Γιά ποιό λόγο ἐνανθρώπησε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ὁ Πατήρ ἤ τό Πνεῦμα• καί ποιές οἱ συνέπειες τῆς ἐνανθρώπησης

Γιά ποιό λόγο ἐνανθρώπησε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ὁ Πατήρ ἤ τό Πνεῦμα• καί ποιές οἱ συνέπειες τῆς ἐνανθρώπησης

Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ

Ὁ Πατήρ δέν μεταπίπτει στόν Υἱό, παραμένει πάντα Πατήρ· ὁ Υἱός δέν μεταπίπτει στόν Πατέρα, παραμένει πάντα Υἱός· τό Πνεῦμα δέν μεταπίπτει στόν Πατέρα ἤ τόν Υἱό, παραμένει πάντα Πνεῦμα ἅγιο. Ἡ ἰδιότητα καθενός προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδας εἶναι σταθερή καί ἀμετάβλητη. Πῶς, ἄλλωστε, θά παρέμενε ἰδιότητα ἄν ἐναλασσόταν συνεχῶς περνώντας κάθε φορά σέ ἄλλο πρόσωπο; Γιαυτό ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ εἶναι πού γίνεται Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά παραμείνει ἀκριβῶς ἡ ἰδιότητα ἀμετακίνητη. Γιατί, ὄντας Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἔγινε Υἱός τοῦ ἀνθρώπου παίρνοντας σάρκα ἀνθρώπου ἀπ’ τήν ἁγία Παρθένο, δέν ἀλλοτριώθηκε ἀπό τήν υἱική του ἰδιότητα.

Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε γιά νά χαρίσει ξανά στόν ἄνθρωπο ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο δημιουργώντας τον τόν προόρισε. Τόν δημιούργησε σύμφωνα μέ τή δική του εἰκόνα, διανοητή καί ἐλεύθερο, προορισμένο νά τοῦ μοιάζει, δηλαδή νά ᾿ναι, ὅπως καί ὁ δημιουργός του, τέλεια ἐνάρετος, πράγμα κατορθωτό γιά τήν ἀνθρώπινη φύση. Γιατί οἱ ἀρετές, δηλαδή ἡ νηφαλιότητα, ἡ ἠρεμία, ἡ ἀκεραιότητα, ἡ ἀγαθοσύνη, ἡ σοφία, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀνεξικακία εἶναι πρωταρχικά, γνωρίσματα τῆς θείας φύσης.

Ὁ Θεός, λοιπόν, δημιούργησε τόν ἄνθρωπο σέ πλήρη κοινωνία μαζί του ( τόν δημιούργησε γιά νά μείνει ἄφθαρτος, τόν ἀνέβασε στήν ἀθανασία μέ τό νά τόν κρατᾶ κοντά του). Ἐμεῖς, ὅμως, αὐτά τά γνωρίσματα τῆς θείας φύσης τά ἀλλοιώσαμε καί τά μπερδέψαμε μέ τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς, καί περάσαμε στήν παράταξη τῆς κακίας μέ ἀποτέλεσμα νά χάσουμε τήν κοινωνία μέ τό Θεό. Τίς γάρ μετουσία φωτί πρός σκότος; Καί ὅταν πιά στερηθήκαμε τή ζώη, πέσαμε στή φθόρα τοῦ θανάτου.

Ἐπειδή, τώρα, ὁ Θεός μᾶς πρόσφερε τό ὕψιστο καί δέν τό διαφυλάξαμε, χρειάστηκε νά κατέβει αὐτός στό χείριστο, δηλαδή στή δική μας ξεπεσμένη φύση, ὥστε νά μᾶς ξαναδώσει, προσφέροντας καί ἐνεργώντας ὁ ἴδιος, τήν ἐξομοιωμένη μ᾿ αὐτόν εἰκόνα καί τόν ἀρχαῖο προορισμό. Κι ἀκόμα νά μᾶς διδάξει τό ἐνάρετο ἦθος τῆς βιωτῆς, αὐτό τό ἦθος πού ὁ ἴδιος μέ τήν ἐπίγεια ζωή του κατέστησε συγκεκριμένο καί εὐκολοκατόρθωτο. Κι ἀκόμα νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τή φθορά φέρνοντάς μας πάλι σέ κοινωνία μέ τή ζωή, μέ τό νά ἀνοίξει ὁ ἴδιος τό δρόμο τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. Καί ἀκόμα νά ξανακάνει καινούργιο τό θρυμματισμένο κι ἀγνώριστο κανάτι τῆς ὕπαρξής μας, νά λύσει τά δεσμά τῆς κυριαρχίας τοῦ διαβόλου ἐπάνω μας προκαλώντας μας νά ἀναγνωρίσουμε τήν κυριαρχία τοῦ Θεοῦ. Καί ἀκόμα νά μᾶς γεμίσει κουράγιο καί νά μᾶς ἐκπαιδεύσει νά πολεμοῦμε τόν τύραννο μέ τήν ὑπομονή καί τήν ταπείνωση.

Μέ τήν ἐνανθρώπηση, λοιπόν, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καταργήθηκε ἡ λατρεία τῶν δαιμόνων, ὅλη ἡ κτίση ἁγιάστηκε μέ τό θεῖο του αἷμα, οἱ βωμοί καί οἱ ναοί τῶν εἰδώλων κατεδαφίστηκαν, ρίζωσε ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, λατρεύεται πιά ἡ ὁμοούσια Τριάδα, ἡ ἄκτιστη θεότητα, ὁ ἕνας ἀληθινός Θεός ὁ δημιουργός καί κυβερνήτης τοῦ σύμπαντος. Τώρα πιά, πάλι, οἱ ἀρετές εἶναι κατορθωτός τρόπος ζωῆς, προσφέρθηκε ἡ ἐλπίδα μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ· τώρα πιά οἱ δαίμονες τρέμουν τούς ἀνθρώπους πού προηγουμένως ἦταν τοῦ χεριοῦ τους. Καί τό πράγματι ἀξιοθαύμαστο, εἶναι πώς ὅλα αὐτά κατορθώθηκαν μέ τό σταυρό καί τά πάθη καί τό θάνατο. Κηρύχθηκε σ’ ὅλη τή γῆ τό Εὐαγγέλιο τῆς ὑποταγῆς στό Θεό, ὄχι μέ πολέμους καί ὅπλα καί στρατούς πού σύντριβαν τούς ἐχθρούς. Κηρύχθηκε ἀπό λίγους γυμνούς, φτωχούς καί ἀγράμματους, πού διώχνονταν ἀπό παντοῦ, πού δέχονταν χτυπήματα, πού θανατώνονταν, πού κήρυτταν ἕνα σταυρωμένο καί νεκρό, πού ὅμως ἐπικράτησαν ἀπέναντι στούς σοφούς καί τούς ἰσχυρούς γιατί ἀκριβῶς τούς ἀκολουθοῦσε ἡ ἀκαταμάχητη δύναμη τοῦ σταυρωμένου. Ὁ θάνατος, ὁ πρίν τρομακτικός, νικιέται, καί καταδικάζεται τώρα ὁ ἀπόβλητος καί μισητός τῆς ζωῆς.

