ ἕνωσή τους ἔμεινε ἀσύγχυτη.

Θ´.-. Ἦλθε –ὁ Χριστός– γιά νά σώσει, ἀλλά ἔπρεπε καί νά πάθει. Πῶς, λοιπόν, ἦταν δυνατόν νά γίνουν καί τά δύο; Ἁπλός ἄνθρωπος δέν εἶχε τή δύναμη νά σώσει. Μόνο ὁ Θεός δέν μποροῦσε νά πάθει. Τί ἔγινε, λοιπόν; Ὄντας Αὐτός Θεός, ὁ Ἐμμανουήλ, ἔγινε ἄνθρωπος. Καί ὡς Θεός πού ἦταν, ἔσωσε, ὡς ἄνθρωπος πού ἔγινε, ἔπαθε.

Γι᾿ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία ὅταν εἶδε πώς ἡ συναγωγή τῶν Ἑβραίων τόν στεφάνωσε μέ τά ἀγκάθια, θρηνώντας γιά τήν τόλμη ἔλεγε: «Θυγατέρες τῆς Ἱερουσαλήμ, βγέστε νά δεῖτε τό στεφάνι μέ τό ὁποῖο τόν στεφάνωσε ἡ μητέρα Του». Διότι Αὐτός καί τό ἀγκάθινο φόρεσε στεφάνι καί ἀκύρωσε τήν ἀπόφαση πού ἔλεγε νά βγάζει ἡ γῆ ἀγκάθια. Ὁ Ἴδιος βρισκόταν καί στούς κόλπους τοῦ Πατέρα καί στήν κοιλιά τῆς Παρθένου. Ὁ Ἴδιος βρισκόταν καί στήν ἀγκαλιά τῆς Μητέρας Του καί «ἐπάνω στά φτερά τῶν ἀνέμων».

Ὁ Ἴδιος ἐπάνω στόν οὐρανό προσκυνούνταν ἀπό τούς Ἀγγέλους καί κάτω στή γῆ ἔτρωγε μαζί μέ τούς τελῶνες. Τά Σεραφείμ δέν μποροῦσαν νά Τόν ἀτενίσουν καί ὁ Πιλάτος τόν ἀνέκρινε. Ὁ δοῦλος Τόν ράπιζε καί ἡ κτίση ἔτρεμε. Αὐτός καρφωνόταν ἐπάνω στόν Σταυρό κι᾿ ὁ δοξασμένος θρόνος Του δέν εἶχε κενωθεῖ. Κλεινόταν μέσα στόν τάφο, καί ὁ Ἴδιος ἅπλωνε τόν οὐρανό σάν νά ἦταν δέρμα. Θεωρούνταν σάν νεκρός καί λαφυραγώγησε τόν ἅδη. Ἐδῶ στή γῆ τόν συκοφαντοῦσαν ὡς πλάνο, καί ἐκεῖ στόν οὐρανό τόν δοξολογοῦσαν –οἱ Ἄγγελοι– ὡς Ἅγιο.

Ι´.-. Ὤ τί μεγάλο μυστήριο! Βλέπω τά θαύματα καί Τόν ἀνακηρύττω Θεό. Βλέπω τά πάθη καί δέν ἀρνοῦμαι πώς εἶναι ἄνθρωπος. Ἀλλά ὁ Ἐμμανουήλ, ἄνοιξε τίς πύλες τῆς φύσεως ὡς ἄνθρωπος, ὡς Θεός ὅμως δέν διέρρηξε τίς κλειδαριές τῆς παρθενίας. Καί ἔτσι βγῆκε ἀπό τή μήτρα ὅπως μπῆκε διά τῆς ἀκοῆς. Γεννήθηκε ὅπως καί συνελήφθη στήν κοιλιά τῆς Μητέρας Του.

