Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου (1 Σεπτεμβρίου)

Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου (1 Σεπτεμβρίου)

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἑορτάζει σήμερα τὴν ἀρχὴ τῆς Ἰνδικτιῶνος – ἀπὸ τὴν λατινικὴ λέξι «indictio», ἡ ὁποία σημαίνει ὁρισμὸς – δηλαδὴ τὴν ἔναρξι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ ὅρος προῆλθε ἀπὸ τὴν συνήθεια τῶν Ῥωμαίων αὐτοκρατόρων νὰ ὁρίζουν διὰ θεσπίσματος γιὰ διάστημα δεκαπέντε ἐτῶν τὸ ποσὸν τοῦ ἐτησίου φόρου, ποὺ εἰσέπρατταν αὐτὴν τὴν ἐποχὴ γιὰ τὴν συντήρησι τοῦ στρατοῦ. Κατ᾿ ἐπέκτασιν καθιερώθηκε νὰ ὀνομάζωνται ἰνδικτιῶνες καὶ οἱ δεκαπενταετεῖς αὐτοὶ κύκλοι ποὺ ἄρχισαν ἐπὶ Καίσαρος Αὐγούστου, τρία χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν γέννησι τοῦ Χριστοῦ.

Ἐπειδὴ ὁ Σεπτέμβριος εἶναι ἐποχὴ συγκομιδῆς καρπῶν καὶ προετοιμασίας γιὰ τὸν νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε νὰ ἑορτάζουν οἱ χριστιανοὶ τὴν ἀρχὴ τῆς γεωργικῆς περιόδου ἀποδιδόντας εὐχαριστίες στὸν Θεὸ γιὰ τὴν εὔνοιά του πρὸς τὴν κτίση. Εἶναι αὐτό ποὺ ἤδη ἔκαναν οἱ Ἰουδαῖοι σύμφωνα μὲ τίς ἐντολὲς τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου· τὴν πρώτη δηλαδὴ ἡμέρα τοῦ ἑβδόμου ἰουδαϊκοῦ μηνός, ἀρχὲς Σεπτεμβρίου, τελοῦσαν τὴν ἑορτὴ τῆς Νεομηνίας, ἢ τῶν Σαλπίγγων, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐσχόλαζαν ἀπὸ κάθε ἐργασία, γιὰ νὰ προσφέρουν θυσίες ὁλοκαυτωμάτων «εἰς ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ» (Λευϊτ. 23,18).

Ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ δημιουργὸς τοῦ χρόνου καὶ τοῦ σύμπαντος, ὁ προάναρχος Βασιλεὺς τῶν αἰώνων, ὁ ὁποῖος ἐσαρκώθη, γιὰ νὰ ἀποκαταλλάξῃ τὰ πάντα εἰς Ἑαυτὸν καὶ νὰ συναγάγῃ Ἰουδαίους καὶ ἐθνικοὺς εἰς μίαν Ἐκκλησίαν, ἤθελε νὰ ἀνακεφαλαιώση ἐν Ἑαυτῷ τὸν αἰσθητὸ κόσμο καὶ τὸν γραπτὸ Νόμο. Ἔτσι, αὐτὴν τὴν ἡμέρα ποὺ ἡ φύσις ἑτοιμάζεται νὰ διατρέξη ἕνα νέο κύκλο ἐποχῶν, ἑορτάζουμε τὸ γεγονός, κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς εἰσῆλθε στὴν Συναγωγὴ καὶ ἀνοίγοντας τὸ βιβλίο τοῦ Ἡσαΐου ἀνέγνωσε τὸ χωρίο, ὅπου ὁ Προφήτης ὁμιλεῖ ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Σωτῆρος «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἑμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, κηρύξαι ἐνιαυτὸν (= ἔτος) Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4,18).

Ὄλες οἱ Ἐκκλησίες, συναθροισμένες «ἐπὶ τὸ αὐτό», ἀναπέμπουν σήμερα δοξολογία πρὸς τὸν ἕνα τρισυπόστατο Θεό, ὁ ὁποῖος διαμένει στὴν αἰώνια μακαριότητα, διακρατεῖ τὰ πάντα ἐν τῇ ζωῇ καὶ στέλνει ἄφθονες τίς εὐλογίες του κάθε ἐποχὴ στα κτίσματά του. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀνοίγει τίς θύρες τοῦ νέου ἔτους καὶ μᾶς προσκαλεῖ νὰ τὸν ἀκολουθήσωμε, γιὰ νὰ γίνωμε μέτοχοι τῆς αἰωνιότητός του.

Γιὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει στὸν Συναξαριστή του:

Πρέπει νὰ ἠξεύρωμεν, ἀδελφοί, ὅτι ἡ τοῦ Θεοῦ ἁγία Ἐκκλησία ἑορτάζει σήμερον τὴν Ἰνδικτιῶνα, διὰ τρία αἴτια. Πρῶτον, ἐπειδὴ καὶ αὐτὴ εἶναι ἀρχὴ τοῦ χρόνου. Διὰ τοῦτο καὶ κοντὰ εἰς τοὺς παλαιοὺς Ῥωμάνους πολλὰ ἐτιμᾶτο αὐτὴ ἐξ ἀρχαίων χρόνων. Ἰνδικτιὼν δὲ κατὰ τὴν ῥωμαϊκήν, ἤτοι λατινικὴν γλῶσσαν, θέλει νὰ εἰπῇ ὁρισμός. Καὶ δεύτερον ἑορτάζει ταύτην ἡ Ἐκκλησία, ἐπειδὴ καὶ κατὰ τὴν σημερινὴν ἡμέραν, ἐπῆγεν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς μέσα εἰς τὴν Συναγωγὴν τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἐδόθη εἰς αὐτὸν τὸ Βιβλίον τοῦ Προφήτου Ἡσαΐου, καθὼς γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς (Λουκ. δ´). Τὸ ὁποῖον Βιβλίον ἀνοίξας ὁ Κύριος, ὢ τοῦ θαύματος! εὐθὺς εὗρε τὸν τόπον ἐκεῖνον, ἤτοι τὴν ἀρχὴν τοῦ ἑξηκοστοῦ πρώτου κεφαλαίου τοῦ Ἡσαΐου, εἰς τὸ ὁποῖον εἶναι γεγραμμένον διὰ λόγου του τὰ λόγια ταῦτα· «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ ἕνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρύξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν». Ἀφ᾿ οὗ δὲ ἀνέγνωσεν ὁ Κύριος τὰ περὶ αὑτοῦ λόγια ταῦτα, ἐσφάλισε τὸ Βιβλίον καὶ τὸ ἔδωκεν εἰς τὸν ὑπηρέτην. Ἔπειτα καθίσας, εἶπεν εἰς τὸν λαὸν «ὅτι σήμερον ἐτελειώθησαν οἱ λόγοι τῆς Προφητείας ταύτης εἰς τὰ ἐδικά σας αὐτία». Ὅθεν ὁ λαὸς ταῦτα ἀκούων, ἐθαύμαζε διὰ τὰ χαριτωμένα λόγια, ὁποῦ εὔγαινον ἐκ τοῦ στόματός του, ὡς τοῦτο γράφει ὁ αὐτὸς Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς.

Εἶναι δὲ καὶ τρίτη αἰτία, διὰ τὴν ὁποίαν ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ κάμνει σήμερον ἐνθύμησιν τῆς Ἰνδίκτου, καὶ ἑορτάζει τὴν ἀρχὴν τοῦ νέου χρόνου· ἤγουν, ἵνα διὰ μέσου τῆς ὑμνῳδίας καὶ ἱκεσίας, ὁποῦ προσφέρομεν εἰς τὸν Θεὸν ἐν τῇ ἑορτῇ ταύτῃ, γένῃ ὁ Θεὸς ἵλεως εἰς ἡμᾶς, καὶ εὐλογήσῃ τὸν νέον χρόνον, καὶ χαρίσῃ τοῦτον εἰς ἡμᾶς εὐτυχῆ καὶ γεμάτον ἀπὸ ὅλα τὰ σωματικὰ ἀγαθά. Καὶ ἵνα φωτίσῃ τὰς διανοίας μας, εἰς τὸ νὰ περάσωμεν ὅλον τὸν χρόνον καθαρῶς καὶ μὲ ἀγαθὴν συνείδησιν, καὶ εἰς τὸ νὰ εὐαρεστήσωμεν τῷ Θεῷ, μὲ τὴν φύλαξιν τῶν ἐντολῶν του. Καὶ οὕτω νὰ τύχωμεν τῶν ἐν Οὐρανοῖς αἰωνίων ἀγαθῶν.

Πηγή: https://www.xfd.gr