Λόγος στὴν Γέννηση τοῦ Σωτῆρος

Λόγος στὴν Γέννηση τοῦ Σωτῆρος

Ἅγιος Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος

Γνωρίζουμε βεβαίως ὅλοι, ὅτι ὁ αἰσθητὸς αὐτὸς ἥλιος ἀποστέλλει τὸ φῶς του σὲ ὅλη τὴν ὑφήλιο, «καὶ οὐκ ἔστιν (οὐδεὶς) ὡς ἀποκρυβήσεται τῆς θέρμης αὐτοῦ»καὶ ἀπὸ τῆς διαυγέστατης λαμπρότητός του. Πολλὲς φορὲς ὅμως οἱ ὁλόλαμπρες ἀκτίνες του καλύπτονται ἀπὸ νέφη καὶ ὁμίχλη ἢ ἀπὸ τὸ φύλλωμα τῶν δένδρων, ἀλλὰ καὶ πάλι, ἡ πνοὴ κάποιου ἀνέμου διαλύει τὸ νεφικὸ ἐπικάλυμμα καὶ τὴν ὁμίχλη ἐκείνη καὶ ἐπιτρέπει στὶς φεγγοβόλες ἀκτίνες νὰ ἐξαπλωθοῦν τρανῶς σὲ ὅλη τὴν κτίση.

Τὸν δὲ πρὸ ἡλίου «ἥλιον τῆς δικαιοσύνης» τὸν νοητό, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθη σήμερα ἀπὸ τὴν «κούφη νεφέλη», ἀπὸ τὴν φωτοφόρο καὶ ἡλιακὴ καὶ πάναγνο κοιλία παραδόξως, καλύπτει ἡ τοῦ «δούλου μορφή», τὰ νηπιώδη σπάργανα καὶ τὸ σπήλαιο τὸ φτωχὸ καὶ συμφώνως μὲ τὴν οἰκονομία καὶ ὁρισμένα ἄλλα, τὰ ὁποῖα συμβολίζουν τὴν πτωχεία καὶ τὴν ταπεινότητα.

Καθὼς ὅμως ἤδη ἐλέχθη, ἡ πνοὴ καὶ ἡ ὁρμὴ τοῦ ἀνέμου διασκορπίζει τὸ κάλυμμα τοῦ νέφους καὶ τῆς ὁμίχλης καὶ φανερώνει καθαρὰ τὶς ἡλιακὲς ἀκτίνες· ἔτσι συμβαίνει καὶ ἐδῶ, μὲ τὸν «ἥλιον τῆς δικαιοσύνης», τὸν Θεὸ καὶ Δεσπότη ὁ Ὁποῖος καλύπτεται μὲ σπάργανα καὶ κρύπτεται σὲ σπήλαιον καὶ φάτνη ἀλόγων ζώων γιὰ τὴν πολλή του συγκατάβαση καὶ «δι’ ὑπερβολὴν ἀγαθότητος»· τὸ συνεργὸν Πανάγιον Πνεῦμα καὶ ἡ εὐδοκία τοῦ Πατρὸς τὸν φανερώνει καθαρά, αὐτὸν τὸν κρυπτόμενον στὴν φάτνη ἥλιον καὶ Θεὸν καὶ κινεῖ ὅλη τὴν κτίση, τὴν ὁρατὴ καὶ τὴν ἀόρατη, νὰ προστρέξει καὶ νὰ κηρύξει τὸν Βασιλέα τῆς δόξης καὶ Δημιουργὸ τῶν ὅλων, ὁ Ὁποῖος κρύπτεται σὲ σπήλαιο καὶ φάτνη, περιτυλιγμένος μὲ τὰ σπάργανα. Ἐκεῖ ὅπου ἦλθαν ἀδιστάκτως καὶ «οἱ μάγοι ἐξ ἀνατολῶν» μετὰ δώρων πολυτελῶν νὰ δωροφορήσουν καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουν πιστῶς. Καὶ ὄχι μόνον αὐτοί, ἀλλὰ καὶ ἄγγελοι κατῆλθαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἀνακραύγαζαν μελωδικὰ, πρὸς τὸν «ἐν ὑψίστοις Θεὸν καὶ ἐπὶ γῆς» εἰρηνάρχην, γιὰ τὴν καταλλαγὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ πραγματοποίησε μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Πατρός· τοῦ ἀπένειμαν ὡς Βασιλέα τους τὴν ὀφειλόμενη ἐπευφημία καὶ ἀπεκάλυψαν τρανῶς τὸν κρυπτόμενον ἀκόμη Βασιλέα καὶ τὸν ἀνήγγειλαν στοὺς πλησιοχώρους ποιμένες ὅπως ἤρμοζε σὲ αὐτούς, ὡς «ποιμένα τῶν προβάτων τὸν μέγαν». «Ὅτι ἐτέχθη», λέγει, «ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὡς ἔστι Χριστὸς Κύριος ἐν πόλει Δαυΐδ. Καὶ τοῦτο ὑμῖν τὸ σημεῖον εὑρήσετε βρέφος ἐσπαργανωμένον καὶ κείμενον ἐν φάτνη».

Καθὼς ἤκουσαν αὐτὰ «οἱ ποιμένες εἶπον πρὸς ἀλλήλους. Διέλθωμεν δὴ εἰς Βηθλεὲμ καὶ ἴδωμεν τὸ ρῆμα τοῦτο, ὃ ὁ Κύριος ἐγνώρισεν ἡμῖν. Καὶ ἦλθον σπεύσαντες καὶ εὗρον τὴν τε Μαρίαν καὶ τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὸ βρέφος κείμενον ἐν τῇ φάτνῃ, καὶ ἰδόντες διεγνώρισαν» στὸν λαόν, «καὶ ὑπέστρεψαν δοξάζοντες καὶ αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον, καθὼς ἐλαλήθη πρὸς αὐτούς».

Γιὰ ποιὸ λόγο διαφημίζεται καὶ μεγαλύνεται ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ ὁ κρυπτόμενος ὡς νήπιον σὲ σπήλαιον καὶ φάτνη; Εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὸ γίνεται γιὰ νὰ γνωστοποιηθεῖ σὲ ὅλη τὴν κτίση ὅτι τὸ βρέφος αὐτὸ ἐξουσιάζει ὅλα τὰ ἀόρατα καὶ τὰ ὁρατὰ καὶ ὅτι εἶναι ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης.

Γι’ αὐτὸ μάλιστα καὶ ὅλη ἡ κτίση, σύμφωνα μὲ τὸν φυσικὸ νόμο, ἔμεινε ἀκίνητη ἀπὸ σεβασμὸ πρὸς τὸν παράδοξο καὶ ἀπόρρητο ἐκεῖνο τοκετό, ὥστε οἱ ροὲς τῶν ποταμῶν καὶ οἱ ἀναβλύσεις τῶν πηγῶν καὶ οἱ κινήσεις τῶν θαλασσῶν καὶ οἱ πτήσεις τῶν πουλιῶν καὶ οἱ πορεῖες τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἑρπετῶν καὶ τῶν θηρίων καὶ τῶν τετραπόδων καὶ γενικὰ ὅλη ἡ φύση καὶ ἡ κτίση, οὐράνιος καὶ ἐπίγειος «ἔστη καὶ ἐξέστη καὶ ἤργησε» καὶ γιὰ μία στιγμὴ διέκοψε τὴν κίνηση καὶ τὴν ἐργασία της, μέχρι νὰ τελειώσει τὸ μυστήριο τοῦ παραδόξου καὶ ἀπορρήτου ἐκείνου τοκετοῦ, ὅπως σαφῶς μᾶς ἐμήνυσε ἡ περὶ τούτων ἱστορία.

