ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Τῆ ἁγία καί μεγάλη Πέμπτη, οἱ τά πάντα καλῶς διαταξάμενοι Θεῖοι Πατέρες, ἀλληλοδιαδόχως ἔκ τε τῶν θείων Ἀποστόλων καί τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων, παραδεδώκασιν ἡμῖν τέσσερά τινα ἑορτάζειν: Τόν ἱερόν Νιπτῆρα, τόν Μυστικόν Δεῖπνον (δηλ. Τήν παράδοσιν τῶν καθ΄ἡμᾶς φρικτῶν Μυστηρίων), τήν ὑπερφυᾶ Προσευχήν καί τήν Προδοσίαν αὐτήν.

“Ὁ Χριστός σταυρώνεται ἐξαιτίας τῆς ἀγαθότητος Του, τῆς ἀγάπης Του, τοῦ ἐκτυφλωτικοῦ φωτός πού ἀναβλύζει ἀπ΄ Αὐτόν καί τό ὁποῖο ἀποτελεῖ κάτι πού οἱ ἄνθρωποι δέν μποροῦν νά τό ἀντέξουν. Δέν μποροῦν νά τό βαστάξουν, γιατί ξεσκεπάζει τό κακό πού ζοῦν μέσα τους καί τό ὁποῖο τό ἀπέκρυπταν ἀκόμη καί ἀπό τόν ἑαυτό τους. Αὐτός εἶναι ὁ τρόμος τοῦ πεπτωκότος κόσμου, πώς τό κακό δηλαδή ὄχι μόνο κυριαρχεῖ, ἀλλά καί προβάλλεται ὡς κάτι ἀγαθό πού κρύβεται πάντοτε πίσω ἀπό τήν προσωπίδα τοῦ ἀγαθοῦ. Τό κακό ἐγγυᾶται τήν επικυριαρχία του στόν κόσμο αὐτοπροβαλλόμενο ὡς ἀγαθό! Τώρα, καί στίς μέρες μας ἐπίσης, ἄνθρωποι σκλαβώνονται, δολοφονοῦνται, ἐξαπατῶνται, ἐμπαίζονται, συκοφαντῶνται καί καταστρέφονται πάντοτε ἐν ὀνόματι τοῦ καλοῦ, τής ἐλευθερίας καί τῆς φροντίδας γιά τήν ἀνθρωπότητα. Κάθε κακό διακηρύσσει πάντοτε ἕνα μόνο μήνυμα: “Εἶμαι ἀγαθό!”. Καί ὄχι μόνο το διακηρύσσει, ἀλλά καί άπαιτεῖ νά κραυγάζουν οἱ ἄνθρωποι ἀκούραστα σέ ἀπάντηση: “Εἶσαι ἀγαθό, εἶσαι ἐλευθερία, εἶσαι εὐτυχία”.

Τό κακό δέν θά μποροῦσε νά ἐπιτύχει καμιά ἀπολύτως νίκη, δέν θά μποροῦσε νά ἔχει καμιά ἀπολύτως νίκη, δέν θά μποροῦσε νά ἔχει καμιά ἀπολύτως δύναμη σ’αὐτό τόν κόσμο ἄν φανερωνόταν ἀνοιχτά ὡς κακό. Τό κακό θά θριαμβεύσει διά τῆς ἀπάτης, προσποιούμενο τό ἀγαθό. Καί αὐτή ἡ ἐξαπάτηση ἐπιτρέπει στόν ἄνθρωπο νά δικαιολογήσει τό μίσος, τό φόνο, τή σκλαβιά, τά ψέματα, τόν παραλογισμό. Ἀκριβῶς αύτή τήν ἀπάτη ξεσκεπάζει καί κατανικᾶ ὁ Χριστός. Τήν ἀποκαλύπτει καί τήν ξεσκεπάζει ὄχι μόνο διά τῶν λόγων Του, ἀλλά πρῶτα ἀπ’ὅλα διά τοῦ ἑαυτοῦ Του, διά τῆς ἰδίας τῆς ἐπιφανείας Του, διά τῆς παρουσίας Του.”