Αὐτά εἶναι τά ἀποτελέσματα τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ· αὐτές εἶναι οἱ συνέπειες τῆς ἐπιβολῆς τῆς δύναμής του. Δέν ἔσωσε ἕνα λαό, ὅπως ὁ Μωυσῆς πού φυγάδευσε ἀπό τήν Αἴγυπτο τούς Ἑβραίους περνώντας τους μέσ’ ἀπό τή θάλασσα γιά ν᾿ ἀπαλλαγοῦν ἀπό τή δουλεία τοῦ Φαραῶ. Ἔσωσε ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τή φθορά τοῦ θανάτου καί τόν γεμάτο ἀπό κακία τύραννο, τήν ἁμαρτία. Καί ἔσωσε τούς ἀνθρώπους ὅλους, ὄχι πειθαναγκάζοντάς τους νά ἀσκήσουν τήν ἀρετή, ὄχι παραχώνοντάς τους στό χῶμα, ὄχι καίοντάς τους καί διατάσσοντας νά λιθοβολοῦνται οἱ ἁμαρτωλοί, ἀλλά πείθοντάς τους μέ πραότητα, ὑπομονή καί συγχωρετικότητα νά διαλέξουν τήν ἀρετή καί νά συναγωνίζονται στούς κόπους γι᾿ αὐτήν κι ἔτσι νά ἱκανοποιοῦνται. Προηγουμένως ὅταν ἁμάρταναν ἐτιμωροῦντο μέ χτυπήματα κι ὅμως ἐπέμεναν στήν ἁμαρτία καί τήν εἶχαν θεοποιήσει· τώρα δέχονται νά ὑφίστανται χτυπήματα γιά χάρη τῆς ὑπακοῆς στό Θεό καί γιά χάρη τῆς ἀρετῆς, δέχονται νά κακοπαθοῦν καί νά θανατώνονται.

Δόξα σέ Σένα Χριστέ, Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Σοφία καί Δύναμη καί Θεέ Παντοκράτορα. Τί νά Σοῦ ἀντιδωρίσουμε ἐμεῖς οἱ ἄπραγοι γιά ὅλα ὅσα μᾶς χάρισες; Ὅλα μᾶς τά ᾿χεις δοσμένα Ἐσύ καί τίποτ᾿ ἄλλο δέν ζητᾶς ἀπό μᾶς πάρα ν᾿ ἀποδεχτοῦμε τή σωτηρία πού μᾶς πρόσφερες, δίνοντάς μας ἀκόμα καί τή δύναμη γιά νά τό κάνουμε. Καί τήν προσπάθειά μας πάλι νιώθεις γιά χάρη γιατί εἶσαι ἀπερίγραπτα ἀγαθός. Σ᾿ εὐχαριστοῦμε, Ἐσένα πού μᾶς ἔδωσες τήν ὕπαρξη, μά καί μᾶς χάρισες τήν αἰώνια ζωή· Ἐσένα πού καί ὅταν τήν χάσαμε καί τήν ἀρνηθήκαμε, μᾶς ὁδήγησες πίσω σ’ αὐτήν μέ τήν ἐνανθρώπησή Σου πού καμιά γλώσσα δέν τολμᾶ νά ἑρμηνεύσει.

Πηγή: www.imaik.gr

Εἰς τήν τοῦ Χριστοῦ Γέννησιν

Εἰς τήν τοῦ Χριστοῦ Γέννησιν

Ἁγίου Πρόκλου Πατριάρχου Κων/λεως

Φάνηκε ὁ Χριστός στόν κόσμο καί τόν ἄχαρο κόσμο στόλισε μ᾿ ἀπέραντη εὐφροσύνη. Σήκωσε πάνω Του τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, καί καταπάτησε γιά πάντα τόν ἐχθρό τοῦ κόσμου. Ἅγιασε τίς πηγές τῶν ὑδάτων καί φώτισε τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Θαύματα μίχθηκαν μέ μεγαλύτερα θαύματα.

Σήμερα, ἀπό τή χαρά πού ἔφερε ὁ Σωτήρας μας Χριστός, χωρίστηκαν ἡ γῆ καί ἡ θάλασσα καί ἀπ᾿ ἄκρη ὡς ἄκρη γέμισε ὁ κόσμος εὐφροσύνη. Ἡ σημερινή γιορτή ἀποκαλύπτει μεγαλύτερα θαύματα ἀπό ἐκείνη τῆς Χριστουγεννιάτικης νυχτιᾶς. Γιατί κείνη τήν νύχτα πού μᾶς πέρασε χαιρότανε μονάχα ἡ γῆ, καθώς βάσταζε πάνω της στήν ἀγκαλιά τῆς φάτνης τόν Παντοκράτορα Θεό. Σήμερα ὅμως, πού γιορτάζουμε τά Θεοφάνεια, εὐφραίνεται μαζί της καί ἡ θάλασσα. Καί εὐφραίνεται γιατί διά μέσου τοῦ Ἰορδάνη λαβαίνει μέρος καί αὐτή στήν εὐλογία τοῦ ἁγιασμοῦ.

Στήν γιορτή τῆς θείας Γέννησης ὁ Θεός φάνηκε βρέφος μικρό, νιογέννητο, δείχνοντας ἔτσι τή δική μας νηπιότητα. Σήμερα ὅμως τόν βλέπουμε τέλειο ἄνθρωπο, τέλειο Υἱό, ἀπό τέλειο Πατέρα γεννημένον. Ἐκεῖ φανέρωσε τό θεῖο βρέφος τό ἀστέρι πού ἀνέτειλε ἀπό τήν ἀνατολή, καί ἐδῶ ὁμολογεῖ γι᾿ Αὐτόν ἀπό τόν οὐρανό ὁ Θεός Πατέρας, ἀπό τόν Ὁποῖον γεννήθηκε πρό τῶν αἰώνων. Ἐκεῖ Τοῦ πρόσφεραν -ὡσάν σέ βασιλιά- δῶρα οἱ Μάγοι, πού πεζοπόρησαν ἀπό τήν ἀνατολή. Ἐδῶ ἄγγελοι ἀπό τόν οὐρανό φερμένοι Τοῦ πρόσφεραν τή διακονία πού πρέπει μόνο σέ Θεό. Ἐκεῖ τυλίχτηκε μέσα στά σπάργανα καί ἐδῶ λύνει μέ τό βάπτισμα τίς σειρές τῶν παραπτωμάτων καί τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας μας. Ἐκεῖ ὁ βασιλιάς τῶν οὐρανῶν ντύθηκε σάν βασιλική ἀλουργίδα τόν κόσμο, ἐδῶ ἡ πηγή τῆς ζωῆς ντύνεται ὁλόγυρα τά ποταμίσια κύματα.