Καὶ ἐγὼ τὸ δέχομαι αὐτὸ καὶ τὸ πιστεύω πρόθυμα καὶ πείθομαι, ἐπειδὴ εἶναι ἀπίθανο τὴ στιγμὴ ποὺ πραγματοποιεῖται τόσο μεγάλο ἔργο νὰ τολμᾶ καὶ κάποιο ἄλλο νὰ λαμβάνει χώρα καὶ νὰ κινεῖται ἔστω κατ’ ἐλάχιστον. Ἀλλὰ ὅλα μαζὶ ἀκινητοποιήθηκαν σὰν νὰ ἀποδεσμεύτηκαν πρὸς στιγμὴν ἀπὸ τὸν νόμο τῆς φύσεως, λογικὰ καὶ ἄλογα, ὁρατὰ καὶ ἀόρατα, σεβόμενα ὡς δοῦλοι τὸν Δεσπότη. Διότι λέει, «ἐθεμελίωσας τὴν γῆν καὶ διαμένει, ὅτι τὰ σύμπαντα δούλα σά». Ἐπειδὴ λοιπὸν «τὰ σύμπαντα δούλα αὐτοῦ» καὶ ἠσθάνοντο τὸ μέγα ἔργον τοῦ Κυρίου των, τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου, κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ κτίσματα στάθηκε ἀπαρασάλευτο μέχρι ποὺ ὁλοκληρώθηκε ἐκεῖνο τὸ θεῖο ἔργο, καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἡ κτίση συνέχισε κανονικὰ τὴν ἐργασία της.

Ὄντως «ἐξέστη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ τούτῳ καὶ τῆς γῆς κατεπλάγη τὰ πέρατα» «ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν καὶ υἱὸς Θεοῦ ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχὴ ἐπὶ τοῦ ὤμου αὐτοῦ καὶ συναϊδίου Πατρὸς καὶ τῆς εἰρήνης αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ὅριον, καλεῖται τὸ ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».

Καὶ «ἄγγελος» μὲν λέγεται ἐπειδὴ φέρει ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα Εὐαγγέλια καταλλακτήρια, δηλαδὴ καλά, χαρούμενα μηνύματα συνδιαλλαγῆς καὶ συμφιλιώσεως μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, καὶ διὰ τοῦ θείου Βαπτίσματος υἱοθεσίας ἀξιωτήρια, καὶ τῆς φύσεώς μας ἀπὸ τὴν πονηρὴ δουλεία ἁπαλλακτήρια, καὶ τοῦ θανάτου παντελῶς ἀναιρετήρια καὶ τοῦ διαβόλου ἀσυμπαθῶς φυγαδευτήρια, καὶ τῆς τυραννίδος τῶν δαιμόνων δεσμωτήρια καὶ πολυχρονίων νεκρῶν ἐξαναστήρια, καὶ μυστηρίων νέων καὶ μεγάλων παραδοτήρια· καὶ ὄχι μόνον αὐτά, ἀλλὰ καὶ Βασιλείας Οὐρανῶν ὑποσχετήρια καὶ γιὰ ὅσους ἐβίωσαν καλῶς ἀθανάτου κληρονομιᾶς ἀποδοτήρια.

Σὲ αὐτὰ τὰ Εὐαγγέλια διασώζεται τὸ μυστήριο τῆς ἀμωμήτου πίστεως, ἡ σφραγὶς τοῦ τρισάγιου Θεοῦ· καὶ ἄλλων πολλῶν καὶ μεγάλων δωρεῶν καὶ μυστηρίων φρικτῶν Εὐαγγέλια ἔφερε, τῶν ὁποίων αὐτὸς ὁ ἴδιος ἔγινε καὶ δοτήρας καὶ διδάσκαλος. Καὶ ὁπωσδήποτε εὐλόγως λέγεται καὶ «μεγάλης βουλῆς», θείας καὶ πρακτικῆς, «ἄγγελος». Τὸ δὲ «θαυμαστὸς σύμβουλος» τὸ λέγει ἐπειδὴ ἔχει τὴν ὕπαρξη «πρὸ τῶν αἰώνων καὶ ἐν ἀρχῇ» μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα του καὶ τὸ Πνεῦμα συναΐδιον καὶ τῆς ἰδίας μὲ αὐτοὺς φύσεως. Σύμβουλός του εἶναι ἡ «μεγάλη βουλή», ὁ Πατὴρ καὶ Θεός. Τί συμβούλευσε; Εἶναι φανερὸν ὅτι νὰ κτίσει τὸν ἀόρατο καὶ ὁρώμενο κόσμο καὶ ὅλα τὰ κοσμήματα ποὺ ὑπάρχουν σὲ αὐτοὺς καὶ τὸν ἄνθρωπο, καὶ νὰ συγκρατοῦνται δι’ αὐτοῦ καὶ νὰ συνέχωνται τὰ πάντα, ὥστε νὰ διαμένουν τὰ σύμπαντα καὶ νὰ διασώζονται μὲ τὸν καλύτερο τρόπο. Καὶ δὲν τὸ ἔκαμε αὐτὸ ἀσυμβούλως, οὔτε πάλι τοῦ λέγει προστακτικῶς νὰ κτίσει τὸν κόσμο καὶ μέσα σὲ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ συμβουλευόμενος θαυμαστῶς τὸν θαυμαστὸ αὐτὸ σύμβουλο καὶ Ἀγαπητὸ Υἱό Του, λέει· «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» ποὺ σημαίνει Θεὸν ἐπίγειο καὶ ἀρχηγό, ὁ ὁποῖος λόγω τοῦ αὐτεξουσίου εἰκονίζει τὸν Θεὸ «καθ’ ὁμοίωσιν» δέ, δηλαδὴ ἀθάνατο καί, ὅσο εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπο, ἱκανὸ νὰ ὁμοιωθεῖ διὰ τῆς ἀρετῆς μὲ τὸν Θεό. Πράγματι λοιπὸν «πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο» τοῦ θαυμαστοῦ συμβούλου, «καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲν ἐν ὃ γέγονε», ὅπως ἔχει γραφεῖ.

Τὸ δὲ «Θεὸς ἰσχυρὸς» διακηρύσσει τρανῶς τὸ ἰσχυρό της θείας φύσεως· διότι ὑπάρχουν καὶ οἱ εἰδωλικοὶ ψευδώνυμοι θεοί, δὲν εἶναι ὅμως καὶ ἰσχυροί. Ὥστε καὶ ἐσὺ ἀκούοντας «ὅτι παιδίον ἐγεννήθη καὶ ἐδόθη ἡμῖν» νὰ μὴν ὑποπτευθεῖς ὅτι εἶναι ἁπλὸ αὐτὸ τὸ παιδὶ καὶ ἐφάμιλλο μὲ τὰ ἄλλα παιδιά, ἀλλὰ νὰ ἐννοήσεις ὅτι αὐτὸ τὸ παιδὶ εἶναι καὶ θαυμαστὸς σύμβουλος τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός· «καὶ τῆς εἰρήνης αὐτοῦ οὐκ ἐστιν ὅριον», ὅπως ἤδη ἐλέχθη· διότι αὐτὸ τὸ παιδὶ ἔχει ἀπεριόριστο καὶ ἀπέραντο πλοῦτο εἰρήνης μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα Του καὶ μὲ τὸ Πνεῦμα.