Εἰσῆλθε χωρίς πάθος καί βγῆκε μέ ἀπερίγραπτο τρόπο, σύμφωνα μέ τόν Προφήτη Ἰεζεκιήλ πού ἔλεγε: «Καί μέ ἔφερε πάλι στόν δρόμο τῆς πύλης πού ὁδηγεῖ στά ἅγια, σ᾿ αὐτήν πού βλέπει πρός τήν ἐξωτερική ἀνατολική πύλη, κι αὐτή ἦταν κλειστή. Καί μοῦ εἶπε ὁ Κύριος: Υἱέ ἀνθρώπου αὐτή ἡ πύλη θά εἶναι κλειστή, καί δέν θά ἀνοιχτεῖ. Κανένας δέν θά περάσει μέσα ἀπ᾿ αὐτήν, διότι ὁ Κύριος καί Θεός τοῦ Ἰσραήλ μόνον θά μπεῖ καί θά βγεῖ, καί ἡ πύλη θά εἶναι κλειστή».

Νά ἡ φανερή ἀπόδειξη –τῆς παρθενίας– τῆς ἁγίας Θεοτόκου Μαρίας. Ἄς διαλυθεῖ, λοιπόν, κάθε ἀντιλογία καί ἄς φωτιζόμαστε καλά μέ τή γνώση τῶν Ἁγίων Γραφῶν, ὥστε διά τοῦ Χριστοῦ νά ἐπιτύχουμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Σ᾿ Αὐτόν ἀνήκει ἡ δοξολογία στούς ἀτέλειωτους αἰῶνες. Ἀμήν.

Δελτίο τύπου – Πρόγραμμα τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας (2-11-2018)

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΣΕΡΡΩΝ ΚΑΙ ΝΙΓΡΙΤΗΣ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

2-11-2018

Ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Σερρῶν καί Νιγρίτης ἀνακοινώνονται τά ἑξῆς ἀναφορικά μέ τό πρόγραμμα τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας:

Τό Σάββατο 3 Νοεμβρίου, ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας κ. Θεολόγος θά τελέσει τό ἱερό μνημόσυνο ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Βίττη, στόν Ἱερό Ναό Ἁγ. Μαρίνης καί Ἀντωνίου Σερρῶν, μέ ἀφορμή τήν συμπλήρωση ἐννέα ἐτῶν ἀπό τῆς πρός Κύριον ἐκδημίας του.

Στίς 6:00 το ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, ὁ Σεβ. θά χοροστατήσει στόν Ἀρχιερατικό Ἑσπερινό, πού θά τελεσθεῖ στόν Ἱερό Ναό Τιμ. Σταυροῦ Σερρῶν. Ὁμιλητής στόν Ἀρχιερατικό Ἑσπερινό θά εἶναι ὁ Πανοσ. Ἀρχιμανδρίτης Νεκτάριος Καϊμακάμης, Ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Παμμ. Ταξιαρχῶν Σερρῶν.

Τήν Κυριακή 4 Νοεμβρίου, ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας θά ἱερουργήσει στήν θεία Λειτουργία, πού θά τελεσθεῖ στόν Ἱερό Ναό Ἁγ. Γεωργίου Καρπερῆς.

Στά πλαίσια τῶν λατρευτικῶν ἀκολουθιῶν, πού θά τελεσθοῦν μέ ἀφορμή τόν πανηγυρικό ἑορτασμό τῆς ἱερᾶς μνήμης τῆς συνάξεως τῶν Παμμ. Ταξιαρχῶν, ὁ Σεβ. θά ὑποδεχθεῖ τήν Δευτέρα 5 Νοεμβρίου, στίς 5:30 τό ἀπόγευμα, στά προπύλαια τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Παμμ. Ταξιαρχῶν Σερρῶν, παρουσίᾳ τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ, τὸ ἁγιώτατο ἀπότμημα ἐκ τοῦ αὐθεντικοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου μας καὶ τὴν σεβασμία καὶ θαυματουργὸ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Ὄρους τῶν Ἐλαιῶν, προερχόμενα ἐξ Ἱεροσολύμων. Τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ τὴν θαυματουργὸ ἱερὰ Εἰκόνα θὰ προσκομίσουν στὴν πόλη μας Ἁγιοταφίτες Ἀρχιερεῖς. Τὰ χαριτόβρυτα σεβάσματα θὰ εὑρίσκονται πρὸς προσκύνηση στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Παμμ. Ταξιαρχῶν Σερρῶν ἕως τῆς 12ης Νοεμβρίου, ὅπου καθημερινῶς θά τελοῦνται ἱερές ἀκολουθίες πρός ἁγιασμό καὶ πνευματικὴ ἐνίσχυση τῶν πιστῶν.

