Α’ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΣΕΡΡΩΝ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΔΩΡΩΝ

Στό κέντρο τῆς παλαιᾶς πόλεως τῶν Σερρῶν βρίσκεται ὁ ναός τῶν Ἁγίων ἐνδόξων στρατιωτικῶν μαρτύρων Θεοδώρων, Τήρωνος καί Στρατηλάτου. Εἶναι μεγάλη ὀρθογώνια βασιλική (ἐσωτερικῶν διαστάσεων 15,60 χ 24.00 μ.) πού διαιρεῖται σέ δύο μέρη: στόν πρόναο και στόν κυρίως ναό. Ὁ κυρίως ναός χωρίζεται, μέ δύο κιονοστοιχίες, σέ τρία κλίτη. Τά πολλά παλαιοχριστιανικά στοιχεῖα, πού διασώζονται ὡς δομικά ὑπολείμματα στό ναό, ἀνεβάζουν τήν ἀρχική του κατασκευή, μέ πολλές πιθανότητες, ἕως καί τον 6ο μ.Χ. αἰώνα.

Ο περικαλλής ναός ἀνακαινίστηκε ἀρκετές φορές. Ἕως καί τά μέσα τοῦ 15ου αἰώνα δέν ὑπάρχουν ἔγκυρες πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ μνημείου. Εὔκολα εἶναι ἀναγνωρίσιμες οἱ μεγάλες καί γενναῖες ἐπεμβάσεις στή δόμησή του, σέ διάφορες χρονικές περιόδους, πού ἔδω. σαν καί τήν τελική του μορφή. Τά δομικά ὑλικά πού χρησιμοποιήθηκαν σέ αὐτές τις ἐπεμβάσεις καί ὁ τρόπος κατασκευῆς μᾶς βοηθοῦν στήν ἐξαγωγή βάσιμων συμπερασμάτων, πού ἀνακεφαλαιώνουν τίς ἀπόψεις τῶν περισσοτέρων ἀπό τούς ἔγκριτους μελετητές τοῦ ναοῦ, γιά τήν ἀρχιτεκτονική καί διακόσμηση τοῦ μνημείου.

Την πρώτη βασική ἐπέμβαση στή δόμηση τοῦ ἱεροῦ ἔκανε ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Βασίλειος ὁ Β΄, ὡς ἐπινίκια εὐχαριστία γιά τήν ἐπικράτησή του κατά τῶν Βουλγάρων, σέ δύσβατη περιοχή ὄχι μακριά ἀπό τήν πόλη τῶν Σερρῶν, στις 29 Ἰουλίου τοῦ 1014.ὉΒασίλειος Β΄, θεωρώντας πώς «…συμμαχίας θεϊκῆς ὑπόσπονδον τήν χώραν ταύτην <πού ληστρικά κατεῖχαν οἱ Βούλγαροι> ὁ Θεός ἡμῖν ἐδωρήσατο, τῆς ἀγαθότητος αὐτοῦ εὖ μάλα τρανῶς ἡμῖν ἀρωγούσης καί τά διεστῶτα εἰς ἕν συναπτούσης…» ἐκδηλώνει την εὐχαριστία του ἐπεκτείνοντας καί στολίζοντας τήν ἤδη ὑπάρχουσα στίς Σέρρες ἐκκλησία τοῦἉγίου Θεοδώρου.

Επιγραφική μαρτυρία πού βρέθηκε στο ναό: «ΙΕΡΟC Ο ΦΙΛΙΠΠΟC ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗC ΤΟΝ CΙΚΟΝ ΕΔΟΜΗ [CΑΤΟ ΚΛΗCΕΙ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟC ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟ[Υ]» ἐπιβεβαιώνει την ἀφιέρωση τοῦ ναοῦ ἕως καί τόν 11ο και ἴσως καί στό πρῶτο τέταρτο τοῦ 12ου αἰώνα, στόν ἕναν ἀπό τούς δύο στρατιωτικούς ἁγίους τόν στρατηλάγη, ἄν καί ἡ διαίρεση τοῦ ἑνός προσώπου σέ δύο, Θεόδωρος ὁ Τήρων καί Θεόδωρος ὁ Στρατηλάτης, ἐμφανίστηκε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό τό τέλος τοῦ Θ΄ αἰώνα.