Τὸ δὲ «πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» θέλει νὰ φανερώσει τὸ δημιουργικὸ καὶ προάναρχο τοῦπαιδιοῦ αὐτοῦ ποὺ γεννήθηκε. Ὅπως δηλαδὴ κάποιος ποὺ ἔχει γίνει πατέρας πολλῶν παιδιῶν εἶναι αἴτιος τῆς πλάσεως καὶ τῆς γεννήσεώς τους, ἔτσι καὶ τὸ παιδὶ αὐτὸ ποὺ γεννήθηκε εἶναι κτίστης καὶ γεννήτορας ὅλων τῶν δημιουργημάτων, ἄρχοντας καὶ πατέρας καὶ ἡγέτης τῶν ἑπτὰ παρερχομένων αἰώνων καὶ τοῦ ἀπέραντου ὀγδόου, γι’ αὐτὸ καὶ λέγεται «πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».

«Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» σήμερα καὶ σπαργανώθηκε παιδικά, αὐτὸς ποὺ σπαργάνωσε παλαιὰ μὲ ὁμίχλη τὴν θάλασσα. «Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν», τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχὴ εἶναι ἄναρχος καὶ τέλος δὲν ἔχει.

«Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν», τὸ ὁποῖο συγκρατεῖ, ὡς δούλα του, τὰ σύμπαντα· γι’ αὐτὸ καὶ ὡς δούλα τὸ ὑπηρετοῦν καὶ τὸ ἐπευφημοῦν καὶ τοῦ προσφέρουν δῶρα· οἱ μάγοι καὶ ὁ ἀστέρας, οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ποιμένες, τὸ σπήλαιο καὶ ἡ φάτνη, ἡ Παρθένος Μητέρα ὑπερφυῶς καὶ ὁ μνήστωρ Ἰωσὴφ ὁ τεχνίτης, φαινόμενος ὡς πατέρας τοῦ τεχνουργοῦ τῶν πάντων. Λείπει ὅμως ἡ ἐπιστασία τῶν μαιῶν ἀπὸ τὸν τίμιο ἐκεῖνο καὶ παράδοξο καὶ παρθενικὸ τοκετὸ διότι ἐκεῖ ποὺ γίνεται μητέρα ἡ Παρθένος μὲ τὴν ἐπισκίαση τῆς Δυνάμεως τοῦ Ὑψίστου, μαῖες δὲν χρειάζονται. Αὐτὰ λοιπὸν καὶ τὰ ἰσότιμα μὲ αὐτὰ φανέρωναν σαφῶς τὴν θεαρχία καὶ παντοκρατορία τοῦ νεογέννητου παιδιοῦ. «Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο χωρὶς πατέρα αὐτὸ ποὺ ἐγεννήθη «ἐκ γαστρὸς πρὸ ἑωσφόρου» ἀπὸ τὸν Πατέρα χωρὶς μητέρα.

«Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» κριτὴς ζώντων καὶ νεκρῶν.

«Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» καὶ φανέρωσε σήμερα τὸ προαιώνιο μυστήριο, καὶ ἔτσι περατώθηκε μὲ τὸν καλύτερο τρόπο ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως» διεῖδαν ἀπὸ παλαιὰ οἱ Προφῆτες· προέλεγαν δηλαδὴ ὅτι «ἐκ Σιών ἐξελεύσεται νόμος καὶ λόγος Κυρίου ἐξ Ἱερουσαλὴμ» καὶ ὅτι «ὁ Θεὸς ἀπὸ Θαιμᾶν ἤξει» καὶ ὅτι «ἐκ Σιών ἡ εὐπρέπεια τῆς ὡραιότητος αὐτοῦ» καὶ ὅτι «ἐξελεύσεται ράβδος ἐκ τῆς ρίζης Ἰεσσαὶ» καὶ τὰ λοιπά.

«Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν», τὴν γέννηση τοῦ ὁποίου ἐμυήθησαν οἱ μάγοι, οἱ βασιλεῖς τῶν Περσῶν καὶ ἦλθαν μὲ ὁδηγὸ τὸν ἀστέρα νὰ τὸν προσκυνήσουν, αὐτοὶ τοὺς ὁποίους ἡ ἁγία Γραφὴ ὀνόμασε ἀπὸ παλαιὰ Σεβωείμ, λέγοντας: «ὅτι ἄνδρες ὑψηλοὶ Σεβωεὶμ διαβήσονται πρὸς σὲ καὶ προσκυνήσουσι λέγοντες ὅτι ἐν σοί ὁ Θεός ἐστι καὶ οὐκ ἐστὶ Θεὸς πλήν σου». Αὐτοὶ λοιπὸν οἱ ἄνδρες ἦλθαν καὶ τὸν προσκύνησαν καὶ θεολογώντας τοῦ προσέφεραν δῶρα· χρυσὸν μὲν ἐπειδὴ εἶναι Βασιλεύς, λίβανον ἐπειδὴ εἶναι Θεὸς καὶ σμύρνα γιὰ τὸ ἄχραντον Πάθος· τὴν ἔκβαση αὐτοῦ ἔφερε εἰς πέρας ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, ὅταν μετὰ τὸ Πάθος κήδευσαν τὸ ζωηφόρο Ἐκεῖνο σῶμα μὲ ἑκατὸ λίτρες σμύρνης καὶ ἀλόης.

«Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» καὶ εἶναι τώρα ξαπλωμένο στὴ φάτνη, αὐτὸς ὁ Ὁποῖος κρατεῖ στὸ χέρι του τὴ σφαίρα τῆς γῆς καὶ συγκρατεῖ θεοπρεπῶς καὶ ἀνέτως ὅλη τὴν κτίση.

Καὶ γιὰ νὰ πῶ συγκεφαλαιώνοντας τὸ πληρέστατο παραλείποντας τὰ περισσότερα, «ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» κόσμου σωτήριον, νοσημάτων ἰατήριον. δαιμόνων ἀφανιστήριον, εἰδωλικῶν ξοάνων καὶ βωμῶν καταλυτήριον, θυσιῶν διαβολικῶν καὶ βέβηλων κνισσῶν ἐξαλειπτήριον, τυραννικῆς διαβόλου ἀποστασίας ἁλυσοδετήριον αἰώνιον. καὶ καθολικῆς ἀναστάσεως νεκρῶν ἀρχετήριον.