Ἐλᾶτε λοιπόν νά ἰδεῖτε παράδοξα θαύματα. Ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης λούζεται στοῦ Ἰορδάνη τά νερά. Ἡ φωτιά βουτάει καί σμίγει μέ τά νερά. Καί ὁ Θεός ἀπ̉ ἄνθρωπο ἁγιάζεται.

Σήμερα ὁλόκληρη ἡ κτίση βροντοφωνάζει καί ἀνυμνεῖ: «Εὐλογημένος νά ̉σαι Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου!!» Σύ πού ἔρχεσαι διά τῆς Προνοίας Σου μέσα ἀπ᾿ ὅλα τά κτίσματά Σου. Σύ πού συντηρεῖς τό ὕψος τοῦ στερεώματος καί ἔντεχνα ὁδηγεῖς σάν ἥμερο ἄλογο μέ χαλινάρι τήν τροχιά τοῦ Ἥλιου. Σύ πού βάζεις σέ τάξη χωρίς διόλου ν᾿ ἀνακατεύονται τά πλήθη τῶν ἀστέρων καί μᾶς κερνᾶς πλούσια ἀγέρα γιά νά ἀναπνέουμε ἀσταμάτητα ζωή. Σύ πού ζεσταίνεις καί ζωογονεῖς τή μάννα γῆ ὥστε νά μᾶς χαρίζει τούς καρπούς της ὁλοχρονίς. Σύ πού δαμάζεις καί σταματᾶς τή πολυκύμαντη θάλασσα ζώνοντάς την ὁλοτρόγυρα μ᾿ ἕνα μικρούτσικο χαλινάρι ἀπό ἀμμοχάλικο. Σύ πού σπρώχνεις τά νερά ἀπό τῆς γῆς τά σπλάχνα καί φτιάχνεις τίς πηγές. Σύ πού καθοδηγεῖς τίς ποταμίσιες ὄχθες νά πορεύονται χωρίς χαμό καί περιπλάνηση ὡς τή θάλασσα.

Τοῦτα ὅλα τά θαυμάσια ἀναλογιζόμαστε καί ἀπό τά κατάβαθά μας βγαίνει ἡ κραυγή: «Εὐλογημένος Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου».

-Πές μας λοιπόν, Ποιός εἶν᾿ Αὐτός, μακάριε Δαυΐδ;

-Ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας πού μᾶς φανερώθηκε μ᾿ ἀνθρώπινη μορφή.

Ἀλλά δέν τό λέει αὐτό μόνον ὁ προφήτης Δαυΐδ. Τό λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πού συμφωνεῖ μαζί του καί διδάσκει: «Μᾶς φανερώθηκε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού σώζει κάθε ἄνθρωπο καί μᾶς διδάσκει ὅλους μας». Ὄχι μερικούς ἀλλά ὅλους μας. Σ᾿ ὅλους, Ἰουδαίους καί Ἕλληνες χαρίζει μέ τό βάπτισμα τή σωτηρία καί ὑποδείχνει τό σωτήριο αὐτό λουτρό σάν εὐεργέτημα δοσμένο δωρεάν σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή πού τό ζητάει.

Ἐλᾶτε νά δεῖτε πρωτόγνωρο κατακλυσμό, πολύ μεγαλύτερον καί δυνατότερον ἀπ᾿ ἐκεῖνον πού γίνηκε τήν ἐποχή τοῦ Νῶε. Ἐκεῖ τό νερό ἔπνιξε τούς ἀνθρώπους καί ἐδῶ τό νερό τοῦ βαπτίσματος, κείνους πού εἶχαν πεθάνει πνευματικά ξαναζωντάνεψε, μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ πού σήμερα βαπτίστηκε. Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἔφτιαξε κιβωτό στέρεα ἀπό ξύλα καί ἐδῶ ὁ Χριστός ὁ νοητός Νῶε, προσέλαβε ἀπό τήν ἄφθορο παρθένο Μαρία τήν κιβωτό τοῦ σώματος. Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἄλοιψε τήν κιβωτό ἐξωτερικά μέ ἄσφαλτο πίσσα. Ἐδῶ ὁ Χριστός δυνάμωσε καί περιφρούρησε τήν κιβωτό τοῦ σώματος μέ τό χρῖσμα τῆς πίστεως. Ἐκεῖ περιστερά πού βάσταζε κλαδί ἐληᾶς προμήνυσε τήν εὐωδιά τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Ἐδῶ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ τή μορφή ὁλόασπρης περιστερᾶς παρουσιάστηκε καί σ᾿ ὅλους φανέρωσε τόν ἐλεήμονα Κύριο.

Ἀλλά μέ καταπλήττει ἡ ὑπερβολική ταπείνωση τοῦ Κυρίου. Γιατί δέν ἀρκέστηκε, Αὐτός ὁ γεννημένος τέλειος Υἱός ἀπό τέλειο Πατέρα, νά γεννηθῆ καί ἐπί γῆς τέλειο βρέφος ἀπό τά σπλάχνα μιᾶς γυναίκας. Δέν ἀρκέστηκε Ἐκεῖνος πού εἶναι σύνθρονος μέ τόν Θεό Πατέρα νά λάβει τή μορφή τοῦ δούλου ἀλλά καί σάν τόν τελευταῖο ἁμαρτωλό προσέρχεται νά βαπτισθεῖ.

Ἀλλά ἄς μή γίνει ἡ κοινή γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους εὐεργεσία σκάνδαλο γι᾿ αὐτούς πού τούτη τήν ὥρα μέ ἀκοῦνε. Γιατί βαπτίζεται ὁ Δεσπότης πάντων Χριστός ὄχι γιατί ἔχει ἀνάγκη ἀπό ψυχικό καθαρισμό, ἀλλά γιά νά οἰκονομήσει μέ δυό τρόπους τό συμφέρον τῶν ψυχῶν μας, ὥστε καί μέ τό νερό νά μᾶς δωρήσει τήν ἁγιαστική χάρη καί νά προτρέψει τόν καθένα μας νά βαπτιστεῖ.

Καθώς μᾶς λέει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς ἀπό τή Γαλιλαία στόν Ἰορδάνη ὅπου βρισκόταν ὁ Ἰωάννης γιά νά βαπτιστεῖ ἀπ̉ αὐτόν.

