Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΠΙΣΤΟΥ

«Ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι»

Τήν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως καὶ καθὼς βρισκόμαστε ἤδη στὸ μέσο τῶν πνευματικῶν ἀγώνων τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία προβάλλει τὸ πολυτιμότερο κόσμημά της, τὸ ἀκαταμάχητο ὅπλο της, τὸν Τίμιον καὶ Ζωοποιὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου. Αὐτὸς ὁ Τίμιος Σταυρὸς προβάλλεται ἐνώπιόν μας ὄχι μόνο γιὰ νὰ Τὸν προσκυνήσουμε ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἀναλογιστοῦμε τὸ δικό μας χρέος· τὴν κλήση ποὺ κάνει ὁ Θεὸς σὲ κάθε πιστὸ μαθητή του: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει ὡς μαθητής μου, ἂς διακόψει κάθε σχέση μὲ τὸν κακὸ καὶ διεφθαρμένο ἑαυτό του, μὲ σταθερὴ τὴν ἀπόφαση νὰ σηκώσει σταυρό, νὰ ὑποστεῖ κάθε δοκιμασία, ἀκόμη καὶ θάνατο, καὶ τότε νὰ μὲ ἀκολουθήσει.

«Ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ»: Ὁ Κύριος ζητᾶ ἀπὸ τοὺς μαθητές του τὴν τέλεια αὐταπάρνηση· νὰ σηκώσουν τὸν σταυρό τους μὲ ἀπόφαση θανάτου. Ποιὸς ὅμως εἶναι αὐτὸς ὁ σταυρὸς ποὺ καλεῖται νὰ ἀναλάβει κάθε πιστὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ;

1. ΝΕΚΡΩΣΗ ΠΑΘΩΝ

Ὁ σταυρὸς ποὺ καλεῖται νὰ ἀναλάβει κάθε πιστὸς εἶναι ἡ νέκρωση τῶν παθῶν καὶ τῶν σαρκικῶν φρονημάτων. «Οἱ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλ. ε΄ 24), σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὅσοι ἀνήκουν πραγματικὰ στὸν Χριστό, νέκρωσαν τὸ σαρκικὸ φρόνημα, τὰ πάθη καὶ τὶς κακὲς ἐπιθυμίες τους.

Τί σημαίνει ὅμως πρακτικὰ τὸ νὰ σταυρώνει κανεὶς τὸν ἑαυτό του μὲ ἀπόφαση νὰ πεθάνει; Σημαίνει ὅτι ἀγωνίζεται νὰ ἀποκόψει ὁριστικὰ τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες, τὰ πάθη καὶ τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχουν ριζώσει βαθιὰ μέσα στὴν ψυχή του. Ἀγώνας σκληρὸς καὶ ὀδυνηρός, ἀλλὰ καὶ σωτήριος! Πόσα πάθη μᾶς ταλαιπωροῦν καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ξεριζώσουμε; Ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, τὸ ψέμα, ἡ ἀπάτη, ἡ κατάκριση, ἡ πλεονεξία, ἡ φιλαργυρία διατηροῦν μέσα μας ζωντανὸ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ ἀφήνουν νὰ κυριαρχεῖ τὸ δικό μας ἐγώ.

Ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός, ποὺ παίρνει ἀπόφαση νὰ νεκρωθεῖ ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία, στέκεται ἀπέναντι στὸ κακὸ σὰν νεκρός: Πῶς εἶναι ἕνα νεκρὸ καὶ ἄψυχο σῶμα; Ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς ποὺ νέκρωσε τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του. Δὲν βλέπει, δὲν ἀκούει, δὲν λέγει ὁτιδήποτε ἁμαρτωλὸ κι ἀνήθικο. Δὲν ἀντιδρᾶ ὅταν θίγουν τὸν ἐγωισμό του. Δὲν ἐπιδιώκει νὰ ἐξυπηρετεῖ ἀποκλειστικὰ τὸ συμφέρον του, ἀλλὰ διακονεῖ μὲ ἀγάπη τὶς ἀνάγκες τοῦ πλησίον. Γενικὰ δὲν ἀκολουθεῖ τὰ ἐγωιστικὰ θελήματά του, ἀλλὰ ὑποτάσσεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δὲν τὸν ἑλκύει ἡ ματαιότητα τοῦ κόσμου, οὔτε τὸν συγκινεῖ ὁ πλοῦτος καὶ ἡ ἐφήμερη δόξα. Ἐκεῖνο ποὺ θέλγει τὴν ψυχή του εἶναι ἡ αἰώνια δόξα καὶ ζωή, τὸ ἄφθαστο κάλλος τοῦ οὐρανοῦ.

2. Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΘΛΙΨΕΩΝ

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴ σταύρωση τῶν παθῶν, ποὺ εἶναι ἑκούσιος σταυρὸς γιὰ τὸν πιστό, ὑπάρχει καὶ ὁ ἀκούσιος σταυρός, ποὺ καλεῖται νὰ σηκώσει μὲ τὴν ἴδια ἀφοσίωση καὶ αὐταπάρνηση. Πρόκειται γιὰ τὶς θλίψεις καὶ τὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς. Μιὰ ξαφνικὴ ἀποτυχία, ἕνα ἀξεπέραστο πρόβλημα, μία ὁλοφάνερη ἀδικία, μία ἀνίατη ἀσθένεια, ἕνα ἀβάσταχτο πένθος… Πῶς νὰ ἀντιμετωπίσει κανεὶς τέτοιες ὀδυνηρὲς καταστάσεις; Καὶ ὅμως… Ὁ πιστὸς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δέχεται νὰ σηκώσει τὸν σταυρὸ αὐτὸ ὄχι μὲ ἀντίδραση ἐσωτερικὴ οὔτε μὲ μία παθητικὴ ἀποδοχή, ἀλλὰ πρόθυμα καὶ καρτερικά, μὲ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό. Ἄλλωστε γνωρίζει ὅτι Αὐτὸς ποὺ τοῦ δίνει τὸν σταυρὸ ποὺ θὰ βαστάσει δὲν εἶναι κάποιος ποὺ ὁρίζει σταυρὸ γιὰ τοὺς ἄλλους μόνο, ἀλλὰ Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πρῶτος βάστασε τὸν Σταυρό, καὶ μάλιστα Σταυρὸ τέτοιας ὀδύνης, ποὺ κανεὶς ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἀναλάβει κι οὔτε πρόκειται ποτὲ νὰ ἀναλάβει.

Ἡ ἐποχή μας ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μάρτυρες! Χριστιανοὺς ἀποφασισμένους νὰ σηκώσουν τὸν σταυρό τους καὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Χριστὸ μέχρι θανάτου. Μὲ τέτοιο ἡρωικὸ καὶ μαρτυρικὸ φρόνημα ἂς ἀναλάβουμε κι ἐμεῖς τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Κι ἂς γνωρίζουμε ὅτι στὴ σταυρικὴ αὐτὴ πορεία δὲν εἴμαστε μόνοι. Ἔχουμε βοηθοὺς καὶ ἀντιλήπτορες τοὺς Ἁγίους: Ἀποστόλους, Μάρτυρες, Ὁσίους, Ἀσκητές, Ὁμολογητές, ὅλους ὅσοι ἀγωνίστηκαν νὰ εὐαρεστήσουν στὸν Θεό, αἴροντες τὸν δικό τους σταυρό. Ἔχουμε σύμμαχο καὶ προστάτιδα τὴν ὑπερευλογημένη Θεοτόκο, ἡ ὁποία στεκόταν κοντὰ στὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, στέκεται δὲ καὶ κοντὰ στὸν ἀγώνα, τὸν πόνο καὶ τὴ δοκιμασία κάθε πιστοῦ. Πρωτίστως ὅμως ἂς μὴν ξεχνοῦμε ὅτι ἔχουμε δίπλα μας τὸν ἴδιο τὸν ἐσταυρωμένο Κύριο νὰ μᾶς ἐνισχύει μὲ τὴ χάρη του, νὰ μᾶς ἐμπνέει καὶ νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία.

Σταυρός, «η ωραιότης της Εκκλησίας»

Σταυρός, «η ωραιότης της Εκκλησίας»

Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού συνδέεται στενότατα με την ιστορία του Έθνους μας και της Εκκλησίας μας. Ωστόσο οι άγιοι Πατέρες, που όρισαν τούτη τη γιορτή, προβάλλοντας στα μάτια μας τον ζωηφόρο Σταυρό, μας υπενθυμίζουν πως αυτός είναι το ιερότατο κειμήλιο της κοσμοσωτήριας νίκης του Κυρίου μας κατά του θανάτου. Έτσι το προφητόφθεγκτο ξύλο, του οποίου οι Προφήτες συνέλαβαν τη δόξα αιώνες πριν, στημένο στους ναούς μας, μας υπενθυμίζει τον θρίαμβο του Εσταυρωμένου.

Αλλά δεν θα σταθώ σ’ αυτό τον θρίαμβο. Καθώς βλέπω τον Σταυρό υψωμένο αναρωτιέμαι: Γιατί να ‘ναι ο Σταυρός «ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας»; Πώς ένα όργανο επαίσχυντης τιμωρίας, ένα όργανο τόσο ατιμωτικού θανάτου, πήρε τέτοια θέση στην Εκκλησία μας, ώστε ν’ αποτελεί όχι μόνο τιμή, ευλογία, δόξα, σύμβολο θριάμβου, αλλά και μια παρουσία έκτακτης ομορφιάς, που ωραΐζει αιώνες τώρα τους ναούς μας και ολόκληρη την Εκκλησία;