Ποιὸς εἶδε ἢ ἄκουσε ποτὲ παρόμοιο παιδὶ νὰ εἶναι ξαπλωμένο σὲ φάτνη περιτυλιγμένο μὲ σπάργανα καὶ νὰ κρατεῖ στὴν παλάμη του τὰ σύμπαντα, νὰ προσκαλεῖ στὰ ὕψη τὸ ὕδωρ τῆς θαλάσσης καὶ νὰ τὸ διαχέει ὅπου θέλει, νὰ ἀναπαύεται στὴ φάτνη καὶ συγχρόνως νὰ χρησιμοποιεῖ σὰν ὄχημα τὰ χερουβίμ, νὰ γαλακτοτροφῆται ἀπὸ Μητέρα παρθένο καὶ νὰ «ἐξαποστέλλη πηγάς ὑδάτων ἐν φάραγξι», νὰ περικρατῆται σὲ παρθενικὲς ἀγκάλες καὶ νὰ κρατεῖ ἀσφαλῶς τὰ σύμπαντα: «Ὢ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ!», ὅπως ἀναφωνεῖ καὶ ὁ θεῖος Παῦλος. Ὢ θαύματος παραδόξου, ἀπὸ τὰ σύγχρονα καὶ τὰ παλαιὰ καινοφανεστέρου. Ὢ θείας κηδεμονίας καὶ ἄκρας συγκαταβάσεως. Πῶς ὁ ἀπεριόριστος Λόγος καὶ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς περιορίστηκε ἑκούσια μέσα στὴ μορφὴ τοῦ δούλου; Πῶς ὁ κατὰ φύσιν ἀσώματος περιεβλήθη μὲ σῶμα; Πῶς φάνηκε αὐτὸς ποὺ εἶναι καὶ στοὺς ἀγγέλους ἀθέατος; Πῶς ὁ κτίστης τῶν ἀθανάτων δυνάμεων καταδέχτηκε νὰ φορέσει σάρκα; Πῶς αὐτὸς ποὺ διαθέτει τὸν ἀσύγκριτο πλοῦτο τῆς θεότητος καὶ χαρίζει τὰ πλούσια δῶρα ἔφθασε στὴν ἔσχατη πτωχεία; Πράγματι, τί πτωχότερο μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἀπὸ τὸ βουστάσιο καὶ τὴ φάτνη καὶ τὸ σπήλαιο; Πῶς ὡράθη παραδόξως ὁ ἀόρατος; Πῶς ὁ Ὕψιστος κατέβηκε; Πῶς ὁ ὑπερουράνιος ἠθέλησε νὰ ζήσει μαζὶ μὲ ἐμᾶς τοὺς χαμηλούς; Πῶς ὁ περικυκλούμενος ἀπὸ στρατιὲς λαμπρότατων ἀγγέλων ἦλθε νὰ συναναστραφεῖ μὲ τοὺς ἀνθρώπους; Πῶς ὁ «περιβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον» περιβάλλεται μὲ σπάργανα εὐτελῆ; Πῶς ὁ ὑπερκαθαρὸς κατῆλθε πρὸς ἐμᾶς ποὺ εὑρισκόμεθα στὸν λάκκο καὶ τὴν σαπρία τῶν ὀλέθριων παθῶν; Γιὰ ποιὸν λόγο, γιατί ἔγινε ἡ ἀσύλληπτος αὐτὴ καὶ πολλὴ συγκατάβαση; Εἶναι βεβαίως φανερὸ γιὰ ὅσους θέλουν νὰ ἐρευνήσουν τὴ δύναμη τοῦ μυστηρίου· θὰ τὸ διασαφήσω σύντομα χρησιμοποιώντας μία εἰκόνα. Ὅπως κάποιος ποὺ ἔχει πέσει σὲ λάκκο βαθύτατο καὶ βορβορώδη δὲν μπορεῖ νὰ ἀνέλθει μόνος του ἀπὸ ἐκεῖ, ἀλλὰ χρειάζεται κάποιο χέρι ἀπὸ ἐπάνω νὰ τὸν ἀνασύρει, κάτι παρόμοιο ἔπαθε καὶ ἡ φύση μας· ἐπωμίστηκε δεινῶς μὲ τὴν πτώση στὸ βόθρο τῆς παραβάσεως καὶ πεσμένη στὸ λάκκο τοῦ Ἅδη εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ κάποιο χέρι πανίσχυρο γιὰ νὰ τὴν ἀνασύρει. Καὶ ἐπειδὴ κανενὸς συνδούλου χέρι δὲν εἶχε αὐτὴ τὴν ἱκανότητα, ἐκτείνεται ἀπὸ ἐπάνω, ἀπὸ τὰ θεία ὑψώματα «ἡ πανσθενουργὸς δεξιὰ» πρὸς τὰ κάτω, ἡ ὁποία, καὶ ὡς πατρικὴ δεξιά, ὄχι μόνο ἀνείλκυσε ἀπὸ τὸν λάκκο ἐκεῖνο αὐτοὺς ποὺ εἶχαν πέσει, ἀλλὰ καὶ «τῷ πλήθει τῆς δόξης καὶ τῆς δυνάμεως αὐτῆς συνέτριψε τοὺς ὑπεναντίους», ὅπως ἔχει γραφεῖ, καὶ λαμβάνοντας ὑπεφυῶς τὴ φύση μας, ἡ ὁποία εἶχε ριφθεῖ ἐκεῖ, τὴν ὁδήγησε ὑψηλὰ στοὺς οὐρανοὺς καὶ ἀφοῦ τὴν κάθισε στὸ θρόνο ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρὸς τὴν ἀξίωσε νὰ προσκυνεῖται ἀπὸ ὅλη τὴν κτίση, καὶ προσκαλώντας ἐμᾶς ἐκεῖ ἔλεγε «εἰ τὶς ἐμοὶ διακονεῖ, ἐμοὶ ἀκολουθείτω, ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγώ, ἐκεῖ καὶ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται». Ὁμοίως καὶ ὁ μακάριος Παῦλος συνιστᾶ: «Τὰ ἄνω ζητεῖν, τὰ ἄνω φρονεῖν, ἔνθα κάθηται Χριστὸς ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός».

Πηγή: www.imaik.gr

Γιατί ὁ Θεὸς ἔγινε ῎Ανθρωπος;

Γιατί ὁ Θεὸς ἔγινε ῎Ανθρωπος;

Ἁγίου Μαξίμου ῾Ομολογητοῦ*

«Τοῦτό ἐστι τὸ μακάριον,δι᾿ ὃ τὰ πάντα συνέστησαν τέλος.
᾿Αλλὰ μὲ τὸ πολύτιμο αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάστηκε σὰν ἀμνὸς ἄμωμος καὶ ἄσπιλος, κι ἦταν βέβαια προορισμένος πρὶν ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, ἀλλὰ φανερώθηκε γιὰ χάρη μας αὐτὰ τὰ τελευταῖα χρόνια»1. Προορισμένος ἀπὸ ποιόν;