Τό τί συνέβηκε τότε ἀδερφοί μου δέν μπορεῖ νά τό χωρέσει νοῦς ἀνθρώπινος. Γιατί ξεπερνᾶνε κάθε θέαμα καί ἄκουσμα ὅσα συνέβηκαν ἐκεῖ. Τρέμει ὁ νοῦς. Χάνεται ἡ λαλιά μή τολμώντας νά ἐξιστορίσει τά ἀνέκφραστα. Γι‹ αὐτό λοιπόν καί ὅταν εἶδε ὁ Ἰωάννης τόν Δεσπότη μας Χριστό νά τόν πλησιάζει, μέ πολύ καρδιοχτύπι, πέφτοντας καί ἀγκαλιάζοντας τά πόδια Του τοῦ εἶπε παρακλητικά:

-Γιατί βιάζει ἐμένα τόν ἀδύνατο ἄνθρωπο ὁ Παντοδύναμος Θεός μου νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Δέν εἶμαι ἐγώ σέ θέση νά ἐπιχειρήσω κάτι τέτοιο. Πῶς νά τολμήσω νά Σέ βαπτίσω; Πότε συνέβηκε νά καθαριστεῖ ἡ φωτιά ἀπό τό ξερό χορτάρι; Πότε ἔπλυνε ἡ λάσπη τήν πηγή; Πῶς νά βαπτίσω Ἐσένα τόν Κριτή τῆς οἰκουμένης ἐγώ ὁ ὑπεύθυνος γιά τόσες ἁμαρτίες; Πῶς νά Σέ βαπτίσω Δέσποτά μου; Δέν βλέπω ἁμαρτία πάνω Σου. Δέν ἔχεις πέσει θῦμα τῆς κατάρας τοῦ προπάτορα Ἀδάμ. Δέν ἔχεις καθόλου λερωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία. Γιατί ἄν καί ἔκλινες οὐρανούς καί κατέβηκες, τίποτα ἀπό τά θελήματα τοῦ Θεοῦ Πατέρα δέν παρέβηκες. Τί κάνεις Δέσποτά μου; Γιατί μ᾿ ἀναγκάζεις νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Ποτέ καί τίποτα δέν τόλμησα νά κάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅσα παροργίζουν τήν ἀγαθωσύνη Σου. Σάν δουλικό πιστό γεμάτο ἀγάπη καί σεβασμό γιά τόν ἀφέντη του πρότρεξα καί ἐμήνυσα στόν κόσμο τήν παρουσία Σου. Ἐνῶ βρισκόμουνα ἀκόμη μέσ᾿ τήν κοιλιά τῆς μάννας μου, δανείστηκα τήν γλώσσα της καί Θεό τοῦ κόσμου Σέ ἐκήρυξα. Ὅλους τούς προετοίμασα νά Σέ δεχθοῦν, νά Σ᾿ ἀπαντήσουν. Πές μου λοιπόν Κύριέ μου, πῶς θ᾿ ἀνεχθεῖ νά δεῖ ὁ ἥλιος τόν Παντοκράτορα Θεό ἔτσι νά ἐξευτελίζεται ἀπό τήν τόλμη ἑνός δούλου Του καί δέν θά ρίξει καυτερές φωτοβολίδες νά μέ κατακάψει, ὅπως ἔκανε ἐκείνους τούς καιρούς τούς ἄσωτους Σοδομίτες; Πῶς θά ἀντέξει ἡ γῆ νά δεῖ Ἐκεῖνον πού ἁγιάζει τούς ἀγγέλους, ἀπέριττα νά βαπτίζεται ἀπό χέρι ἀνθρώπου ἁμαρτωλοῦ καί δέν θ᾿ ἀνοίξει τά σπλάχνα της γιά νά μέ καταπιεῖ, ὅπως ἔκανε τόν Ἀβειρών καί τόν Δαθάν; Πῶς νά βαπτίσω Δέσποτά μου Ἐσένα πού δέν μολύνθηκες ἀπό τής φυσικῆς γέννησης τό λέρωμα; «Ἐξ ἀσπόρου γαστρός, ἄσπορος προῆλθε καρπός». Πῶς λοιπόν ἐγώ ὁ χιλιολερωμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος νά ἁγνίσω τόν Θεό; Θεό ἀναμάρτητο; Ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτιστῶ ἀπό Σένα καί Σύ ἔρχεσαι σέ μένα; Μ᾿ ἔστειλες νά βαπτίζω, Κύριέ μου, καί δέν παράκουσα τήν ἐντολή Σου. Πρότρεπα ὅλους πρός τό βάπτισμα καί τούς ἔλεγα: «Ὁμολογῆστε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τίς ἁμαρτίες σας, γιατί Αὐτός εἶναι ὁ μόνος ἀγαθός. Αὐτός πού ἔρχεται πίσω μου δέν εἶναι βλοσυρός καί αὐστηρός. Εἶναι ἀγαθός καί Υἱός Πατέρα Ἀγαθοῦ. Δέν φέρεται γιά λίγο μονάχα μ᾿ ἀγαθωσύνη καί ὕστερα νά ἀλλάζει διάθεση γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ἀλλά τό ἔλεός Του μένει εἰς τόν αἰώνα. Καί ἐπειδή τό ἔλεός Του εἶναι ἀμέτρητο γι᾿ αὐτό καί οἱ οὐράνιες δυνάμεις ἀνυμνώντας Τοῦ ἔλεγαν:

«Εὐλογημένος Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου». Ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας μᾶς φανερώθηκε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης καί διέλυσε τό σκοτάδι τῆς ἄγνοιας πού μᾶς περιέλουζε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ οὐράνιος Τσοπάνης καί ἔδιωξε ἀπό τό κοπάδι τῶν παιδιῶν Του τούς λύκους τοῦ διαβόλου. Μᾶς φανερώθηκε ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Πατρός καί χάρισε μέ τό βάπτισμα τήν υἱοθεσία στούς πιστούς. Μᾶς φανερώθηκε ἡ ζωή ὁλόκληρου τοῦ κόσμου καί μέ τό θάνατό Του θανάτωσε τόν θάνατο ὡς ἀθάνατος καί ἀξίωσε νά ζήσουν ζωή ἀθάνατη, ἐκεῖνοι πού εἶχαν πέσει στή φθορά καί στό θάνατο.

Ἀλλά ἐνῶ ἐγίνονταν ὅλα αὐτά, ὁ Θεός Πατέρας ἀγαλώμενος μέ τήν ὑπερβολική ταπείνωση τοῦ Υἱοῦ, ἀνοίγει διάπλατα τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ καί μέ βροντερή φωνή ξεχειλισμένη ἀπό αἰσθήματα πού πλημμυρίζουνε μιά πατρική καρδιά, ἀνακράζει: «Αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός».