Ὁ ναός, χτισμένος σέ μία μεγάλη αὐλή στό κέντρο τῆς ἀρχαίας πόλεως τῶν Σερρῶν, ἦταν ἀρχιτεκτονικοῦ ρυθμοῦ «Βασιλικῆς μέ ἐγκάρσιο κλίτος».Μέ τήν ἐπέμβαση τοῦ αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Βασίλειου τοῦ Β΄, μετασχηματίσθηκε. Τό ἱερό στέφθηκε ἀπό καμάρα καί ἕξι πολύχρωμοι κίονες χωρισμένοι σέ δύο ὁμάδες ὑποβάσταζαν τή μολυβδοσκέπαστη ὀροφή του ἐπιτρέποντας, ταυτόχρονα, τήν ἐπέκταση τῶν πτερυγίων τοῦ ἐγκάρσιου κλίτους ὥστε νά σχηματιστεῖ τρίκλιτη βασιλική.

Μετά τό τέλος τοῦ αὔλειου χώρου ὑπῆρχε περίστωο ἀπό τό ὁποῖο ἕξι σκαλοπάτια ὁδηγοῦσαν στόν ναό τῶν ἁγίων Θεοδώρων. Στά ἀνατολικά τοῦ ναοῦ ὑπῆρχε φρέαρ γιά πόσιμο νερό σκεπασμένο ἀπό διακοσμημένο κτίσμα. Τό 1205, μέ τήν καταστροφή τῆς πόλης τῶν Σερρῶν ἀπό τούς Βουλγάρους τοῦ Ἰωαννίτση, ὁ ναός ἔπαθε μεγάλες ζημιές. Το 1221, τήν πόλη τῶν Σερρῶν ἀνακτᾶ ἀπό τούς Λατίνους ὁ Δεσπότης τῆς Ἠπείρου Θεόδωρος Δούκας Ἄγγελος Κομνηνός (1215.1224) πού, γιά τή σπουδαία του νίκη ἐπί τῶν Φράγκων τοῦ Λατίνου αὐτοκράτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως Ροβέρτου Β΄ (νίκη πού τόν ὁδήγησε στήν κατάκτηση τῆς Θεσσαλονίκης) ἐπισκευάζει τό ναό και τόν πλουτίζει, ὡς ἔκφραση εὐχαριστίας πρός τούς προστάτες Ἁγίους του, μέ σπουδαῖα ψηφιδωτά.

Την ἄνοιξη τοῦ 1230 τήν πόλη τῶν Σερρῶν κατακτοῦν οἱ Βούλγαροι. Τό φθινόπωρο τοῦ 1246 ὁ Ἰωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης (1246.1254) τήν ἐλευθερώνει, ἐνῶ μετά τό θάνατο τοῦ Βατάτζη (30 Ὀκτωβρίου 1254) ὁ Βούλγαρος τσάρος Μιχαήλ Α΄ Ἀσάν (1246.1257) καταλαμβάνει τό Μελένικο. Τό 1255 ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Κράτους τῆς Νικαίας Θεόδωρος Β΄ ὁ Λάσκαρης, ὡς ἀντίδωρο γιά τή Θεία βοήθεια τῶν Ἁγίων Θεοδώρων στήν ἀνάκτηση τοῦ Μελένικου ἀπό τά στρατεύματά του, στολίζει τίς εἰκόνες τοῦ ναοῦ μέ χρυσό και ἄργυρο, ὅπως περιγράφει ὁ Πεδιάσιμος στήν ἔκφρασή του: «Οἱ τῶν Θείων δωρεῶν φερωνύμως κληθέντες ἐγκεκολαμμένοι διατελοῦσιν ὄντες, ἀργύρῳ περιλαμπόμενοι».

Ο διάκοσμος τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ ναοῦ τῶν ἁγίων Θεοδώρων ἦταν πλούσιος.Μέ κυρίαρχο χρῶμα τό πράσινο, οἱ ἕξι κολόνες τοῦ ναοῦ «πολλῶν οὖν ὄντων χρωμάτων…τό ὡραῖον συνερανίζουσιν…», ὅπως γράφει ὁ Πεδιάσιμος, κέρδιζαν την προσοχή τοῦ προσκυνητῆ. Τό μαρμάρινο φράγμα τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, τά ἐπιπεδό. γλυφα θωράκια καί ὁ θρόνος τοῦ Μητροπολίτη ἦταν ἔργα σπουδαίων λιθοξόων.Ἀπέναντι ἀπό τό Μητροπολιτικό θρόνο ὑπῆρχε ἐξαιρετικῆς τέχνης ὀκτάπλευρος οἰκίσκος ἐντός τοῦ ὁποίου βρισκόταν οἱ ἀσημοσκέπαστες εἰκόνες τῶν ἁγίων Θεοδώρων. Ὁ ἄμβωνας ἦταν τοποθετημένος στό κέντρο τοῦ ναοῦ. Στηριγμένος σέ τέσσερις κολόνες, στό ὕψος ἐννέα σκαλοπατιῶν, ἐντυπωσίαζε τό χριστεπώνυμο πλήρωμα.

Η εἴσοδος τοῦ Ἱεροῦ ὁριζόταν ἀπό δύο κίονες καί ὑπεράνω τοῦ «…θείου και ἱεροῦ βωμοῦ, μηχάνημα…», πού στηριζόταν σέ τέσσερες κολόνες, σκέπαζε την Ἁγία Τράπεζα.
Η στοά τοῦ Ἱεροῦ Βήματος ἦταν κοσμημένη μέ ἐντυπωσιακά ψηφιδωτά.Μία σύνθεση μέ χρυσές καί πολύχρωμες ψηφίδες παρουσίαζε ἔνθρονο τό Θεό Λόγο, πού πλαισιωνόταν δεξιά ἀπό τήν Παναγία Μητέρα Του καί ἀριστερά ἀπό τον ἅγιο Θεόδωρο τό Στρατηλάτη. Πάνω ἀπ’αὐτή τή σύνθεση εἰκονιζόταν ὁΧριστός να ἀνεβαίνει πρός τόν οὐρανό δορυφορούμενος ἀπό ἀγγέλους φιλοτεχνημένους μέ πολύχρωμες ψηφίδες. Μετά τήν καταστόλιστη μέ ψηφιδωτά στοά, στόν ἀνατολικό τοῖχο τοῦ διακονικοῦ ἦταν ἁγιογραφημένος ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου.Ὁ στολισμένος μέ ψηφιδωτά δυτικός τοῖχος τοῦ ναοῦ ἔδινε τήν ἐντύπωση πώς εἶναι ὁλόχρυσος, ἐνῶ οἱ ὑπόλοιπες κάθετες ἐπιφάνειες ἦταν ἁγιογραφημένες.

Το ἄπλετο φῶς, πού ἔμπαινε ἀπό τά παράθυρα, «…ἵνα μηδέν ἀφεγγές μηδέ σκοτεινόν εἴη, ἐπεί καί φῶς ὁ τοῦτο κατοικῶν καί φώτων τό πρῶτον καί κάλλιστον…» ὅπως γράφει ὁ Πεδιάσιμος, φανερώνει πώς ἡ διακοσμητική ἀντίληψη τῶν κατασκευαστῶν τοῦ ναοῦ στόχευε, μέ την πάλλουσα ἀπό τό φῶς πολυχρωμία τῶν ψηφιδωτῶν συνθέσεων, στή δημιουργία μίας φαντασμαγορίας, πού ζέσταινε τό ψυχρό μεγαλεῖο τοῦ ναοῦ καί βοηθοῦσε στην ἐξαύλωση τῆς μάζας, ἔτσι ὥστε τό αἰσθητό νά ἐπιστρέφει στίς οὐράνιες ρίζες του.

Μέσα σέ ἕνα τέτοιο περιβάλλον ὑπῆρχαν ἀναρτημένες στις παραστάδες τοῦ Ἱεροῦ Βήματος οἱ ἐπιπεδόγλυφες εἰκόνες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Εὐεργέτη και τῆς Παναγίας τῆς Πονολύτριας πού, μέ τον ἐσωτερικό δυναμισμό τους ἐναρμονίζονταν μέ τή συνολική αἰσθητική ἔκφραση τοῦ ναοῦ, καθώς τά κενά τῶν πτυχώσεών τους καλυπτόταν μέ χρωματιστή μαστίχη, δίνοντας τήν ἐντύπωση τῆς ἔγχρωμης εἰκόνας. Ὁ ναός τῶν ἁγίων Θεοδώρων, πέρα ἀπό τήν περιγραφή του ἀπό τό Σερραῖο λόγιο Θεόδωρο Πεδιάσιμο στό περίφημο ἔργο του «Ἔκφρασις περί τοῦ ἱεροῦ τῶν Φερῶν», μνημονεύεται, μέ ἀφορμή ἔκτακτα καί σημαντικά γεγονότα, σέ σημειώματα ἀρχαίων κωδίκων, ἐπιγραφές πάνω σε ἀφιερώματα, καθώς καί στόν χρονογράφο τῶν μέσων χρόνων τῆς πόλης τῶν Σερρῶν παπα-Συναδινό.

Στά κειμήλια τοῦ ναοῦ συγκαταλέγονταν, ἐκτός ἀπό τά πολύτιμα ἅγια καί ἱερά σκεύη, τά χρυσά βημόθυρα,τά χρυσοκέντητα ἄμφια, τίς ἱερές εἰκόνες μέ προεξάρχουσα τήν πολύτιμη εἰκόνα τῆς Κυρά.Μάρως (μητρυϊάς τοῦ Μωάμεθ τοῦ Πορθητῆ) μέ παράσταση τῆς Θεοτόκου μέ ἔνθετο Τίμιο Ξύλο, τά κοσμημένα μέ μαργαριτάρια πετραχήλια, τά δύο ἑξαπτέρυγα καί ὁ σταυρός μέ χρυσό και σμάλτο (σήμερα βρίσκονται στό National Museum of History στή Βουλγαρία), οἱ κάρες τῶν ἁγίων Θεοδώρων Τήρωνος και Στρατηλάτου μέσα σέ θῆκες ἀργυρές, τά σπαθιά τους, καθώς καί ἡ κοκαλένια πατερίτσα μέ χρυσούς κόμβους τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γενναδίου τοῦ Σχολάριου.

Τό 1571 ὁ ναός λεηλατεῖται ἀπό τους Τούρκους καί παθαίνει μεγάλες ζημιές. Ἔκτοτε οἱ φθορές τοῦ χρόνου ἀντιμετωπίσθηκαν μέ παρεμβάσεις μικρῆς μᾶλλον ἐκτάσεως.
Ὁ Μητροπολίτης Σερρῶν Θεοφάνης οἰκοδομεῖ τό 1602 τό δυτικό τοῖχο τῆς Μητροπόλεως, πού σήμερα ὁρίζει την ἀρχή τοῦ νάρθηκα τῆς ἐκκλησίας καί το γυναικωνίτη, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ παπα-Συναδινός: «,ζρι΄ (1601.1602) Ἐγίνην νέος ἀρχιερεύς Σερρῶν ὁ κύρ Θεοφάνης εἰς την Κοσίνιτζα, ἄνδρας θεωριτικός…εὐλαβής,φιλοκκλήσιος, εἰς τόν λόγον του στέρεος.

Καί ἔκαμεν… τόν τοῖχον τοῦ νάρθηκα ἐκ βάθρων καί τό σκέπος ὅλο τοῦ νάρθηκα καί ἐχώρισε καί τόν γυναικίτην…».
Από τό 16ο καί ἰδιαίτερα στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα ἄρχισε ἡ ἀντικατάσταση τῶν μαρμάρινων τέμπλων μέ ξύλινα. Στό ναό τῶν ἁγίων Θεοδώρων τό 1602, ὁ Μητροπολίτης Σερρῶν Θεοφάνης, κατά τη μαρτυρία τοῦ παπα.Συναδινοῦ ἀντικατέστησε τό μαρμάρινο τέμπλο μέ ξυλόγλυπτο: « νέος ἀρχιερεύς Σερρῶν ὁ κύρ Θεοφάνης… ἔκαμεν τόν τέμπλον τῆς μητρόπολης…». Τό νέο τέμπλο ἤ σωστότερα εἰκονοστάσιο, πού ἦταν ἕνα ἀπό τά πρῶτα στό βορειοελλαδικό χῶρο, γιά νά ἐντάξει ὀργανικά στό χῶρο τοῦ Ἱεροῦ Βήματος τό Διακονικό καί τήν Πρόθεση, χωρίς νά διακόπτεται ἀπό τούς πεσσούς ὅπως γινόταν μέ το μαρμάρινο τέμπλο, στηρίχθηκε σέ βάσεις πρίν ἀπό τό θριαμβευτικό τόξο καλύπτοντας ἔτσι τίς ἀνατολικές παραστάδες, ὁπότε, οἱ εἰκόνες τοῦΧριστοῦΕὐεργέτη καί τῆς Θεοτόκου τῆς Πονολύτρεας, «τό ἱερόν παλλάδιον τῶν Σερρῶν», ἀφαιρέθηκαν ἀπό τις θέσεις τους καί τοποθετήθηκαν, ἡ μέν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος στό δυτικό τοῖχο, ἡ δε εἰκόνα τοῦ Κυρίου, ἕως καί τό 1868, σέ κάποιονἀπό τούς χώρους τοῦ ναοῦ.