Ἀπόκριση

Τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ ὁ λόγος τῆς Γραφῆς τὸ ὀνόμασε Χριστὸ καὶ τὸ βεβαιώνει μὲ σαφήνεια ὁ μέγας ᾿Απόστολος λέγοντας, «τὸ μυστικὸ σχέδιο, ποὺ ἦταν κρυμμένο ἀπὸ ὅλες τὶς γενεές, φανερώθηκε τώρα»2, ἐννοώντας δηλαδὴ ὡς τὸν Χριστό, τὸ μυστικὸ σχέδιο μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὸ εἶναι ὁλοφάνερα ἡ ἄρρητη καὶ ἀκατάληπτη ὑποστασιακὴ ἕνωση τῆς θεότητας καὶ τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ὁδηγεῖ σὲ ταυτότητα πλήρη τὴν ἀνθρωπότητα μὲ τὴ θεότητα ἐξαιτίας τῆς ὑπόστασης καί, κάνοντας μία τὴν ὑπόσταση τὴ σύνθετη ἀπὸ τὰ δύο, χωρὶς ἡ φυσικὴ διαφορὰ τῆς οὐσίας τους νὰ προκαλέσει σ᾿ αὐτὴν καμμιὰ μείωση σὲ ὁτιδήποτε. ῞Ωστε καὶ ἡ ὑπόστασή τους νὰ γίνει, ὅπως εἶπα, μία, καὶ ἡ φυσικὴ διαφορὰ νὰ μείνει ἀπαθής, στὴν ὁποία ὑπόσταση καὶ μετὰ τὴν ἕνωση ἡ κατὰ φύση ποιότητά τους διασώζεται ἀμείωτη καὶ ὅταν ἑνωθοῦν. Γιατί, ὅπου κατὰ τὴν ἕνωση δὲ συνοδεύει τὰ ἑνωμένα καμμιὰ ἀπολύτως τροπὴ καὶ καμμιὰ ἀλλοίωση, ὁ λόγος τῆς οὐσίας καθενὸς παραμένει γνήσιος κι ἀληθινός. Κι ὅποιων ὁ λόγος παραμένει γνήσιος κι ἀληθινὸς καὶ μετὰ τὴν ἕνωση, αὐτῶν οἱ φύσεις παραμένουν ἄθικτες μὲ κάθε τρόπο χωρὶς νὰ ἀρνηθεῖ καμμιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὰ δικά της στοιχεῖα γιὰ χάρη τῆς ἕνωσης.

Γιατὶ ὁ ποιητὴς τῶν ὅλων, αὐτὸς ποὺ ἔγινε κατ᾿ οἰκονομία αὐτὸ ποὺ δὲν ἦταν, ἔπρεπε νὰ διασώσει ἀμετάβλητο καὶ τὸν ἑαυτό του σὲ αὐτὸ ποὺ ἦταν ἀπὸ τὴ φύση του καὶ σὲ αὐτὸ ποὺ ἔγινε στὴ φύση κατ᾿ οἰκονομία. Γιατὶ στὸν Θεὸ δὲν εἶναι φυσικὸ νὰ βλέπουμε μεταβολή, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν μποροῦμε νὰ σκεφτοῦμε καμμιὰ ἀπολύτως κίνηση σχετικὰ μὲ τὴν ὁποία γίνεται ἡ μεταβολὴ σὲ ὅσα κινοῦνται. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο κι ἀπόκρυφο μυστήριο. Αὐτὸ εἶναι τὸ μακάριο τέλος γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχουν γίνει ὅλα. Αὐτὸς εἶναι ὁ θεῖος σκοπὸς ποὺ προεπινοήθηκε πρὶν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῶν ὄντων, ποὺ ὁρίζοντάς τον μποροῦμε νὰ τὸν ποῦμε «προεπινοούμενο τέλος», γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου ἔγιναν τὰ πάντα κι αὐτὸ γιὰ χάρη κανενός. Σ᾿ αὐτὸ τὸ τέλος ἀτενίζοντας δημιούργησε ὁ Θεὸς τὶς οὐσίες τῶν ὄντων. Αὐτὸ εἶναι κυρίως τὸ πέρας τῆς πρόνοιας καὶ ἐκείνων ποὺ ἡ πρόνοια προνοεῖ, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο γίνεται ἡ ἐπανασυναγωγὴ στὸ Θεὸ ὅλων τῶν ποιημάτων του. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριο ποὺ περικλείει ὅλους τοὺς αἰῶνες καὶ φανερώνει τὴν ὑπεράπειρη καὶ ποὺ ἄπειρες φορὲς ἀπείρως προϋπάρχει ἀπὸ τοὺς αἰῶνες μεγάλη βουλὴ τοῦ Θεοῦ3, τῆς ὁποίας βουλῆς ἀγγελιοφόρος ἔγινε ὁ ἴδιος ὁ σύμφωνος μὲ τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ Λόγος ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος4, καὶ φανέρωσε, ἂν μοῦ ἐπιτρέπεται νὰ πῶ, τὸν ἴδιο τὸ βαθύτερο πυθμένα τῆς Πατρικῆς ἀγαθότητας κι ἔδειξε μέσα σ᾿ αὐτὸν τὸ τέλος, ποὺ γιὰ χάρη του τὰ δημιουργήματα ἔλαβαν σαφῶς τὴν ἀρχὴ τῆς ὕπαρξής τους. Γιατὶ γιὰ τὸν Χριστό, δηλαδὴ γιὰ τὸ μυστήριο κατὰ Χριστό, ὅλοι οἱ αἰῶνες καὶ ὅλα ὅσα περιέχουν ἔχουν λάβει τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τοῦ εἶναι τους. Γιατὶ πιὸ πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες προϋπονοήθηκε ἡ ἕνωση, τοῦ ὅριου καὶ τῆς ἀοριστίας, τοῦ μέτρου καὶ τῆς ἀμετρίας, τοῦ πέρατος καὶ τῆς ἀπειρίας, τοῦ δημιουργοῦ καὶ τῆς δημιουργίας, τῆς στάσης καὶ τῆς κίνησης, καὶ ἡ ἕνωση αὐτὴ ἔγινε στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὅταν φανερώθηκε στὸ τέλος τῶν χρόνων καὶ πραγματοποίησε τὴν πρόγνωση τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ σταματήσουν γύρω στὸ τελείως ἀκίνητο κατὰ τὴν οὐσία ὅσα κινοῦνται ἀπὸ τὴ φύση τους, ξεφεύγοντας τελείως ἀπὸ τὴν κίνηση πρὸς τὸν ἑαυτό τους καὶ πρὸς τὰ ἄλλα καὶ νὰ λάβουν πείρα τῆς κατ᾿ ἐνέργειαν γνώσης ἐκείνου ὅπου ἀξιώθηκαν νὰ σταματήσουν, γνώσης ἀναλλοίωτης ποὺ παραμένει πάντοτε ἴδια παρέχοντας σ᾿ αὐτοὺς τὴν ἀπόλαυση ἐκείνου ποὺ γνώρισαν.