Καί γιά νά μήν μπερδευτεῖ ὁ νοῦς ὅσων ἀκούγανε ὅλα τοῦτα -ἄν εἶναι δηλαδή Υἱός ὁ Βαπτιστής ἤ ὁ Χριστός- ἔρχεται τό Ἅγιον Πνεῦμα, σάν ἄσπρο περιστέρι καί δείχνει Ἐκεῖνον πού βαπτιζόταν καί πού ὁ Θεός Πατέρας τόν μαρτυροῦσε στούς ἀνθρώπους σάν μονογενή Υἱό Του.

Σ᾿ Αὐτόν πρέπει ἡ δόξα, τό κράτος, ἡ τιμή καί ἡ προσκύνηση σήμερα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πηγή: www.imaik.gr

Τὰ δῶρα τῶν Μάγων

Τὰ δῶρα τῶν Μάγων

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

«Καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν» (Ματθ. Β΄11).

Τρία δῶρα ἔφεραν στὸ νεογέννητο Βασιλιά. Καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλουν συμβόλισαν τὴν ἁγία καὶ ζωοποιὸ Τριάδα, στὸ ὄνομα τῆς Ὁποίας ἦρθε στὸν κόσμο τὸ παιδὶ Ἰησοῦς, ἀλλὰ καὶ τὴν τριπλή διακονία τοῦ Κυρίου: τὴ βασιλική, τὴν ἱερατικὴ καὶ τὴν προφητική, γιατί ὁ χρυσὸς συμβολίζει τὴν αὐτοκρατορική, τὸ λιβάνι τὴν ἱερατικὴ καὶ ἡ σμύρνα τὴν προφητικὴ ἢ τὴ θυσιαστική. Τὸ νεογέννητο βρέφος θὰ γινόταν ὁ Βασιλιᾶς τοῦ ἀθάνατου βασιλείου, ὁ ἀναμάρτητος ἱερέας καὶ προφήτης καί, ὅπως οἱ περισσότεροι προφῆτες πρὶν ἀπ’ Αὐτόν, θὰ θανατωνόταν.

Ὅλοι τὸ γνωρίζουν πὼς ὁ χρυσὸς μαρτυρεῖ κάποιον βασιλιὰ καὶ τὴ βασιλεία του. Ὅλοι γνωρίζουν πὼς τὸ λιβάνι μαρτυρεῖ ἱερωσύνη καὶ προσευχή. Κι ἐπίσης ὅλοι γνωρίζουν ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ πὼς τὸ λιβάνι μαρτυρεῖ τὴ θνητότητα. Ὁ Νικόδημος ἄλειψε τὸ σῶμα τοῦ νεκροῦ Ἰησοῦ μὲ μύρα (Ἰωάν. Ιθ΄ 39-40). Ἄλειφαν τὰ σώματα γιὰ νὰ τὰ διατηρήσουν κάπως περισσότερο ἀπὸ τὴ φθορὰ τοῦ θανάτου. Ὁ κόσμος φωτίστηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ ἔλαμψε σὰν χρυσός. Καὶ γέμισε ἀπὸ προσευχὲς καὶ θυμιάματα, ὅπως ἕνας ναός. Ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη γέμισε ἀπὸ τὸ ἄρωμα τῆς διδασκαλίας Του.

Τὰ τρία δῶρα ὅμως συμβολίζουν ἐπίσης τὴν καρτερία καὶ τὸ ἀμετάβλητο. Ὁ χρυσὸς παραμένει χρυσός, τὸ λιβάνι παραμένει λιβάνι καὶ τὸ μύρο παραμένει μύρο. Κανένα ἀπ’ αὐτὰ δὲ χάνει τὴν ἰδιότητά του ὅσα χρόνια κι ἂν περάσουν. Μετὰ ἀπὸ χίλια χρόνια ὁ χρυσὸς ἐξακολουθεῖ νὰ λάμπει, τὸ λιβάνι νὰ καίει καὶ τὸ μύρο διατηρεῖ τὸ ἄρωμά του. Δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ βρεθοῦν ἄλλα πιὸ ἀντιπροσωπευτικὰ ἀντικείμενα στὴ γῆ ποὺ νὰ συμβολίζουν τόσο πιστὰ τὴν ἐπίγεια ἀποστολὴ τοῦ Χριστοῦ ἢ νὰ δείχνουν πιὸ καθαρὰ καὶ ἐκφραστικὰ τὸν αἰώνιο χαρακτήρα τοῦ ἔργου Του στὴ γῆ, καθὼς καὶ ὅλες τὶς πνευματικὲς καὶ ἠθικὲς ἀξίες ποὺ ἔφερε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὸν κόσμο. Ἔφερε τὴν ἀλήθεια, τὴν προσευχή, τὴν ἀθανασία.

Μὲ ποιὸ ἄλλο ἀντικείμενο στὴ γῆ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ χρυσό, θὰ μποροῦσε νὰ συμβολιστεῖ καλύτερα ἡ ἀλήθεια; Ὅ,τι καὶ νὰ κάνεις στὸ χρυσό, αὐτὸς θὰ ἐξακολουθεῖ νὰ λάμπει.

Μὲ ποιὸ ἄλλο ἀντικείμενο θὰ μποροῦσε νὰ συμβολιστεῖ καλύτερα ἡ προσευχὴ ἂν ὄχι μὲ τὸ λιβάνι; Ὅπως ὁ καπνὸς ἀπὸ τὸ λιβάνι γεμίζει τὴν ἐκκλησιὰ ὁλόκληρη, ἔτσι γεμίζει κι ἡ προσευχὴ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ὁ καπνὸς ἀνεβαίνει ψηλά, ἔτσι ἀνεβάζει ἡ προσευχὴ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεό. «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου», λέει ὁ Ψαλμωδὸς (Ψαλμ. ρμα΄ 2). Εἶναι γεγονὸς πὼς κι ἄλλα πράγματα βγάζουν καπνό, μὰ κανένας καπνὸς δὲν ἐμπνέει τὴν ψυχὴ γιὰ προσευχή.

Ποιὸ ἄλλο ἐπίγειο ἀντικείμενο θὰ μποροῦσε νὰ συμβολίσει καλύτερα τὴν ἀθανασία ἀπὸ τὸ μύρο; Ἡ θνητότητα ἀποπνέει δυσωδία, ἐνῶ ἡ ἀθανασία ἔχει μία διαρκή εὐωδία.