Το 1725 ἔπεσε ὁ ἁγιογραφημένος νότιος τοῖχος τοῦ ναοῦ καί ξανακτίσθηκε ἀπό τόν Μητροπολίτη Σερρῶν Στέφανο. Ἡ πυρκαγιά τοῦ 1849 προκάλεσε ἐκτεταμένες φθορές στό ναό τῶν ἁγίων Θεοδώρων. Ἡ ψηφιδωτή σύνθεση τῆς Κοινωνίας τῶν Ἀποστόλων καταστράφηκε μερικῶς.

Tό 1868 ὁ Μητροπολίτης Σερρῶν Νεόφυτος (1867.1875) μέ τή συνδρομή τῶν Σερραίων, στή θέση κρήνης πού πρίν τήν πυρκαγιά τοῦ 1849 κοσμοῦσε τή νότια αὐλή καί χρησιμοποιόταν γιά τούς συμβολικούς καθαρμούς τῶν πιστῶν, οἰκοδόμησε τό κωδωνοστάσιο τῆς Μητροπόλεως καί ἐντοίχισε σέ αὐτό, γιά λόγους εὐστάθειας, τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ Εὐεργέτη.Τό ἐσωτερικό τοῦ ναοῦ τῶν ἁγίων Θεοδώρων φωτιζόταν ἀπό τρία ἀργυρᾶ πολυκάνδηλα. Τό πρῶτο, μέ τριάντα τρία φῶτα σέ τρεῖς σειρές, ἦταν στό κέντρο τοῦ ναοῦ,τό δεύτερο, μέ ἑπτά φῶτα, μπροστά ἀπό τήν Ὡραία Πύλη καί τό τρίτο, μέ τέσσερα φῶτα, ἀμέσως μετά τήν κεντρική εἴσοδο τοῦ ναοῦ.
Στίς 28 Ἰουνίου τοῦ 1913 ὁ ναός, ὅπως καί ἡ πόλη τῶν Σερρῶν, καταστρέφονται ὁλοσχερῶς ἀπό τούς Βουλγάρους.

Στίς ἀρχές τοῦ 1917 οἱ Βούλγαροι ἀποτοίχισαν τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τῆς Πονολύτριας, πού σπασμένη στή μέση κατά τήν ὁριζόντια διάστασή της, παρέμεινε στή θέση της στό δυτικό τοῖχο τῶν ἁγίων Θεοδώρων, γιά νά τή μεταφέρουν στή Βουλγαρία.

Τό 1938 ἄρχισαν οἱ ἀναστηλωτικές ἐργασίες ἀπό τόν Θ. Ὀρλάνδο καί ὁλοκληρώθηκαν τό 1959 ἀπό τόν Ε.Στίκα.Ὁναός, ὡς μνημειακό κτήριο, κινδύνευε σοβαρά ἀπό τίς φθορές τοῦ χρόνου. Τό 1989, μέ παρέμβαση τοῦ Μητροπολίτου κυροῦ Μάξιμου τό μνημεῖο ἐπισκευάσθηκε καί ἐπανασυνδέθηκε ὡς προσκυνηματικός ναός, μέ τή θρησκευτική ζωή τῶν κατοίκων τῆς πόλης τῶν Σερρῶν τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1993. Τό 2008, μέ πρωτοβουλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας, φιλοτεχνήθηκε στήν βάση τοῦ πρωτοτύπου, ἡ ψηφιδωτή σύνθεση τῆς Κοινωνίας τῶν Ἀποστόλων, πού κοσμοῦσε τήν κόγχη τοῦ Ἱεροῦ Βήματος τῆς Παλαιᾶς Μητροπόλεως τῶν ἁγίων Θεοδώρων.

Υπεύθυνος:
Ἀρχιμανδρίτης Νεκτάριος Καϊμακάμης
Ἐφημέριοι ἐκ περιτροπῆς
Πρωτοπρ. Ἰορδάνης Θεμελίδης
Τηλέφ. – Φάξ 23210-21465