Γιατὶ ὁ λόγος ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ γνώση τῶν θείων εἶναι διπλή· ἡ σχετική, ποὺ βρίσκεται μόνο στὸ λόγο καὶ στὶς ἔννοιες καὶ ποὺ δὲν ἔχει κατὰ τὴν πράξη μὲ τὴν πείρα αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ καὶ ποὺ μ᾿ αὐτὴν οἰκονομοῦμε τὴν παρούσα ζωή· καὶ ἡ πραγματικὴ ἀληθινὴ γνώση, ποὺ μὲ τὴν πείρα μόνο κατὰ τὴν πράξη χωρὶς λόγο καὶ ἔννοιες παρέχει ὅλη τὴν αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ μετέχοντάς το κατὰ χάρη, καὶ μὲ αὐτὴ τὴ γνώση ὑποδεχόμαστε κατὰ τὴ μελλοντικὴ κατάπαυση τὴν πάνω ἀπὸ τὴ φύση θέωση ποὺ πραγματοποιεῖται ἀδιάκοπα. Καὶ ἡ σχετικὴ βέβαια γνώση, ἐπειδὴ βρίσκεται στὸ λόγο καὶ στὶς ἔννοιες, λένε ὅτι κινεῖ τὴν ἐπιθυμία πρὸς τὴν μεθεκτικὴ κατὰ τὴν πράξη γνώση. ᾿Ενῶ ἡ γνώση μὲ τὴν ἐνέργεια ποὺ ἀπὸ τὴν πείρα καὶ μὲ μέθεξη αὐτοῦ ποὺ ἔγινε γνωστὸ παρέχει τὴν αἴσθηση, ἀπωθεῖ τὴ γνώση ποὺ βρίσκεται στὸ λόγο καὶ τὶς ἔννοιες.

Γιατὶ εἶναι ἀδύνατο, λένε οἱ σοφοί, νὰ συνυπάρχουν ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λόγος περὶ Θεοῦ ἢ ἡ αἴσθηση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ νόηση γι᾿ αὐτόν. Καὶ λόγο περὶ Θεοῦ ἀποκαλῶ τὴν γνωστικὴ θεωρία γι᾿ αὐτὸν ποὺ ἀναλογεῖ στὰ ὄντα, αἴσθηση τὴν μεθεκτικὴ πείρα τῶν πέρα ἀπὸ τὴ φύση ἀγαθῶν, καὶ νόηση τὴν ἁπλὴ καὶ ἑνιαία γνώση περὶ Θεοῦ μέσῳ τῶν ὄντων. Τὸ ἴδιο ἴσως μπορεῖ νὰ διαπιστωθεῖ καὶ σὲ κάθε ἄλλο πράγμα, ἂν ἡ ἐμπειρία αὐτοῦ τοῦ πράγματος σταματᾶ τὸ λόγο γι᾿ αὐτὸν καὶ ἡ αἴσθηση αὐτοῦ τοῦ πράγματος κάνει ἀργὴ τὴν νόηση περὶ αὐτοῦ. Πείρα λέγω τὴν ἴδια τὴ γνώση ἀπὸ τὴν ἐνέργεια, ποὺ πραγματοποιεῖται ἔπειτα ἀπὸ κάθε λόγο, καὶ αἴσθηση, τὴν ἴδια τὴ μέθεξη αὐτοῦ ποὺ ἔγινε γνωστὸ καὶ ποὺ ἐκδηλώνεται ἔπειτα ἀπὸ ὅλη τὴ νοητικὴ διαδικασία. Κι ἴσως αὐτὸ διδάσκει μυστικὰ ὁ μέγας ᾿Απόστολος λέγοντας, «εἴτε προφητεῖες εἶναι θὰ καταργηθοῦν, εἴτε ὁμιλίες σὲ διάφορες γλῶσσες θὰ πάψουν, εἴτε γνώσεις θὰ καταργηθοῦν»5, ἐννοώντας ὁλοφάνερα γιὰ τὴ γνώση ποὺ βρίσκεται στὸ λόγο καὶ στὶς ἔννοιες.

Τὸ μυστήριο τοῦτο [τοῦ Χριστοῦ] προγνώριζε ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα.

῾Ο Πατέρας γιατὶ ἔτσι εὐδόκησε, ὁ Υἱὸς γιατὶ ἦταν ὁ αὐτουργός, καὶ τὸ Πνεῦμα γιατὶ συνεργαζόταν σ᾿ αὐτό. Γιατὶ εἶναι μία ἡ γνώση τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἐπειδὴ εἶναι μία καὶ ἡ οὐσία καὶ ἡ δύναμη. Δὲν ἀγνοοῦσε δηλαδὴ ὁ Πατέρας ἢ τὸ ἅγιο Πνεῦμα τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ, γιατὶ ὑπῆρχε σὲ ὁλόκληρο τὸν Υἱό, ποὺ αὐτουργοῦσε τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας μὲ τὴ σάρκωσή του, ὅλος κατὰ τὴν οὐσία του ὁ Πατέρας, ὄχι βέβαια μὲ σάρκωσή του, ἀλλὰ εὐδοκώντας γιὰ τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ, καὶ ὁλόκληρο τὸ ἅγιο Πνεῦμα κατὰ τὴν οὐσία του ὑπῆρχε στὸν Υἱό, ὄχι λαμβάνοντας σάρκα, ἀλλὰ συνεργώντας μὲ τὸν Υἱὸ στὴν ἀπόρρητη γιὰ μᾶς σάρκωσή του.

Εἴτε λοιπὸν πεῖ κάποιος Χριστό, εἴτε μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, τὴν πρόγνωση γι᾿ αὐτὸ κατὰ τὴν οὐσία τὴν ἔχει μόνη ἡ ἁγία Τριάδα, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Κι ἄς μὴν ἀναρωτηθεῖ κανένας πῶς ὁ Χριστός, ἐνῶ εἶναι ἕνας ἀπὸ τὴν ἁγία Τριάδα, γίνεται ἀντικείμενο πρόγνωσής της, ἔχοντας ὑπόψη ὅτι δὲν ἔγινε πρόγνωση τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοῦ, ἀλλὰ ὡς ἀνθρώπου, ἔγινε δηλαδὴ πρόγνωση τῆς κατ᾿ οἰκονομίαν σάρκωσής του γιὰ χάρη τοῦ ἀνθρώπου. Γιατὶ ὅ,τι ὑπάρχει αἰώνια ποτὲ δὲν προγνωρίζεται ἀπὸ ἕνα ἄλλο αἰώνιο. Γιατὶ ἡ πρόγνωση γίνεται γιὰ ὅσα ἔχουν ἀρχὴ στὸ εἶναι καὶ γιὰ κάποια αἰτία. Προγνωρίσθηκε λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἀπὸ πρὶν ὄχι γι᾿ αὐτὸ ποὺ ἦταν κατὰ φύση γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γι᾿ αὐτὸ ποὺ φάνηκε ὅτι ἔγινε ἀργότερα γιὰ μᾶς κατ᾿ οἰκονομία. ῎Επρεπε δηλαδὴ ἀληθινὰ ὁ φυσικὸς δημιουργὸς τῆς οὐσίας τῶν ὄντων νὰ γίνει αὐτουργὸς καὶ τῆς κατὰ χάρη θέωσης τῶν δημιουργημάτων, ὥστε ὁ δωρητὴς τοῦ εἶναι νὰ φανεῖ δωρεοδότης καὶ τῆς μακαριότητας. ᾿Επειδὴ λοιπὸν κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα δὲν γνωρίζει καθόλου τὸν ἑαυτό του ἢ κάποιο ἄλλο τί εἶναι ὡς πρὸς τὴν οὐσία, εἶναι εὔλογο ὅτι κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα δὲν ἔχει κατὰ τὴ φύση τὴν ἱκανότητα πρόγνωσης κανενὸς ἀπὸ ὅσα θὰ γίνουν, πλὴν μόνο ὁ Θεὸς ὁ πάνω ἀπὸ τὰ ὄντα, ποὺ καὶ τὸν ἑαυτό του γνωρίζει τί εἶναι κατὰ τὴν οὐσία καὶ γιὰ ὅλα ὅσα δημιούργησε καὶ πρὶν ἀκόμα γίνουν εἶχε ἀπὸ πρὶν τὴ γνώση τῆς ὕπαρξής τους κι ἔμελλε κατὰ χάρη νὰ φιλοδωρήσει τὰ ὄντα μὲ τὴ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ τους καὶ τῶν ἄλλων, τί εἶναι στὴν οὐσία τους, καὶ νὰ φανερώσει τοὺς λόγους ποὺ ὑπάρχουν ἑνιαῖα σ᾿ αὐτὸν ἀπὸ πρίν.