Μέ τήν δέουσα λαμπρότητα καί πνευματική κατάνυξη ἀναμένεται νά ἑορτασθεῖ στήν Ἱερά Μητρόπολή μας ἡ πανευφρόσυνη ἱερά μνήμη τῶν ἐφόρων καί ἀγρύπνων φρουρῶν τῆς ἱστορικῆς πόλεως καί πρωτεύουσας τοῦ Νομοῦ Σερρῶν καί τοῦ εὐλαβοῦς λαοῦ αὐτῆς, Παμμ. Ταξιαρχῶν. Τήν τοπική μας θρησκευτική πανήγυρη θά λαμπρύνουν μέ τήν παρουσία τους, προσκεκλημένοι τοῦ Σεβ. Ποιμενάρχου μας, οἱ Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Ναζαρὲτ κ. Κυριακός (Πατρ. Ἱεροσολύμων), Κασσανδρείας κ. Νικόδημος, Σιδηροκάστρου κ. Μακάριος, Μαρωνείας καὶ Κομοτηνῆς κ. Παντελεήμων καὶ ὁ Θεοφ. Ἐπίσκοπος Βελίκης κ. Σιώνιος (Πατρ. Βουλγαρίας).

Τό ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης 7 Νοεμβρίου, στόν πανηγυρικό πολυαρχιερατικό Ἑσπερινό, πού θά τελεσθεῖ στίς 6:30, θά χοροστατήσει καί θά ὁμιλήσει ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κασσανδρείας κ. Νικόδημος.

Τήν Πέμπτη 8 Νοεμβρίου, θά προστεῖ τῆς πολυαρχιερατικῆς θείας Λειτουργίας ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ναζαρὲτ κ. Κυριακός. Τόν πανηγυρικό λόγο τῆς ἡμέρας θά ἐκφωνήσει ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Μαρωνείας καὶ Κομοτηνῆς κ. Παντελεήμων.

Μετά τήν θεία Λειτουργία, θά ἀκολουθήσει λιτάνευση τοῦ ἁγιωτάτου ἀποτμήματος ἐκ τοῦ αὐθεντικοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου μας καὶ τῶν σεβασμίων καὶ θαυματουργῶν Εἰκόνων τῆς Παναγίας τοῦ Ὄρους τῶν Ἐλαιῶν καί τῶν Παμμ. Ταξιαρχῶν, ἡ ὁποία θά ἐκκινήσει ἀπό τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ καί θά διέλθει διά τῶν ὁδῶν Ν. Πλαστήρα – Β. Βασιλείου – Ἑρμοῦ – Πλ. Ἐλευθερίας, ὅπου θά τελεσθεῖ ἡ ἀκολουθία τῆς ἀρτοκλασίας μέ ὁμιλητήν τόν Σεβ. Μητροπολίτην Ναζαρὲτ κ. Κυριακόν καί θά ὁλοκληρωθεῖ ἐπιστρέφοντας διά τῆς ὁδοῦ Κύπρου στόν Μητροπολιτικό Ναό.

Στίς 6:00 τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, θά τελεσθεῖ μεθέορτος πανηγυρικός Ἑσπερινός, χοροστατοῦντος τοῦ Θεοφ. Ἐπισκόπου Βελίκης κ. Σιωνίου.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως