«Τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε»
«Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ» ὀνομάζει ὁ πιστὸς Ὀρθόδοξος λαός μας τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Τὸ ἴδιο μὲ ἄλλες λέξεις τονίζουν καὶ ὅσοι ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἄφησαν ὑπέροχους «Λόγους» γιὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τοῦ Δεκαπενταυγούστου. Χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὸ λόγο του «εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου» λέγει μὲ ἱερὸ ἐνθουσιασμό: «Καὶ ὁ θάνατος αὐτῆς ζωηφόρος καὶ ἡ τούτου μνήμη χαρμόσυνος ἑορτὴ καὶ παγκόσμιός ἐστι πανήγυρις» (ΕΠΕ 10, 444).
Ὁ ἱερὸς Δαμασκηνὸς στὴ Β΄ ὁμιλία του «εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου» ἀναφέρει μαρτυρία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων Ἰουβεναλίου ὅτι ὁ τάφος τῆς Παναγίας στὴ Γεθσημανῆ τὴν τρίτη ἡμέρα μετὰ τὴν ταφή της βρέθηκε κενός. Τὸ ἅγιο σῶμα της ὑψώθηκε θαυμαστῶς στὰ οὐράνια, ὅπου ἑνώθηκε μὲ τὴν ἀθάνατη ψυχή της καὶ ζεῖ ἄφθαρτο αἰωνίως (ΕΠΕ 9, 310-312). Τὸ σῶμα της τιμήθηκε μὲ ἀφθαρσία ἀπὸ τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της πρὸ τῆς Β΄ Παρουσίας.
«Ὑψώθη δὲ εἰς τὰ ἄνω», γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «ἵνα βλέπῃ μὲ χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν τῆς καρδίας της τὸν Υἱὸν καὶ Θεόν της, καὶ ἵνα συνδοξάζηται μὲ αὐτὸν εἰς αἰῶνα αἰῶνος, ὡς Μήτηρ αὐτοῦ, μὲ γλυκυτάτην καὶ ἀνεκδιήγητον μακαριότητα» («Ἑορτοδρόμιον», σελ. 660).
Ἐκεῖ, στὰ ὑπερκόσμια σκηνώματα βρίσκεται ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Μόνη δὲ αὐτὴ ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ προσεγγίζει ὅσον οὐδεὶς ἄλλος καὶ ὅπως οὐδεὶς ἄλλος τὴν πηγὴ τῆς Χάριτος, τὸν θρόνο τῆς θεότητος, τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της.
Αἰσθάνεται κατὰ κάποιον τρόπο ὑποχρεωμένος αἰωνίως ἀπέναντί της ὁ Υἱὸς καὶ Θεός της γιὰ τὸ ὅτι Τοῦ ἐδάνεισε τὴ σάρκα της καὶ ἐπετέλεσε δι’ αὐτῆς τὸ λυτρωτικὸ ἔργο Του. Ἐδίδαξε τοὺς ἀνθρώπους, ἐθεράπευσε ἀσθενεῖς, ἐσταυρώθη. Ὅλα αὐτὰ μὲ τὸ σῶμα ποὺ ἔλαβε ἀπὸ Ἐκείνην. Τὴν εὐγνωμονεῖ ἐπίσης αἰωνίως γιὰ τὴ φροντίδα της κατὰ τὴ βρεφική, παιδική, νεανικὴ ἡλικία Του καὶ γιὰ τὶς περιποιήσεις της ἐπὶ τριάντα ἔτη. Γιὰ τὴ διατροφή Του καὶ γιὰ ὅλες τὶς ἀνάγκες Του. Δὲν τὶς λησμονεῖ ποτέ. Καὶ ἐξοφλεῖ τὸ χρέος Του ἀπέναντί της, γράφει ὁ ἱερὸς Δαμασκηνός, γιὰ τὰ τροφεῖα ποὺ Τοῦ πρόσφερε, τὰ ὁποῖα ὁ ἱερὸς Πατὴρ ὀνομάζει «θρέπτρα», μὲ τὸ νὰ ἐκπληρώνει κάθε αἴτημά της! (ΕΠΕ 9, 326). Ποιὸς ἄλλος, ἀλήθεια, ἀπολαμβάνει τέτοια τιμή; Νὰ εἶναι εὐγνώμων ἀπέναντί σου ὁ Θεός! (ΕΠΕ 9, 326).
Τὸ εἶχε προφητέψει ἡ ἴδια τὴν ὥρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ της ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ: «Ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί», εἶπε (Λουκ. α΄ 48). Γενεὲς ἔρχονται καὶ παρέρχονται, ἀλλὰ ἡ δόξα της παραμένει ἀμείωτη καὶ διαρκῶς αὐξάνει. Στὰ οὐράνια οἱ ἀγγελικοὶ ὕμνοι γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ της ὅπου παρευρίσκεται τιμητικά, εἶναι ἀκατάπαυστοι, μὲ τὴν ἴδια ζέση καὶ τὴν ἴδια θερμότητα διαρκῶς. Ἀλλὰ καὶ στὴ γῆ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Υἱοῦ της κατακτᾶ καὶ φωτίζει διαρκῶς τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων σ’ ὅλα τὰ πλάτη καὶ μήκη τοῦ πλανήτη μας καὶ μαζὶ μὲ τὸν Λυτρωτὴ δοξάζεται καὶ ἡ ἀειπάρθενος Μητέρα Του.
Ποιὰ ἄλλη γυναίκα, ἀλήθεια, δοξάσθηκε, δοξάζεται, ἢ θὰ δοξασθεῖ σὰν τὴν Ὑπερευλογημένη Θεοτόκο;
Ἐνῶ ὅμως ἀπολαμβάνει τέτοια δόξα στὰ οὐράνια, δίπλα στὴν Ἁγία Τριάδα, δὲν ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο. Ἔτσι λέει τὸ ὡραῖο Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεώς της: «Ἐν τῇ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε». Ὅταν πέθανες σωματικά, Θεοτόκε, δὲν ἐγκατέλειψες τὸν κόσμο μὲ τὶς ἀσχήμιες καὶ τοὺς πόνους του. Εἶσαι πάντοτε κοντὰ σὲ ὁποιονδήποτε ἐπικαλεῖται τὶς πρεσβεῖες σου μὲ πίστη. Σπεύδεις σὲ Νοσοκομεῖα, σὲ καλύβες, σὲ φτωχόσπιτα ἀλλὰ καὶ σὲ ἀρχοντόσπιτα. Παντοῦ ὅπου σὲ καλοῦν ταπεινά. Τὸ τονίζει τόσο ἐκφραστικὰ τὸ τροπάριο τῆς Παρακλήσεως: «Καταιγίς με χειμάζει τῶν συμφορῶν, Δέσποινα, καὶ τῶν λυπηρῶν τρικυμίαι καταποντίζουσιν· ἀλλὰ προφθάσασα χεῖρά μοι δὸς βοηθείας, ἡ θερμὴ ἀντίληψις καὶ προστασία μου». Κινδυνεύω νὰ πνιγῶ μέσα στὴν τρικυμία τῶν συμφορῶν καὶ τῶν θλίψεών μου, Δέσποινά μου Θεοτόκε. Πρόφθασε, Σὲ παρακαλῶ, δῶσ’ μου τὸ χέρι Σου, βοήθησέ με Σὺ ποὺ εἶσαι ἡ θερμὴ βοήθεια καὶ προστασία μου. Καὶ σπεύδει καὶ προφταίνει ἡ Παναγία. Καὶ ἁπαλύνει τοὺς πόνους καὶ γιατρεύει ἀρρώστιες καὶ ἠρεμεῖ δύσκολες καταστάσεις καὶ κάνει θαύματα ἐκεῖ ὅπου οἱ γιατροὶ σηκώνουν τὰ χέρια τους.
Σὲ βλέπουμε καὶ Σὲ νιώθουμε, Κυρία μας Θεοτόκε, μέσα στοὺς χιλιάδες μικροὺς καὶ μεγάλους ἱεροὺς Ναούς, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένοι στὸ ἅγιο ὄνομά Σου καὶ ἁγιάζουν ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη τὴν Ἑλλάδα μας. Ἐσὺ θαυματουργεῖς στὸν Ἕβρο, στὴ Σουμελᾶ, στὸν Προυσσό, στὴ Μηχανιώνα, στὴν Εἰκοσιφοίνισσα, στὴν Τῆνο, Ἐσὺ στὴν Πάρο, στὴ Μονὴ Βουλκάνου, Ἐσὺ στὸ Αἴγιο· Ἐσὺ στὴ Χρυσοπηγὴ Χανίων, στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου, στὴν Ἁγιάσο τῆς Λέσβου καὶ στὸ περιβόλι Σου τὸ ξεχωριστό, στὸ Ἅγιο Ὄρος. Καὶ ὄχι μόνο σ’ αὐτά. Ἀτελείωτα, ἀμέτρητα τὰ σημεῖα τῆς παρουσίας Σου στὴν Πατρίδα μας, Δέσποινα τοῦ κόσμου.
Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Πατρίδα μας τὸν τελευταῖο καιρὸ δείχνει ὅτι παραπαίει, Σὲ ἱκετεύουμε θερμά, Μητέρα μας Παναγία, λυπήσου τὴν Ἑλλάδα μας καὶ βοήθησέ μας. Ξέρεις Ἐσὺ καὶ μπορεῖς.