Ο Σταυρός είναι «ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας» γιατί μας φωνάζει, πως ό,τι γίνεται με τη θυσία, η οποία προσφέρεται από αγάπη για την δόξα του Θεού, από αγάπη για τη δόξα της Εκκλησίας , είναι αφάνταστα ωραίο. Ο Σταυρός δεν είναι μόνο «ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας» γιατί βάστασε τον Άγιο των αγίων, τον «κάλλει ὡραῖον» από όλους τους ανθρώπους· γιατί έγινε το άρμα του Ηλίου της Δικαιοσύνης, που ανεβασμένος σ’ αυτόν περιέδραμε ως παντοδύναμος τη γη, την άβυσσο, τον ουρανό, σκορπίζοντας μυστική χαρά στον άνθρωπο. Είναι «ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας», γιατί μ’ αυτόν ως όπλο έλαμψαν στο στερέωμα οι Μάρτυρες, οι όσιοι, οι άγιοι. Έγινε αυτός «το εὐμενέστατον σθένος» όχι μόνο των ώριμων, αλλά και των νέων, των εφήβων, των παιδιών, των νεαρών παρθένων, που αθλούσαν στα αμφιθέατρα ή στους τροχούς ή τηγανίζονταν στα τήγανα των δημίων. Όχι μόνον οι ώριμοι, αλλά κι οι νέοι κι οι νέες καρφωμένοι σ’ αυτόν ή κρατώντας τον στον ώμο ή γονατισμένοι μπροστά του ή αγκαλιάζοντάς τον και ζητώντας τη χάρη του έλαμπαν από θεία χαρά και ουράνια δύναμη. Περιλάμπονταν με υπεργήινη δόξα και αγγελική ωραιότητα. Μέσα στο σύγκραμα του πόνου και της μυστικής χαράς τους γίνονταν φωτόμορφοι τόσο, ώστε όσοι τους έβλεπαν έμεναν εκστατικοί!

Να γιατί σ’ έναν κόσμο που όλα αλλάζουν, όλα γερνούν, όλα μαραίνονται, φυλλορροούν και πέφτουν, ο Σταυρός δεν μένει μόνο πάντα όρθιος, αλλά αποτελεί και την ωραιότητα της Εκκλησίας μας. Είναι να μην τον υψώνει η Εκκλησία μας μέσα σε βασιλικούς κι άλλοτε μέσα σε λουλούδια; Κι εμείς πιστά τέκνα της, στολιζόμαστε και καταλαμπρυνόμαστε από τη φωτοπάροχη αίγλη του ζωοδώρητου τούτου ξύλου, που φωτίζει όλο τον κόσμο. Και καθώς τον προσκυνούμε ταπεινά με συντριβή, πίστη κι ευγνωμοσύνη ακούμε τη μυστική φωνή που μας λέει: Κοιτάξτε την πύλη της αιωνιότητας. Θα την περάσετε, αν ζήσετε εδώ μια ζωή θυσίας και σταυρού.

Στις γιορτές της Ορθοδοξίας, Ν. Π. Βασιλειάδη

Η Αγία Σκέπη της Παναγίας

Η Αγία Σκέπη της Παναγίας

Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ. Χ.), ζούσε στην Κωνσταντινούπολη ο όσιος Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός.

Σαλός είναι ο τρελός και κατά Χριστόν σαλοί ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε μερικά περίεργα και παράλογα πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη τους τιμούν οι άνθρωποι και έτσι αυτοί να ζουν σε ταπείνωση και αφάνεια.

Μια νύχτα που γινότανε αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο όσιος Ανδρέας μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο, που έγινε αργότερα πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (520-536 μ. Χ.), είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο οφαλμοφανώς, όχι σε όραμα, να μπαίνει από την κεντρική πύλη του ναού. Την συνόδευαν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο Ιωάννης ο Θεολόγος καθώς και πλήθος αγγέλων.

Αφού μπήκε μέσα στο ναό προχώρησε στον σολέα. Εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την βλέπανε μόνο ο Ανδρέας και ο Επιφάνιος. Αφού προσευχήθηκε για πολύ, η Θεοτόκος σηκώθηκε και μπήκε μέσα στο ιερό, όπου φυλασσόταν το μαφόριο της, δηλαδή το τσεμπέρι της, το πήρε στα χέρια της και βγαίνοντας έξω το άπλωσε πάνω από τους πιστούς, για να δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει.

Αυτό είναι το γεγονός το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει τη γιορτή της αγίας Σκέπης, δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία σαν τη φωτοφόρο νεφέλη που σκέπαζε τη μέρα και φώτιζε τη νύχτα τους Ισραηλίτες στην έρημο, σκέπει και προστατεύει τον λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στον δρόμο για την τελείωση. Πως μας σκεπάζει και πως μας προστατεύει η Παναγία μας; Με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της.

Είναι χαρακτηριστική και η λεπτομέρεια, ότι η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους αγρυπνούσαν και προσεύχονταν. Θέλει να πει, ότι πρέπει να έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάζει με τις πρεσβείες της.

Αρχιμανδρίτης Μελέτιος Απ. Βαδραχάνης