Οἱ μάγοι ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ συμβόλισαν ἔτσι ἔστω κι ἀνεπίγνωστα ὁλόκληρη τὴ χριστιανικὴ πίστη. Ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν Ἁγία Τριάδα κι ἔφτασαν ὡς τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν ἀθανασία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ τῶν πιστῶν Του. Δὲν εἶναι ἁπλοὶ προσκυνητές, μὰ πραγματικοὶ προφῆτες. Προφῆτες τόσο τῆς χριστιανικῆς πίστης ὅσο καὶ τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ μόνοι τους, μὲ τὴ δική τους ἀντίληψη καὶ γνώση, δὲν θὰ τὰ ἤξεραν ὅλα αὐτά. Ἦταν ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ποὺ τοὺς ἔστειλε στὴ Βηθλεὲμ καὶ τοὺς ἔδωσε τὸ παράξενο αὐτὸ ἄστρο νὰ τοὺς ὁδηγεῖ.

«Θεὸς ἐπὶ γῆς, ἄνθρωπος ἐν Οὐρανῶ», Ὁμιλίες Α΄.

Πηγή: www.imaik.gr

Στὴν ἁγία Γέννηση τοῦ Χριστοῦ

Στὴν ἁγία Γέννηση τοῦ Χριστοῦ

Μεγάλου Βασιλείου

Τί νὰ σοῦ κάνω ἄνθρωπέ μου; Ἐνῶ ὁ Θεὸς κατοικοῦσε στὰ ὕψη, δὲν προσπάθησες νὰ τὸν συναντήσεις· ὅταν συγκατατέθηκε νὰ κατεβεῖ σὲ σένα καὶ μὲ σάρκα νὰ σοῦ ὁμιλεῖ, δὲν τὸν παραδέχτηκες, ἀλλά ψάχνεις νὰ βρεῖς τὸν τρόπο πῶς θὰ συμφιλιωθεῖς μὲ τὸν Θεό. Νὰ ξέρεις ὅτι γι’ αὐτόν τὸν λόγο ὁ Θεὸς ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα, ἐπειδὴ ἔπρεπε αὐτή ἡ καταραμένη σάρκα νὰ ἁγιασθεῖ, αὐτή πού ἐξασθένησε νὰ ἐνδυναμωθεῖ, αὐτή πού ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ συμφιλιωθεῖ μ’ αὐτόν, αὐτή πού διώχτηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο νὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό.

Ποιὸς εἶναι ὁ χῶρος ὅπου πραγματοποιεῖται τὸ σωτήριο αὐτό σχέδιο; Τὸ σῶμα τῆς ἁγίας Παρθένου. Ποιὰ εἶναι τὰ στοιχεῖα τῆς γεννήσεως; Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἡ δύναμη τοῦ Ὑψίστου, πού κάλυψε τὴ Θεοτόκο. Μᾶλλον ἄκουσε αὐτά τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου πού λένε: «Ἡ μητέρα του ἡ Μαρία ἀρραβωνιάστηκε μὲ τὸν Ἰωσήφ. Προτοῦ ὅμως νὰ συνευρεθοῦν ἔμεινε ἔγκυος μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁίου Πνεύματος». Ἐνῶ ἦταν παρθένος καὶ ἀρραβωνιασμένη μὲ κάποιον, κρίθηκε κατάλληλη νὰ διακονήσει τὸ μυστήριο τῆς Θείας οἰκονομίας, ὥστε καὶ ἡ παρθενία νὰ τιμηθεῖ καὶ ὁ γάμος νὰ μὴν ἐξευτελιστεῖ. Ἡ παρθενία διαλέχτηκε σὰν κατάλληλη γιὰ ἁγιασμό, μὲ τὴ μνηστεία συμπεριλήφθηκαν τὰ στοιχεῖα τοῦ γάμου. Συγχρόνως γιὰ νὰ εἶναι καὶ ὁ Ἰωσὴφ ὁ ἀνάλογος μάρτυρας τῆς ἁγνότητας τῆς Μαρίας καὶ γιὰ νὰ μὴν εἶναι ἐκτεθειμένος στοὺς συκοφάντες, ὅτι τάχα αὐτή βεβήλωσε τὴν παρθενία, τὸν εἶχε μνηστήρα φύλακα τῆς ζωῆς της.

Ἔχω καὶ κάποιον ἄλλο λόγο νὰ πῶ ἐφάμιλλο μ’ αὐτούς πού εἰπώθηκαν, ὅτι ὁ κατάλληλος γιὰ τὴν ἔνανθρωπιση τοῦ Κυρίου χρόνος, ἀπὸ παλιὰ ὁρισμένος καὶ διαταγμένος πρὶν ἀπὸ τὴν ἀρχή τοῦ κόσμου, ἐκείνη τὴ στιγμὴ εἶχε φτάσει· τότε ἔπρεπε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἡ δύναμη τοῦ Ὑψίστου νὰ δώσουν ὑπόσταση σὲ ἐκείνη τὴ θεοφόρο σάρκα. Ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχε σὲ ἐκείνη τὴ γενιὰ τῶν ἀνθρώπων κάποια ἰσότιμη στὴν καθαρότητα μὲ τὴ Μαρία, ὥστε νὰ ὑποδεχτεῖ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος −εἶχε βέβαια ἐξασφαλισθεῖ προηγουμένως μὲ τὴ μνηστεία− διαλέχτηκε ἡ μακαρία Παρθένος χωρὶς νὰ βλαφτεῖ κάτι ἀπὸ τὴν παρθενία της ἐξαιτίας τῆς μνηστείας της.

Ἔχει διατυπώσει κάποιος ἀπό τούς παλιοὺς κι ἕνα ἄλλο ἐπιχείρημα, ὅτι γιὰ νὰ ξεγελαστεῖ ὁ ἄρχοντας τοῦ κακοῦ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, δηλαδὴ ὁ Διάβολος, ἀπὸ τὴν παρθενία τῆς Μαρίας, γι’ αὐτό ἐπινοήθηκε ἡ μνηστεία τοῦ Ἰωσήφ. Γιατί τὸ πρόσχημα τῆς μνηστείας γύρω ἀπὸ τὴν Παρθένο ἐπινοήθηκε κατὰ κάποιο τρόπο γιὰ τὴν ἔπαρση τοῦ πονηροῦ, ὁ ὁποῖος ἀπὸ παλιὰ παρακολουθοῦσε τὶς παρθένες ἀπὸ τότε πού ἄκουσε τὸν Προφήτη νὰ λέει: «Νά, ἡ παρθένος θὰ συλλάβει μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο καὶ θὰ γεννήσει γιό». Ξεγελάστηκε λοιπὸν μὲ τὴ μνηστεία ὁ ἐχθρός τῆς παρθενίας. Γιατί γνώριζε τὴν καταστροφὴ τῆς ἐξουσίας του, πού ἐπρόκειτο νὰ συμβεῖ μὲ τὴ σαρκικὴ ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου.