Τὸ νὰ λένε μερικοὶ ὅμως πὼς ὁ Χριστὸς εἶχε προγνωσθεῖ πρὶν ἀπὸ τὴν καταβολὴ τοῦ κόσμου ἀπὸ ἐκείνους στοὺς ὁποίους φανερώθηκε ὕστερα τοὺς τελευταίους καιρούς, ἐπειδὴ ἐκεῖνοι οἱ ἴδιοι ὑπῆρχαν πρὶν ἀπὸ τὴν καταβολὴ τοῦ κόσμου μαζὶ μὲ τὸν προεγνωσμένο Χριστό, αὐτὸν τὸ λόγο σὰν ἐντελῶς ἄσχετο μὲ τὴν ἀλήθεια, ἐπειδὴ κάνει συναΐδια μὲ τὸν Θεὸ τὴν οὐσία τῶν λογικῶν ὄντων, τὸν ἀπορρίπτουμε. Γιατὶ εἶναι τελείως ἀδύνατο νὰ βρίσκονται μὲ τὸ Χριστό, ἔτσι ὅπως αὐτὸς εἶναι, καὶ πάλι νὰ λείψουν τελείως κάποτε ἀπὸ αὐτόν, ἂν βέβαια εἶναι φυσικὸ νὰ γίνει σ᾿ αὐτὸν ἡ ἀποπεράτωση τῶν αἰώνων καὶ ἡ στάση ὅσων κινοῦνται, μέσα στὴν ὁποία κανένα ἀπολύτως ἀπὸ τὰ ὄντα δὲ θὰ ὑπόκειται σὲ μεταβολή. ῾Ο λόγος τῆς Γραφῆς κάλεσε τὸν Χριστὸ ἄμωμο καὶ ἄσπιλο, ἐπειδὴ εἶναι κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὴ φύση του τελείως ξένος ἀπὸ τὴ φθορὰ τῆς ἁμαρτίας. Γιατὶ ἡ ψυχή του δὲν εἶχε μῶμο κακίας οὔτε τὸ σῶμα του σπίλο τῆς ἁμαρτίας.

Σημειώσεις

(*)῾Αγίου Μαξίμου ῾Ομολογητοῦ, Πρὸς Θαλάσσιον Περὶ Διαφόρων ᾿Απόρων τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, ᾿Ερώτησις Ξʹ. Τὸ ἀρχαῖο κείμενο: PG τ. 90, στλ. 620Β-625Β. Νεο-ελληνικὴ ἀπόδοσις: Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καὶ ᾿Ασκητικῶν, Ε.Π.Ε. τ. 14Γ, σελ. 186-195, Θεσσαλονίκη 1992

1.Αʹ Πέτρ. αʹ 19, 20.
2.Κολ. αʹ 26.
3.᾿Εφεσ. αʹ 10, 11.
4.῾Ησ. θʹ 6.
5.Αʹ Κορ. ιγʹ 8.

Περιοδικό Άγιος Νικήτας – Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος – 2017

Περιοδικό Άγιος Νικήτας

«Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ
ὁ ἐν Σέρραις ἀθλήσας»

Περιοδική ἔκδοση τοῦ Ἐπικοινωνιακοῦ καί Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος
«Ὁ Ἅγ. Νικήτας ὁ Νέος»,
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σερρῶν καί Νιγρίτης, προνοίᾳ καί ἐπιμελείᾳ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου
Σερρῶν καί Νιγρίτης κ.κ. ΘΕΟΛΟΓΟΥ

ΕΤΟΣ ΚΘ΄

ΤΕΥΧΟΣ 270

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2017

Διαβάστε περισσότερα »

Εγκύκλιον Σημείωμα – ΑΓΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2017

ΑΓΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2017

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΔΑΧΗ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΟΙΣ

«Ἰδού γάρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην,
ἥτις ἔσται παντί τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ,
ὅς ἐστι Χριστός Κύριος, ἐν πόλει Δαυίδ». (Λκ 2, 10, 11).

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Γιά μία ἀκόμη φορά μᾶς ἀξιώνει σήμερα τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μας, μέσα στόν λειτουργικό χρόνο τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μας νά ἑορτάσουμε τήν θεία Ἐνανθρώπησή Του, νά προσκυνήσουμε τό μέγα καί παράδοξο Μυστήριο τῆς Σαρκώσεώς Του, νά χαροῦμε τήν σωτήρια ἐπίσκεψή Του στή γῆ καί νά λάμψουν οἱ ἀποσταμένες ψυχές μας ἀπό τό οὐράνιο φῶς τοῦ θεοδρόμου ἀστέρος τῆς ἁγίας Βηθλέεμ.

Στό πρόσωπο τοῦ γεννηθέντος Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί μέσα ἀπό τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργο ἀποκαλύπτεται μέ θαυμαστό τρόπο ἡ ὀντολογική ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί ὅλης τῆς θείας δημιουργίας. Γιά τόν λόγο αὐτό ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα συγκλονιστικό γεγονός, πού φανερώνει στόν κόσμο τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τήν μέριμνά Του γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τόν ἀνακαινισμό τῆς δημιουργίας. Μέ τήν ἐν χρόνῳ γέννησή Του, ὁ «Εἷς τῆς Τριάδος», ὁ ἀθάνατος Λόγος τοῦ Πατρός προσλαμβάνει φιλανθρώπως καί συγκαταβατικῶς ὅλο τό ἀνθρώπινο φύραμα, πτωχεύει καί κενώνεται γιά τόν ὑπαρξιακό πλουτισμό τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός τοῦ παντός διά τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας Του ἦλθε στή γῆ ὡς ὁ νέος Ἀδάμ ἐν σχήματι ταπεινώσεως, γιά νά ἀναπλάσει, νά θεραπεύσει, νά δικαιώσει, νά φωτίσει τόν ἄνθρωπο καί νά εὐλογήσει ὁλόκληρη τήν κτίση, ἡ ὁποία ἔφερε ἐπάνω της τά μελανά στίγματα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος.