 

π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Τῆ ἁγία καί μεγάλη Τρίτη τῆς τῶν δέκα παρθένων παραβολῆς, τῆς ἐκ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου μνείαν ποιούμεθα.

Ἡ Μ. Τρίτη εἶναι ἀφιερωμένη κυρίως στήν παραβολή τῶν 10 παρθένων, πού μέ τήν συγκλονιστική περιπέτεια τους γεμίζουν τήν ὑμνολογία τῆς Μ. Τρίτης, ἀλλά και τῶν ἄλλων ἡμερῶν. “Ἡ προσδοκία τοῦ Νυμφίου, ὁ ὕπνος, ἡ ἀγωνία τῶν μωρῶν παρθένων, ἡ χαρά τῶν φρονίμων, ἡ μεγαλοπρεπής πομπή, οἱ γάμοι, ὅλα αὐτά, πού ἀποτελοῦν παραβολικές παραστάσεις τῆς ὁλόλαμπρης βασιλείας τοῦ Μεσσίου καί ἀπεικονίσεις τῆς δικῆς μας ἀδυναμίας καί μακρότητος, προκάλεσαν βαθειά συγκίνηση στίς καρδιές των ὑμνογράφων”, οἱ ὁποῖοι μέ πίστη θερμή καί εὐλάβεια μεγάλη μεταδίδουν τήν συγκίνηση καί στίς δικές μας καρδιές.

Ἡ παραβολή τῶν 10 παρθένων καί τά τροπάρια τῆς ἡμέρας εἶναι ἕνα ἀφυπνιστικό σάλπισμα γιά τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, πού ἔρχεται ἀπροσδόκητα, “ἐν τώ μέσω τῆς νυκτός”.

Ἐπίσης θυμόμαστε καί τήν παραβολή τῶν ταλάντων, πού μᾶς δίνει τό σύνθημα τῆς ἀξιοπονήσεως τῶν χαρισμάτων πού ὁ καθένας ἔχει.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

Τῆ αὐτῆ ἡμέρα, Κυριακῆ τῶν Βαΐων, τήν λαμπράν καί ἒνδοξον πανήγυριν τῆς εἰς Ἱερουσαλήμ εἰσόδου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑορτάζομεν.

Πλησιάζει ἡ ὥρα τῆς μεγάλης θυσίας γιά τόν Λυτρωτή. Γιά τελευταία φορά φέρνει τά βήματά Του στήν ἱερή πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ. Τούτη τή φορά δέν ἔρχεται γιά νά κηρύξει τήν Ἀλήθεια, οὔτε γιά νά προσευχηθεῖ στό Ναό. Ἔρχεται γιά νά δεχθεῖ τό σταυρικό θάνατο. Ἡ ὑποδοχή πού τοῦ ἐπιφυλάσσουν τά συγκεντρωμένα στήν Ἁγία Πόλη, γιά τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, πλήθη εἶναι μεγαλειώδης. Ἕνας λαός ὁλόκληρος βρίσκεται σέ παραλήρημα. Φωνάζει, ἐπεφημεῖ, κουνᾶ στά χέρια του κλαδιά δέντρων καί “βαΐα φοινίκων”, στρώνει τά ροῦχα του στό πέρασμα τοῦ μεγάλου Ἐπισκέπτη. Τά “ὡσαννά” δονοῦν τήν ἀτμόσφαιρα, ἀκούγονται χιλιόμετρα μακριά.

Εἶναι τά δικά μας “ὡσαννά”πρός τόν Κύριο. Πότε ὅμως; Ὅταν ὁ θεός μᾶς δίνει ὅ,τι Τοῦ ζητᾶμε. Ὅταν ἡ ἀλήθεια Του έξυπηρετεῖ τίς ἐπιδιώξεις μας καί μᾶς δίνει ἐπιχειρήματα γιά νά στηρίξουμε τήν ἰδεολογία πού μᾶς “βολεύει”. Ὅταν ὅμως δέν συμβαίνουν αὐτά καί δέν μᾶς δίνει ὅ,τι τοῦ ζητᾶμε τότε τά “ὡσαννά”, σέ τί ἄραγε θά μετατραποῦν;