«Προτοῦ ὅμως συνευρεθοῦν, ἔμεινε ἔγκυος μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ τὰ δύο, δηλαδὴ καὶ τὴν κύηση καὶ τὴν αἰτία της, διαπίστωσε ὁ Ἰωσὴφ ὅτι προέρχονταν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐπειδὴ φοβήθηκε νὰ θεωρεῖται ἄνδρας τέτοιας γυναίκας «ἀποφάσισε νὰ διαλύσει τὸν ἀρραβώνα χωρὶς τὴν ἐπίσημη διαδικασία», χωρὶς νὰ τολμήσει νὰ κάνει γνωστὰ τὰ σχετικὰ μ’ αὐτήν τὴν ὑπόθεση. Ἐπειδὴ ἦταν δίκαιος, τοῦ ἀποκαλύφθηκαν τὰ μυστήρια. «Ὅταν ὅμως κατέληξε σ’ αὐτήν τὴ σκέψη, τοῦ ἐμφανίσθηκε στὸν ὕπνο του ἕνας ἄγγελος σταλμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ εἶπε- “Μὴ διστάσεις νὰ πάρεις στὸ σπίτι σου τὴ Μαριάμ, τὴ γυναίκα σου. Οὔτε νὰ βάλεις στὸ μυαλό σου τὴ σκέψη, ὅτι εἶναι δυνατὸν μὲ ἀστήρικτες ὑπόνοιες νὰ συγκαλύψεις τὴν ἁμαρτία. Ὀνομάστηκες δίκαιος καὶ δὲν ταιριάζει σὲ δίκαιο ἄνθρωπο μὲ τὴ σιωπή του νὰ σκεπάζει τὶς ἁμαρτίες. Μὴ διστάσεις νὰ πάρεις στὸ σπίτι σου τὴ Μαριάμ, τὴ γυναίκα σου”». Ἀπέδειξε ὁ Ἰωσὴφ πώς δὲν ἀγανακτοῦσε οὔτε ἔνιωθε ἀποτροπιασμό, ἀλλά ὅτι σεβόταν τὴ Μαριάμ, ἐπειδὴ ἦταν πλήρης ἀπὸ Ἅγιο Πνεῦμα. «Γιατί τὸ παιδὶ πού περιμένει προέρχεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα». Ἀπ’ αὐτό τὸ γεγονὸς γίνεται ὁλοφάνερο ὅτι ἡ σύσταση τῆς σάρκας τοῦ Κυρίου δὲν ἦταν ὅμοια μὲ τὴν κοινὴ φύση τῆς σάρκας. Γιατί ἀμέσως τὸ ἔμβρυο ἦταν τέλειο κατὰ σάρκα καὶ δὲν σχηματίστηκε μὲ διαδοχικὰ στάδια, ὅπως τὸ δηλώνουν οἱ σημασίες τῶν λέξεων. Δὲν εἰπώθηκε «αὐτό πού κυοφορήθηκε», ἀλλά «αὐτό πού γεννήθηκε». Ἐπειδὴ ἡ σάρκα διαμορφώθηκε ἀπὸ ἁγιωσύνη, ἦταν ἄξια νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὴ θεότητα τοῦ Μονογενῆ.

«Θὰ γεννήσει γιὸ καὶ θὰ τοῦ δώσεις τὸ ὄνομα Ἰησοῦς». Ἔχουμε παρατηρήσει ὅτι ὅπου μπαίνουν ἐπίτηδες ὀνόματα, αὐτά ὑποδηλώνουν τὴ φύση πού κρύβεται πίσω τους, ὅπως παραδείγματος χάριν τὰ ὀνόματα Ἀβραάμ, Ἰσαὰκ καὶ Ἰσραήλ. Γι’ αὐτό καὶ τώρα ὀνομάζεται Ἰησοῦς, δηλαδὴ «Σωτηρία τοῦ λαοῦ». Ἤδη τὸ προκαθορισμένο πρὶν ἀπὸ αἰῶνες μυστήριο καὶ τὸ ὁποῖο ἀπὸ παλιὰ διακηρύχθηκε, πραγματοποιοῦνταν. «Νά, ἡ παρθένος θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει γιὸ καὶ θὰ τοῦ δώσουν τὸ ὄνομα Ἐμμανουήλ, πού σημαίνει, Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». Καὶ ἡ παλιὰ γνωστὴ ὀνομασία ὁλόκληρου τοῦ μυστηρίου ἔχει τὴν ἑρμηνεία της, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀνάμεσα στοὺς ἄνθρωπους, ἐπειδὴ ἑρμηνεύεται, λέει, τὸ Ἐμμανουὴλ «Ὃ Θεὸς εἶναι μαζί μας».

Κανεὶς λοιπὸν νὰ μὴν ἀλλάξει γνώμη ἐξαιτίας τῶν ἰουδαϊκῶν ὕβρεων, οἱ ὁποῖες λένε ὅτι ὁ προφήτης ὀνόμασε τὴ Μαριὰμ νεάνιδα κι ὄχι παρθένο. Λένε: «Νά, ἡ νεάνιδα θὰ μείνει ἔγκυος». Πρῶτα βέβαια αὐτό πού ἔδωσε ὁ Κύριος ὡς σημεῖο εἶναι τὸ πιὸ παράδοξο ἀπ’ ὅλα, δηλαδὴ αὐτό πού ὄντας κοινὸ νὰ θεωρεῖται πώς εἶναι παραδεκτὸ ἀπ’ ὅλη τὴ φύση. Γιατί τί λέει ὁ Προφήτης; «Μίλησε ὁ Κύριος καὶ πάλι στὸν Ἀχαζ καὶ εἶπε: “Γιὰ νὰ πιστέψεις αὐτά πού εἶπα, ζήτησε νὰ γίνει κάποιο σημεῖο ἀπὸ τὸν Κύριο τὸν θεό σου ἡ στὰ βάθη τῆς γῆς ἡ στὰ ὕψη τοῦ οὐρανοῦ”. Ἀπάντησε ὁ “Ἄχαζ: “Δὲν πρόκειται ἐγώ νὰ ζητήσω κάτι τέτοιο καὶ δὲν θὰ βάλω σὲ πειρασμὸ τὸν Κύριο”». Ἔπειτα ἀπὸ μερικὰ ἄλλα λέγει: «Γι’ αὐτό θὰ δώσει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος σὲ σᾶς σημεῖο, δηλαδὴ μεγάλο καὶ καταπληκτικὸ θαῦμα. Νά, ἡ παρθένος θὰ συλλάβει». Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ Ἄχαζ δὲν ζήτησε νὰ γίνει σημεῖο βαθιὰ στὴ γῆ ἡ ψηλὰ στὸν οὐρανό, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι αὐτός πού κατέβηκε στὰ βάθη τῆς γῆς εἶναι ὁ ἴδιος πού ἀνέβηκε πάνω ἀπό τούς οὐρανούς, γι’ αὐτό ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔδωσε σημεῖο, ἕνα σημεῖο κάπως παράδοξο καὶ ἀλλόκοτο καὶ πάρα πολὺ διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν κοινὴ φύση, δηλαδὴ ἡ ἴδια γυναίκα νὰ εἶναι καὶ παρθένος καὶ μητέρα καὶ νὰ ἀπολαμβάνει τὸν ἁγιασμὸ τῆς παρθενίας καὶ νὰ κληρονομεῖ τὴν εὐλογία τῆς τεκνογονίας.

