ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ

Τῆ Κυριακῆ ἕκτη ἀπό του Πάσχα, τό εἰς τόν ἐκ γενετῆς Τυφλόν ἐορτάζομεν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ θαῦμα.

Τήν Κυριακή αὐτή ἔχουμε τήν θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ (Ἰωαν. 9, 1-38). Ὁ ἐκ γενετῆς τυφλός μέ τήν πίστη στήν καρδιά βρίσκει ὄχι μόνο τό φῶς τῶν ματιῶν του, ἀλλά καί τό πνευματικό φῶς τῆς θεογνωσίας. “Πιστεύω, Κύριε-ὡμολόγησε- καί προσεκύνησεν αὐτῶ”. Ἀντίθετα οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι μέ τά μάτια ὀρθάνοικτα, παρά τό ἀδιαφιλονίκητο θαῦμα, πού τό εἶχαν διαπιστώσει καί ἐξακριβώσει μέ κάθε λεπτομέρεια, μένουν στό πνευματικό σκοτάδι καί στήν ἄρνηση τοῦ φωτός. Αὐτό ἀποδεικνύει γιά μία ἀκόμη φορά ὅτι ἡ πίστη στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι θέμα ἀποδείξεων, πειστηρίων καί λογικῶν ἐπιχειρημάτων, ἀλλά θέμα καθαρότητος τῆς καρδιᾶς καί ἀγνῆς διαθέσεως.

ΣΑΒΒΑΤΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ

ΣΑΒΒΑΤΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ

Τῆ αὐτῆ ἡμέρα, Σαββάτω πρό τῶν Βαΐων του ἁγίου καί δικαίου φίλου τοῦ Χριστοῦ Λαζάρου τοῦ τετραημέρου.

Μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ὁ Κύριος προϋπογράφει τήν θαυμαστή του νίκη κατά τοῦ θανάτου καί προδηλώνει τήν δική του Ἀνάσταση. Ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ ὁ Λάζαρος ἀποτελεῖ τήν προσωποποίηση τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί ἡ βηθανία, ὅπου βρίσκεται τό σπίτι του, εἶναι σύμβολο ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης, ὁ τόπος ὅπου κατοικεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος.

Τήν μεγάλη χαρά γι’ αὐτή τήν πιστοποίηση τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου, τοῦ Κυρίου και ὅλων τῶν πιστῶν, τήν ἐκφράζει θαυμάσια τό Ἀπολυτίκιο τοῦ Λαζάρου.

Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες, τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες,
σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου».

Πιστεύω εἰς ἕναν θεόν

ΠΙΣΤΕΥΩ ΕΙΣ ΕΝΑΝ ΘΕΟΝ

( Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ )

Γι’ αὐτό λοιπόν πιστεύουμε σέ ἕνα Θεό, σέ μιά ἀρχή ἄναρχη, ἄκτιστη, ἀγέννητη καί ἀνόλεθρη και ἀθάνατη, αἰώνια, ἄπειρη, ἀπερίγραπτη, ἀπεριόριστη, ἀπειροδύναμη, ἁπλή, ἀσύνθετη, ἀσώματη, ἄρρευστη, ἀπαθῆ, ἄτρεπτη, ἀναλλοίωτη, ἀόρατη, πηγή ἀγαθότητος καί δικαιοσύνης, φῶς νοερό, ἀπρόσιτο, δύναμη, πού δέν γνωρίζεται μέ κανένα μέτρο ἀλλά μόνο μετριέται μέ τή συγγενῆ βούληση – γιατί τά πάντα μπορεῖ νά κάνει, ὅσα θέλει -, ἀρχή πού δημιούργησε ὅλα τά κτίσματα, τά ὁρατά καί τά ἀόρατα, πού συνέχει καί συντηρεῖ τά πάντα, προνοεῖ γιά ὅλα, κρατεῖ τά πάντα καί κυβερνᾶ καί βασιλεύει μέ ἀτέλειωτη καί ἀθάνατη βασιλεία, τίποτε δέν ἔχει ἀντίθετό της, ὅλα τά γεμίζει, δέν περιέχεται ἀπό κανένα, μᾶλλον αὐτή περιέχει τά σύμπαντα καί τά συνέχει καί προεξέχει, μέ καθαρό καί ἀμόλυντο τρόπο βρίσκεται πάνω σέ ὅλες τίς οὐσίες καί εἶναι ὑψωμένη πέρα ἀπό ὅλα καί ἀπό κάθε οὐσία, γιατί εἶναι πάνω ἀπό τήν οὐσία καί πάνω ἀπό τά ὄντα, ὑπέρθεη, ὑπεράγαθη, ὑπερπλήρης, πού διαχωρίζει ὅλες τίς ἀρχές καί τίς τάξεις καί εἶναι θεμελιωμένη πάνω ἀπό κάθε ἀρχή καί τάξη, πάνω ἀπό τήν οὐσία καί τή ζωή καί τόν λόγο καί τήν ἔννοια, αὐτοφῶς, αὐτοαγαθότητα, αὐτοζωή, αὐτοουσία, γιατί δέν ἔχει ἀπό κάποιον ἄλλον τήν ὕπαρξη ἤ κάτι ἀπό ὅσα εἶναι, ἐνῶ ἡ ἴδια εἶναι πηγή τῆς ὑπάρξεως γιά τά ὄντα, τῆς ζωῆς γιά τούς ζῶντες, τοῦ λόγου γιά ὅσους μετέχουν στόν λόγο, αἰτία ὅλων τῶν ἀγαθῶν γιά ὅλους, πού γνωρίζει τά πάντα πρίν νά γίνουν, μιά οὐσία, μιά θεότητα, μιά δύναμη, μιά θέληση, μιά ἐνέργεια, μιά ἀρχή, μιά ἐξουσία, μιά κυριότητα, μιά βασιλεία, πού γνωρίζεται σέ τρεῖς τέλειες ὑποστάσεις καί προσκυνεῖται μέ μιά προσκύνηση καί πιστεύεται καί λατρεύεται ἀπό ὅλα τά λογικά κτίσματα, ἐνῶ οἱ τέλειες ὑποστάσεις εἶναι ἑνωμένες μέ ἀσύγχυτο τρόπο καί συνάμα διαιροῦνται ἀδιάσπαστα, πράγμα πού εἶναι καί παράδοξο.

Πιστεύουμε σέ Πατέρα καί Υἱό καί Ἅγιο Πνεῦμα, καί στό ὄνομα τους ἔχουμε βαπτισθεῖ: γιατί ἔτσι διέταξε ὁ Κύριος τούς ἀποστόλους νά βαπτίζουν, λέγοντας: “Βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος” (Ματθ. 28, 19)