Ἡ ἐνσάρκωση καί ἡ φανέρωση τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος μέσα στήν ἀνθρώπινη ἱστορία εἶναι τό «μέγα τῆς εὐσεβείας μυστήριον» (Α’ Τιμ. 3, 16), τό ὑπερφυές θαῦμα τῶν αἰώνων, ὁ πυρήνας τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ ἄπειρος φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἡ αἰτία ὥστε νά διέλθει τούς οὐρανούς καί νά ἐνδυθεῖ τήν ἀνθρώπινη φύση, γιά νά ἀναζητήσει καί νά σώσει τόν πεσμένο ἄνθρωπο, τήν χαμένη εἰκόνα Του, τό δικό Του δημιούργημα. Ἡ δεινῶς ἀμαυρωθεῖσα καί θανασίμως τραυματισθεῖσα φύσις μας εὑρίσκετο πεσμένη ἡμιθανής στό βυθό τῆς ἁμαρτίας καί ὡς ἐκ τούτου εἶχε τήν ἀνάγκη ἀπό κάποιο πανίσχυρο χέρι γιά νά τήν ἀνασύρει καί νά τήν σώσει. Ἐπειδή ὅμως κανενός συνδούλου τό χέρι, ἀγγέλου ἤ ἀνθρώπου, δέν εἶχε αὐτή τήν ἱκανότητα, καθώς ἡ πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου δέν ἦταν ἁπλῶς ἠθική ἀλλά βαθιά ὀντολογική, ἐκτείνεται φιλοστόργως ἡ πανσθενουργός πατρική δεξιά τοῦ Ὑψίστου γιά νά ἀνελκύσει ὑπερφυῶς τήν φύσιν μας «ἐξ Ἅδου καί σκιᾶς θανάτου» ὅπου εὑρίσκετο κειμένη ὡς «ἐξαίσιον πτῶμα» καί νά τήν ὁδηγήσει θεωμένη καί ἀπαστράπτουσα ψηλά στόν θρόνο τῆς θεότητος. Τό ἀσύλληπτο αὐτό μυστήριο εἶναι παντός ἄλλου ἀνώτερο καί δέν συγκρίνεται οὔτε καί μέ αὐτή τήν δημιουργία τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό ἐκ τοῦ μηδενός. Ὁ «ἀεί Ὤν», ὁ Ἄναρχος καί Ἄκτιστος Θεός, τώρα γίνεται ὁ Ἴδιος δημιούργημα, «ὁ ἀόρατος ὁρᾶται, ὁ ἀναφής ψηλαφᾶται, ὁ ἄχρονος ἄρχεται, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ Υἱός ἀνθρώπου γίνεται» (Ἁγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΗ’, Εἰς τά Θεοφάνεια, εἴτουν Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος), γεννᾶται, βαπτίζεται, σταυρώνεται, ἀνίσταται, ἀναλαμβάνεται στούς οὐρανούς μέ σῶμα καί μορφή ἀνθρώπινη καί δοξάζεται στούς αἰῶνες ὡς ἀληθής Θεάνθρωπος. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός χαρακτηρίζει τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ὡς «τό πάντων καινῶν, καινότατον θαῦμα, τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον» (Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως Γ´ 45, ΕΠΕ 1, 282).

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀναλαμβάνει ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη φύση, «ὅλον τόν Ἀδάμ, τόν πρό τῆς παραβάσεως, τόν ἁμαρτίας ἐλεύθερον» (Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός), παρεκτός ἁμαρτίας, διότι ἡ ἁμαρτία δέν ἀνήκει στήν φύση μας ἀλλά «ἐν τῇ ἡμετέρᾳ αὐτεξουσίῳ προαιρέσει» (Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός), δηλαδή στήν ἐλεύθερη βούλησή μας, γιά νά θεραπεύσει καί νά θεώσει τόν ἄνθρωπο, καθώς «τό γάρ ἀπρόσληπτον καί ἀθεράπευτον» (Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός). Νά ἑνώσει τό ἄκτιστο μέ τό κτιστό στό πρόσωπό Του καί ἔτσι νά ἀναστρέψει τήν φορά τῆς κτίσεως ὅλης πρός τόν ἀφανισμό καί τό μηδέν. Στό θεανδρικό πρόσωπό Του ἑνώθηκε ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη φύση «ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως». Ἔχουμε Πατέρα τόν Θεό, τόν Ὁποῖο βλέπουμε στό θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὡς φιλάνθρωπο καί ἐλεήμονα, στοργικό καί παντοδύναμο, δίκαιο καί ἀληθινό. Ὁ Θεός γεννήθηκε στή γῆ ὡς ἄνθρωπος, γιά νά ἀναζητήσει ὡς στοργικός Πατέρας τό πλάσμα Του, νά θεραπεύσει τό προπατορικό ἁμάρτημα πού ἄνοιξε τίς πύλες τοῦ θανάτου, νά κατακρίνει τήν ἁμαρτία στήν πανακήρατη σάρκα Του, νά συντρίψει τόν θάνατο καί τόν διάβολο, νά χαρίσει ζωή καί πληρότητα ζωῆς, νά σταματήσει τήν πορεία τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσεως πρός τό ὑπαρξιακό μηδέν. Γίνεται ἕνα μέ μᾶς γιά νά μᾶς λυτρώσει, νά μᾶς χριστοποιήσει, ὥστε μέ τήν δική Του χάριν νά γίνουμε «κοινωνοί θείας φύσεως» (Β’  Πέτρ. 1, 4). Γι’ αὐτό καί ἡ οὐράνια ἐξαγγελία στούς Ποιμένες ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστός Κύριος» (Λκ. 2, 11) μᾶς γεμίζει μέ χαρά ἀνείπωτη καθώς βεβαιωνόμεθα ὅτι «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰω. 1, 14). Μέσα στό θάμβος τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας μποροῦμε πλέον ἀπό αὐτήν τήν ζωή νά ἑορτάζουμε «ἀεί Χριστούγεννα» (Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής). Ἄς πλατύνουμε λοιπόν τίς καρδιές μας, ἀδελφοί, γιά τόν Χριστό, ὥστε νά γεννηθεῖ στήν καρδιά μας. Ἐκεῖνος ταπεινά καί φιλόστοργα θά ἔλθῃ. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νά ἑτοιμάσουμε τή φάτνη τῆς ψυχῆς μας, ἀπομακρύνοντας τήν ἀπιστία, τόν ἐγωισμό, τήν ἀπληστία, τήν ἰδιοτέλεια, τήν ἀδικία, τό ψέμα, τήν μισανθρωπία καί κάθε κακία. Καιρός πλέον νά ἀνανοηματοδοτήσουμε μέ τήν θερμουργό δύναμη τῆς πίστεως στό Σωτῆρα Χριστό τήν ἀνευλόγητη, ἄπονη, ἀδιάφορη, ἀνέλπιστη καί ἀνειρήνευτη ζωή μας. Ἄς κάνουμε σήμερα, Χριστούγεννα, μιά νέα ἀρχή.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ, ΑΔΕΛΦΟΙ! ΑΛΗΘΩΣ ΕΤΕΧΘΗ!
Χρόνια πολλά, εὐλογημένα καί ἅγια.

Ἡ δε χάρις καί τό ἄπειρον ἔλεος τοῦ δι’ ἡμᾶς καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ Λόγου εἴθε νά εἶναι πάντοτε μαζί σας.

Μετ’ εὐχῶν ἐγκαρδίων καί ἀγάπης ἐν Χριστῷ νηπιάσαντι

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Σερρῶν καί Νιγρίτης Θεολόγος