Ἂν μερικοὶ ἀπό τούς μεταφραστὲς τῆς ἑβραϊκῆς γλώσσας μετὲφρασαν γράφοντας ἀντὶ τὴ λέξη παρθένος τὴ λέξη νεάνιδα, αὐτό δὲν βλάπτει καθόλου τὴ μετάφραση τῆς Γραφῆς. Γιατί συναντήσαμε μὲ τὴν ἐπαφή μας μὲ τὴ Γραφὴ πολλὲς φορὲς νὰ ἐπαναλαμβάνεται ἡ λέξη νεάνιδα ἀντὶ παρθένος, ὅπως παραδείγματος χάριν στὸ Δευτερονόμιο πού λέει: «Ἂν ἕνας ἄνδρας συναντήσει μιὰ παρθένο, ἡ ὁποία δὲν εἶναι μνηστευμένη, καὶ τὴν βιάσει ἀφοῦ κοιμηθεῖ μαζί της καὶ ἀνακαλυφθεῖ αὐτός πού διέπραξε αὐτό τὸ ἀδίκημα, θὰ δώσει αὐτός ὁ ἄνθρωπος στὸν πατέρα τῆς νεαρῆς πενήντα ἀργυρά δίδραχμα».

«Ὅταν ξύπνησε, πῆρε σπίτι του τὴ γυναίκα του». Καὶ παρόλο πού ἔνιωθε τὴν κατάλληλη διάθεση καὶ στοργὴ καὶ κάθε φροντίδα πού μᾶς ἐπιβάλλει ἡ συγκατοίκηση, ἀφοῦ τὴ θεωροῦσε γυναίκα του, ἀπεῖχε ἀπὸ τὰ συζυγικά του καθήκοντα. Λέει ἡ Γραφή: «Καὶ δὲν εἶχε συζυγικὲς σχέσεις μαζί της, ὡσότου γέννησε τὸν Υἱό της, τὸν πρωτότοκο». Αὐτό δημιουργεῖ ἤδη τὴν ὑπόνοια, ὅτι μετὰ τὴν καθαρὴ διαδικασία τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἴσως ἡ Μαρία δὲν ἀρνήθηκε νὰ ἐκτελέσει τὰ νόμιμα συζυγικά της καθήκοντα. Ἂν καὶ δὲν βλάπτεται καθόλου ὁ εὐλαβής λόγος -γιατί ἡ παρθενία ἦταν ἀναγκαία μέχρι νὰ ἐξυπηρετηθεῖ τὸ σχέδιο τῆς Θείας οἰκονομίας, ἐνῶ τὰ παραπέρα εἶναι ἄσχετα μὲ τὴν πορεία τοῦ μυστηρίου-, ὅμως ἐπειδὴ οἱ φιλόχριστοι δὲν ἀνέχονται νὰ ἀκοῦν ὅτι κάποτε σταμάτησε ἡ Θεοτόκος νὰ εἶναι παρθένος, ἐγώ θεωρῶ αὐτές τὶς ἀποδείξεις πειστικές.

Σχετικὰ μὲ τὸ χωρίο πού λέει ὅτι: «Δὲν εἶχε συζυγικὲς σχέσεις μαζί της, ὡσότου γέννησε τὸν Υἱό της», ἡ λέξη «ὡσότου» σὲ πολλὲς περιστάσεις φαίνεται πώς ὑποδηλώνει κάποιον χρονικὸ περιορισμό, στὴν πραγματικότητα ὅμως δείχνει κάτι ἀόριστο. Παρόμοιο εἶναι κι αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος: «Κι ἐγώ θὰ εἶμαι μαζί σας πάντα, ὡς τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου». Ὁ Κύριος βέβαια δὲν ἐπρόκειτο μετὰ ἀπ’ αὐτήν τὴ ζωὴ νὰ μὴ βρίσκεται μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους. Ἐδῶ ἡ ὕποσχεση τοῦ παρόντος δηλώνει τὸ αἰώνιο, δὲν εἶναι διαγραφὴ τοῦ μέλλοντος. Μὲ τὴν ἴδια σημασία ἰσχυρίζομαι ὅτι καὶ σ’ αὐτό τὸ σημεῖο χρησιμοποιήθηκε τὸ «ὡσότου».

Ἐπειδὴ ἔχει χρησιμοποιηθεῖ ἡ λέξη «πρωτότοκος», δὲν πρέπει καθόλου νὰ συνδέεται ἡ λέξη πρωτότοκος μὲ μεταγενέστερα παιδιά, γιατί πρωτότοκος ὀνομάζεται αὐτός πού πρῶτος διανοίγει τὴ μήτρα. Μᾶς διδάσκει ἐπὶ πλέον καὶ ἡ ἱστορία τοῦ Ζαχαρία, ὅτι ἡ Μαρία ἦταν παρθένος γιὰ ὅλη της τὴ ζωή. Ὑπάρχει μιὰ πληροφορία, πού ἔφτασε σὲ μᾶς μὲ τὴν παράδοση, πού λέει ὅτι ἐπειδὴ ὁ Ζαχαρίας στὸν προορισμένο γιὰ τὶς παρθένες χῶρο τοῦ ναοῦ τοποθέτησε τὴ Μαριὰμ μετὰ τὴ Γέννηση τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτό σκοτώθηκε ἄγρια μεταξύ του ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου, ἀφοῦ κατηγορήθηκε ἀπὸ τὸν λαό, ὅτι μ’ αὐτή τὴν πράξη του κατασκεύασε τὴ γνωστὴ παράδοξη καὶ πολυσυζητημένη ἄποψη, πού ἔλεγε ὅτι γέννησε ἡ παρθένος χωρὶς νὰ καταστρέψει τὴν παρθενία της.